Αστική διάχυση και «δημόσιος χώρος»

                                                                                            Α. Μελικούδη

Περίληψη

Ο Αστικός χώρος έχει υποστεί μεγάλη εξάπλωση και διασπορά, ενώ ο δημόσιος χώρος διαχέεται σε επίπεδο πλανήτη. Ο πλουτισμός της μεσαίας τάξης στην Ελλάδα με τη χρήση Β’ κατοικίας και την αύξηση της μετακίνησης με ταξίδια αναψυχής και διακοπών με μεγαλύτερη συχνότητα και ευρύτητα υποβάθμισαν τους δημόσιους χώρους μέσα στις πόλεις. Η μεγέθυνση της διάχυσης της πληροφορίας και δημοσιότητας μέσα από τα δικτυακά μέσα ενημέρωσης, η προβολή των δημοσιοποιήσεων μέσα από την οθόνη με ένα κινηματογραφικό τρόπο, επέφεραν την κοινωνική εσωστρέφεια και την ψευδή συμμετοχή στον Δημόσιο χώρο. Ο περιαστισμός και η έλλειψη πραγματικών βιωματικών ανοιχτών χώρων μέσα στις πόλεις, οδηγούν στην αυξανόμενη ανάγκη οργανωμένων φυσικών χώρων μεγάλης κλίμακας, του πολεοδομικού τοπίου, στην περίμετρο. Η νέα μοντέρνα επικοινωνιακή ηθική ορίζει νέες αναγκαιότητες : της φύσης, της φυσικής σωματικής κίνησης, της ψυχικής υγείας, της ευτυχίας. Το πολεοδομικό τοπίο, με αρχές τον φυσικό περιβαλλοντικό σχεδιασμό μπορεί να καταστεί ιδανικό εργαλείο πολεοδομικής αναδιοργάνωσης στον περιαστικό χώρο, για την αστική υγιεινή, την συνοχή και την βιωσιμότητα.

Λ. ΚΛ. : Δημόσιος χώρος, Δημόσια σφαίρα, Δημοσιότητα, Μοντερνισμός, Αρχιτεκτονικό Τοπίο, Πολεοδομικό Τοπίο, Κίνηση, Φύση, Βιωσιμότητα.

Στη σύγχρονη βιβλιογραφία ο Δημόσιος Χώρος παίρνει διαφορετικές ερμηνείες σύμφωνα με τους ποικίλους ερευνητικούς στόχους. Για τις πολιτικές και κοινωνικές επιστήμες παίρνει την ερμηνεία της δημοκρατίας και της κοινής γνώμης. Για την επικοινωνία και τα ΜΜΕ είναι ο χώρος της δημοσιότητας, της διαπλοκής προσώπων και γεγονότων, των σχολιασμών και της κριτικής. Για τον αρχιτεκτονικό και πολεοδομικό σχεδιασμό ο Δημόσιος Χώρος λαμβάνει την ερμηνεία των ανοικτών δημόσιων χώρων των πόλεων.

Στη χώρα μας, όπως και στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες η κυριαρχία των δικτυακών μέσων και η μεγάλη εξάπλωση παράλληλα των αστικών κέντρων υποβάθμισαν την ανάγκη συλλογικών κοινωνικοποιήσεων και την κοινωνική χρήση των δημόσιων χώρων.

Η πρόσφατη αλλαγή δομής της «δημόσιας σφαίρας» κυριαρχούμενης από τα διαδίκτυα και την παγκοσμιοποίηση, εξουδετέρωσε την δυναμική συμμετοχή των ιδιωτών στον δημόσιο χώρο και ενίσχυσε την κυριαρχία των ΜΜΕ σε συνεργασία με την κρατική εξουσία. Οι κοινωνικοποιήσεις εξασθένισαν και οι ιδιώτες μετετράπησαν σε «παθητικούς θεατές παραστάσεων» όπως αναφέρει ο J. Habermas (1962, σ. 171).

Μέσα σ ΄ αυτά τα πλαίσια μεταβολών ταυτόχρονα της κοινωνικής και της πολεοδομικής δομής, ποιοι δημόσιοι χώροι για τις πόλεις ; της δημοσιότητας; της συλλογικότητας; κοινοί; πράσινοι; του αρχιτεκτονικού τοπίου; του πολεοδομικού τοπίου; κοινωνικοί; ή της βιωσιμότητας;

H έννοια της «δημοσιότητας», J. Habermas (1962), διασαφηνίζει και διαφοροποιεί την αντιληπτική και χρηστική αξία των βιωματικών ανοιχτών χώρων των πόλεων, σε χώρους κεντρικούς αρχιτεκτονικού τοπίου, και σε οργανωμένους από την άλλη μεριά, φυσικούς χώρους μεγαλύτερης κίνησης, εξόδου από την πόλη, στην περίμετρο.

Η νέα οικιστική δομή μαζί με την νέα επικοινωνιακή ηθική θέτουν σε επαναξιολόγηση το θέμα της χωροταξίας και του σχεδιασμού των ανοικτών χώρων των αστικών κέντρων.

Δημόσιος χώρος, δημόσια σφαίρα και δημόσιοι χώροι, ασάφειες.

Ο ίδιος ο αναλυτής του δημόσιου χώρου J. Habermas, τον θεωρεί προβληματικό και ασαφή, ώστε ακόμη και στο επίπεδο της επιστημονικής ορολογίας η χρήση του να είναι συγκεχυμένη, διότι προέρχεται από διαφορετικές ιστορικές περιόδους. (J. Habermas, 1978, p.13)

Η «Αγορά» της αρχαίας Αθήνας, το «Forum» και οι Αρένες στη Ρώμη, η «Πλατεία με το Παλάτι» του Πρίγκιπα, τα Σαλόνια της γαλλικής αστικής τάξης ή τα Καφενεία της Αγγλίας τον 18ο αιώνα, η επανασύσταση της «Πόλης» της δημοκρατίας στη συνέχεια, είναι αυτοί οι χώροι του «Δημόσιου χώρου» της κάθε εποχής.

Πριν την βιομηχανική επανάσταση, στην Ευρώπη, οι δημόσιοι χώροι των πόλεων, σχεδιασμένοι και κατασκευασμένοι μεγαλειώδεις, αποτελούσαν την έκφραση της απόλυτης βασιλικής και αυτοκρατορικής εξουσίας. Στο Παρίσι υπό τον Ναπολέοντα, τα Ηλύσια Πεδία με την Αψίδα του Θριάμβου και τα Βουλεβάρτα, οι Βασιλικές Πλατείες νωρίτερα, πρόσβαση είχαν μόνο οι ευγενείς και ο στρατός ενώ ο λαός τους έκανε χρήση μόνον προς ευφημισμό των βασιλέων ή του αυτοκράτορα.

Μόνο μετά την εντατικοποίηση της ιδιωτικής οικονομίας κατά τον 18ο αιώνα, δημιουργείται και πάλι η «Πόλις», ο ενδιάμεσος χώρος μεταξύ της κρατικής εξουσίας και των ιδιωτών. Η ευρεία διάδοση των ιδεών, των συγγραφικών έργων και των έργων τέχνης, η κουλτούρα της εποχής, εξήλθε από το Παλάτι στους χώρους της Πόλης. Οι περιορισμοί των κλειστών τοπικών κοινοτήτων ξεπεράστηκαν για να δώσουν χώρο στην ατομική δραστηριότητα και τον ορθολογισμό, στην ανοικτή κυκλοφορία εμπορευμάτων και την κοινωνική εργασία. (M. Weber, 1922) Η διαφήμιση των εμπορικών προϊόντων, τα χρηματιστηριακά νέα, η δημιουργία τύπου, η ελευθερία των σχολιασμών και της κριτικής στα καφενεία της Αγγλίας και στα ’’Salons de thé et de chocolats’’ στη Γαλλία, αποτέλεσαν τις συνιστώσες του νέου Δημόσιου χώρου, της «δημόσιας σφαίρας», που οδήγησε και στην διεκδίκηση της δημοκρατίας. (J. Habermas, 1978)

Από την ιστορία της μετουσίωσης των δημόσιων χώρων σε «δημόσια σφαίρα» της συμμετοχής και της διάδρασης των ατόμων, διαφαίνεται ο Δημόσιος χώρος της εποχής μας ∙ έχει τη προέλευσή του από την δημόσια σφαίρα του 18ου αιώνα, έχει την σύνδεσή του με την οικονομία, το εμπόριο, τις διαφημίσεις και την ευρεία διάδοση των ιδεών, τεχνών και της κουλτούρας γενικότερα. Είναι χαρακτηριστικό στην πόλη της Θεσσαλονίκης για παράδειγμα όλη η κεντρική Αγορά, λειτουργεί σαν ένας ενιαίος δημόσιος χώρος δημοσιοτήτων ∙ η προβολή στη βιτρίνα και η κατανάλωση εμπορικών προϊόντων, η κατανάλωση ψυχαγωγίας, οι παρουσιάσεις έργων τέχνης και δημοσιεύσεων σε γκαλερί και βιβλιοπωλεία, οι κινηματογραφικές και θεατρικές αίθουσες, οι μνημειακοί χώροι, οι μουσειακοί χώροι, όλα μαζί συνθέτουν τον Δημόσιο χώρο της πόλης. Αν αναφέρουμε και τις πολιτικές ομιλίες των αρχηγών κομμάτων, τις διαδηλώσεις πολιτικής και κοινωνικής διαμαρτυρίας, κάποιες φορές ο χώρος μετατρέπεται σε ένα είδος λαϊκής συμμετοχικής δημόσιας σφαίρας…

Τα προβλήματα της απόδοσης και της χρήσης της έννοιας «δημόσιος» στα ελληνικά και στις λατινογενείς γλώσσες είναι παρόμοια ∙ για τα ελληνικά όμως το «δημόσιο» αν και έχει την προέλευσή του από τον δημοκρατικό βίο της αρχαίας Αθήνας, στην σύγχρονη νεοελληνική πραγματικότητα δηλώνει κατά πρώτον την κρατική ιδιοκτησία και εξουσία. Στις λατινογενείς γλώσσες της δυτικής Ευρώπης έχει την προέλευσή του από το ρωμαϊκό publicum, βιωματικά όμως και ιστορικά ανανεώθηκε με το «publicity» και «publicité» δηλ. τη διαφήμιση ή τις δημοσιεύσεις ενώ ο λαός (public) ανανεώθηκε με τον επαναπροσδιορισμό του σε «κοινό». (J. Habermas, 1978)

Στις αγγλόφωνες χώρες και στην Γαλλία γίνεται περισσότερο πρακτική χρήση και αντίληψη του όρου ∙ “the public spaces” ή “les éspaces publics” χρησιμοποιούνται με περισσότερη συνάφεια και ακρίβεια. Παραπέμπουν στην ψυχαγωγική συγκέντρωση των ανθρώπων στους ανοικτούς χώρους της πόλης και διαχωρίζονται από τον «Δημόσιο χώρο» ή την «Δημόσια σφαίρα». Στη Γαλλία τα τελευταία 30 χρόνια διαχωρίζεται ο Δημόσιος χώρος στον ενικό από τους δημόσιους χώρους στον πληθυντικό ∙ ο πρώτος έχει την ερμηνεία της δημόσιας σφαίρας, οι δεύτεροι αντιστοιχούν στο δίκτυο των κοινόχρηστων ανοικτών αστικών χώρων, δρόμων, πλατειών, πάρκων, κ.ά. (Th. Pacquot, 2009) Στην αγγλική, καθιερώθηκε πλέον επιστημονικά ο όρος «Δημόσια σφαίρα» του J. Habermas, για να ορίσει τον χώρο της ιδιωτικής κοινής γνώμης και της πολιτικής επικοινωνίας.

Πρόσφατες κινήσεις προερχόμενες κυρίως από τις ΗΠΑ και Ην. Βασίλειο προσπαθούν να επανασυνδέσουν τους δημόσιους χώρους με την επικοινωνιακή σφαίρα με διάφορες θεωρητικές προσεγγίσεις και πρακτικές προτάσεις που εισήχθησαν και στην Ελλάδα. Τα “street events”, όπως street performance, street theater, street music, street food, και άλλοι ακτιβισμοί, είναι «εκδηλώσεις δρόμου» που προωθούνται για κοινωνική αναθέρμανση των ψυχρών δημόσιων χώρων του σύγχρονου αστικού τοπίου. Η κοινή χρήση έως και ακραία θέση της κοινοκτημοσύνης στους χώρους αυτούς, με λαχανόκηπους και άλλες δραστηριότητες είναι μια άλλη άποψη. (https://www.gov.uk/government/publications/future-of-cities-urban-commons-and-public-spaces ,2016). Η συσχέτιση των”public spaces” ή “public places” με τα κοινωνικά κινήματα και την τοπική πολιτική ανασύνταξη είναι μέσα στα ίδια πλαίσια, έστω και έμμεσα. (F. Aubin, 2014), ( P. Howell, 1993)

Αστική διάχυση και Δημόσιοι χώροι

Σύμφωνα με τον L. Quéré, η δημόσια σφαίρα έδωσε χώρο στην γένεση της «μοντέρνας σφαίρας των επικοινωνιών», η κοινωνικότητα από το τοπικό επίπεδο της καθημερινότητας πέρασε σε ένα άλλο επίπεδο αυτό της παγκόσμιας ηθικής. Η πολεοδομική ανάπτυξη επέτεινε τις ρωγμές μεταξύ παραδοσιακών και νέων τρόπων κοινωνικότητας και οριστικοποίησε την επικοινωνιακή ετερονομία. (L. Quéré,1982, p.51)

Στη χώρα μας, όπως και στις άλλες προηγμένες χώρες, η αύξηση της πληροφορίας και της δημοσιότητας, η προβολή των δημοσιοποιήσεων μέσα από τα δικτυακά μέσα ενημέρωσης, μέσα από την οθόνη με ένα κινηματογραφικό τρόπο, επέφεραν την ψευδή συμμετοχή σε έναν εικονικό δημόσιο χώρο και την κοινωνική εσωστρέφεια. Παράλληλα η κίνηση με το αυτοκίνητο, η Β’ κατοικία, οι διακοπές, τα μεγάλα ταξίδια, η έξοδος από την πόλη, καθόρισαν τον νέο τρόπο αστικής ζωής και μία νέα αντίληψη του χώρου σε σχέση με τον χρόνο. Οι δημόσιοι χώροι εντός πόλεως υποβαθμίστηκαν.

Με μία έρευνα για το μητροπολιτικό κέντρο της Θεσσαλονίκης, διαπιστώνει κανείς την μεγάλη διάχυση και διασπορά που έχει υποστεί . Η οικιστική εξάπλωση ξεπερνά τα παλαιότερα όρια της ευρύτερης περιοχής του συγκροτήματος, ενώ οι δεσμοί με τις περιοχές Β’ κατοικίας γίνονται πολύ στενότεροι, η Χαλκιδική ενσωματώνεται στο νομό Θεσσαλονίκης. Το νέο γεωγραφικό πεδίο του επικαιροποιημένου Ρυθμιστικού Σχεδίου Θεσσαλονίκης διευρύνεται και προς τους νομούς Χαλκιδικής, Κιλκίς, Ημαθίας και Πέλλας.

Οι νέες περιοχές επέκτασης, αλλού ενσωματώνονται με πυκνότητα στον προϋφιστάμενο ιστό όπως στον Εύοσμο, αλλού, στο Ωραιόκαστρο, στην περιοχή Θέρμης, Βούλγαρη, διάσπαρτα, χωρίς κέντρα και δημόσιους χώρους. Στο Πανόραμα και στην Πυλαία, οι νέες επεκτάσεις ενσωματώνονται ομαλά, χωρίς όμως κέντρα και δημόσιους χώρους.
Στον Εύοσμο 100000 κάτοικοι ψυχαγωγούνται με πολύ συνωστισμό, σε έναν πεζόδρομο 3000 Μ2, στην πλατεία του Δημαρχείου και του Μητροπολιτικού Ναού, εμβαδού μικρότερου και από τις πλατείες αγροτικών οικισμών.

Το μικρό κέντρο του πρώην αγροτικού οικισμού της Θέρμης εξυπηρετεί τους πλησιέστερους περιαστικούς.

Πανόραμα – Θεσσαλονικη. Πηγή : Google Earth, 2018

ΕΥΟΣΜΟΣ – ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ. Google Earth, 2018

ΘΕΡΜΗ – ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ. Google Earth, 2018

Μία μικρή έρευνα που διενεργήσαμε για την εισήγηση, με συνεντεύξεις προς τους περιαστικούς κατοίκους, διαπιστώσαμε την μεγάλη εξάρτησή τους από το κέντρο της Θεσσαλονίκης. Οι νέοι πληθυσμοί προστίθενται στους παλιούς περιαστικούς οικισμούς, ξένοι με τους παλιούς κατοίκους, χωρίς τοπική ταυτότητα, χωρίς να επιτυγχάνεται ούτε πολεοδομική αναδιοργάνωση ούτε κοινωνική ∙ μοναδική ταυτότητα αναφοράς η Θεσσαλονίκη με το ιστορικό της κέντρο.

Είναι εκπληκτικό στις ερωτήσεις μας σε κατοίκους της περιαστικής ζώνης, στην Νεάπολη, Εύοσμο, Πανόραμα, Πυλαία, Θέρμη, είχαμε απαντήσεις από τις μέσες ηλικίες όπως : «Ναι, για ψυχαγωγία, διασκέδαση, αγορά, πολιτισμό, πηγαίνουμε στο κέντρο..». Οι νεαρές ηλικίες απαντούν με ενθουσιασμό : « Κέντρο! δεν το συζητώ!»…

Οι απαντήσεις στην ερώτηση για αγορές τοποθετούν και πάλι σε πρώτη προτίμηση το κέντρο, και δεύτερη το εμπορικό κέντρο “Κόσμος” για τις ανατολικές περιοχές, και πρώην “Καρφούρ” για τις δυτικές ∙ τα εμπορικά αυτά κέντρα, εκλαμβάνονται και σαν δημόσιοι χώροι αφού προσφέρουν και ψυχαγωγία.
Η απόλυτη εξάρτηση του συνόλου των κατοίκων του ΠΣΘ, από το κέντρο της πόλης διαπιστώνεται και από τον Π. Κοσμόπουλο (1994) στην έρευνά του για το κέντρο της Θεσσαλονίκης.

Διαπιστώνεται ότι η Θεσσαλονίκη είναι πόλη μονοκεντρική, και σε διάχυση.

Οι επεκτάσεις των πόλεων στην Ευρώπη κατά τους προηγούμενους αιώνες, εκπονούνταν πάνω στο πρότυπο του «ιστού της Αράχνης». Ένας δημόσιος χώρος – Πλατεία με ακτινωτούς δρόμους, σε μορφή αστεριού, αποτελούσε το σχέδιο επέκτασης ∙ σε συνένωση με το προϋφιστάμενο κέντρο – πλατεία, αναδιοργάνωνε το σχέδιο πόλης πολυκεντρικά, με συνοχή και συμμετρία, έτσι ώστε να προσομοιάζει με τον ιστό της αράχνης. Ο R. Sennet, υπογραμμίζει με έμφαση, την επείγουσα ανάγκη επεκτάσεων που προέκυψε στο Παρίσι και το Λονδίνο κατά τον 18ο αιώνα, με την συρροή χιλιάδων εσωτερικών μεταναστών με την πρώτη τότε βιομηχανική έκρηξη. Προκειμένου να σχεδιασθεί επέκταση σχεδιάσθηκαν νέες πλατείες με διαγώνιους οδικούς άξονες ∙ κατασκευάσθηκαν την περίοδο εκείνη πάνω σ’ αυτό το πρότυπο επέκτασης οι Βασιλικές πλατείες στο Παρίσι και το Covent Garden στο Λονδίνο, όπως και σε πολλές άλλες πόλεις παρόμοια. (R. Sennet, 1979, pp. 52-58)

Η μέθοδος αυτή φαίνεται ότι είχε εισαχθεί και στην Ελλάδα, στις αρχές του 20ού αιώνα με τους ευρωπαίους πολεοδόμους, E. Ηebrard, Th. Mawson, E.Shaubert

Σχέδιο επέκτασης της Θεσσαλονίκης από Mawson. Πηγή : Α. Kαραδήμου- Γερόλυμπου. (1995)

Πλατείες – “αστέρια” εντοπίζει κανείς πολλές στις παλιές διαδοχικές περιοχές επέκτασης των σχεδίων της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης. Παραδείγματα είναι από όσες περισώθηκαν, η πλατεία των Ρόδων στους Αμπελόκηπους, οι πλατείες Καούδη και Μηνά Πατρικίου στην Ανατολική Θεσσαλονίκη, οι πλατείες Ν. Φιλαδέλφειας και η πλατεία Παπαδιαμάντη στα Α. Πατήσια, η πλ. Παπαλουκά, οι πλατείες Φιλοθέης και Ψυχικού, στην Αθήνα, κ.ά.

ΨΥΧΙΚΟ – ΑΘΗΝΑ . Πηγή Google Earth, 2018.

NΕΑ ΦΙΛΑΔΕΛΦΕΙΑ – ΑΘΗΝΑ. Πηγή Google Earth, 2018

Πλατεία Παπαδιαμάντη – Αθήνα. Πηγή Google Earth, 2018

Φωτογρ. Πλατείας Παπαδιαμάντη –Αθήνα. Πηγή Google Earth, 2018

ΠΛΑΤΕΙΑ KAΟΥΔΗ – ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ. Google Earth, 2018

ΠΛΑΤΕΙΑ ΜΗΝΑ ΠΑΤΡΙΚΙΟΥ – ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ. Google Earth, 2018

Φωτογρ. Πλατείας Μηνά Πατρικίου – ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ. Google Earth, 2018

Εάν ο ρόλος τους, σαν αναδιοργανωτές του επεκταμένου πολεοδομικού χώρου παρήλθε, περισώθηκαν όμως σαν πλατείες πρασίνου και στις δύο πόλεις πανομοιότυπα. Δεν αξιοποιήθηκαν πολεοδομικά ούτε σαν κέντρα ούτε σαν δημόσιοι χώροι. Η εύκολη ορθογώνια σχεδίαση πολυκατοικιών επάνω στις διαγώνιες, δυστυχώς ακύρωσε οποιαδήποτε δυνατότητα δημιουργίας αρχιτεκτονικού τοπίου πλατείας ή κοινωνικού χώρου γειτονιάς.

Στην εποχή μας, ο περιαστισμός, π.χ. στη Θεσσαλονίκη, αναπτύχθηκε γύρω από υποτυπώδεις περιαστικούς οικισμούς, και ενίσχυσε τις κεντρομόλους κινήσεις προς το Κέντρο και την Παραλιακή, με αντιπεριβαλλοντικό αποτέλεσμα την μεγάλη σώρευση αυτοκινήτων στο Κέντρο. Παραδόξως ακόμη και από το Γ.Π.Σ. Θεσσαλονίκης, πρόσφατα επικαιροποιημένο προωθείται η έξοδος προς την παραλιακή.

Από το υπό έγκριση Γενικό Πολεοδομικό Σχέδιο Θεσσαλονίκης, 2015

Η περιαστική ζώνη δεν προωθείται να αναπτύξει ελκτικά κέντρα δημόσιων χώρων, έτσι ώστε να ανακόπτει τις κεντρομόλους κινήσεις. Οι φυγόκεντρες κινήσεις εξόδου προς την περιαστική ζώνη είναι πολύ περιορισμένες, και η έξοδος προς την Χαλκιδική είναι μαζική.

Από τις συνεντεύξεις περιαστικών, προέκυψε η επιθυμία τους να κινούνται και περιαστικά για ψυχαγωγία ∙ στη Νεάπολη φαίνονται ικανοποιημένοι για τις προσελεύσεις από Πανόραμα, Πυλαία, Εύοσμο στους εορτασμούς της “Βαλκανικής Πλατείας”, ενώ στην Πυλαία προσήλκυσαν πολλούς στους εορτασμούς του “Ελαιορέματος”. Και οι δύο χώροι παραμένουν αναξιοποίητοι όπως φαίνεται και στην φωτογραφία.

Η ανάπτυξη αξιόλογου αρχιτεκτονικού τοπίου αποκλειστικά στην παραλιακή ζώνη της Θεσσαλονίκης και η εμμονή σ’ αυτήν, δεδομένης και της προτεραιότητας προώθησης ανάπλασης του ευρύτερου παραλιακού μετώπου δεν βοηθά στην ισορροπία του συγκροτήματος. Όλοι σχεδόν οι μη παραλιακοί τομείς της πόλης είναι υποβαθμισμένοι, χωρίς δημόσιους χώρους – κοινωνικούς πυρήνες. Η κατάργηση των διαγωνίων, η εύκολη σχεδίαση και η συνεχιζόμενη αστική αισχροκέρδεια, απογοητεύουν για αναπλάσεις και ανασχεδιασμούς.

Την τελευταία δεκαετία, μετά την αδυναμία δημιουργίας συνθηκών βιωσιμότητας με σχεδιαστικές λύσεις εντός πόλης, στην Ευρώπη, προωθήθηκε η ανάπτυξη «πολεοδομικών τοπίων» στις περιαστικές κυρίως περιοχές. (Μ.Ανανιάδου,2018, σ.82)
Πιστεύουμε ότι, όπως στις ευρωπαϊκές πόλεις, και στην Ελλάδα, ο σχεδιασμός και η ανασυγκρότηση του περιαστικού χώρου με δημιουργία πολεοδομικού οικολογικού τοπίου μπορεί να αποτελέσει μία νέα στρατηγική ανάκτησης της βιωσιμότητας της πόλης. Οι κλίμακες “landscape planning” κάτω από την επιταγή της βιωσιμότητας, οδηγούν στον έλεγχο του περιαστισμού και στην συνάφεια του μελλοντικού σχεδιασμού με την οικολογία.
Κατ’ αυτό τον τρόπο μπορεί να γίνεται η ανάσχεση της επιβαρυντικής ανάπτυξης στην παραλιακή ζώνη, και να έρχονται, από την άλλη μεριά, σε συναρμογή οι βόρειες περιαστικές διάσπαρτες συγκεντρώσεις με τον πολεοδομικό ιστό του κυρίως Συγκροτήματος.

Ο «δημόσιος χώρος» πέρασε από τους δημόσιους χώρους στην «μοντέρνα σφαίρα» των επικοινωνιών, ενώ οι δημόσιοι χώροι στα κέντρα των πόλεων αφομοιώνονται από την Αγορά και τον καταναλωτισμό. Μία νέα ηθική διαφαίνεται, η ηθική του μοντέρνου ανθρώπου που επιθυμεί να κινείται με ευρύτητα, αναζητώντας την εμπειρία, την ζωή έξω από την οθόνη, την «real life», αναζητώντας το φυσικό τοπίο.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ :
Aubin F. (2014), Between Public Spaces and Public Spheres, Canadian Journal of Communication, vol. 39 (2014) 89-16.
Ανανιάδου-Τζιμοπούλου Μ. (2018), Aρχιτεκτονική αστικού τοπίου, Ζήτη.
Habermas, Jürgen. (1978). L’Espace public. Archéologie de la publicité comme dimension constitutive de la société bourgeoise. Paris : Payot. (Original edition in German: Strukturwandel der Öffentlichkeit, [Éd.]. Hermann Luchterhand Verlag, 1962)
Howell P. (1993), Public space and the public sphere : political theory and the historical geography of modernity, in Environment and Planning D : Society and Space, 1993, vol. 11, pages 303-322.
Κοσμόπουλος Π. (1994), Περιβαλλοντική αντίληψη του αστικού χώρου, University Studio Press.
Merlau – Ponty M. (1945), Phénoménologie de la Perception, Paris, Gallimard.
Πράσινο Βιβλίο για το Αστικό Περιβάλλον, Ε. Ε.1994 : 13.
Quéré, L. (1982), Des miroirs équivoques. Aux origines de la communication moderne. Paris, A. Montaigne.
Sennett R. ((1995), Les tyrannies de l’ intimitẻ, Paris : Seuil, από (1977)The Fall of Public Man, Knopf.
Sennett R. (1991), The Conscience of the Eye: The design and social life of cities, Faber and Faber.
Weber Max (1971), Economie et Société, Paris, Plon.
(2016), https://www.gov.uk/government/publications/future-of-cities-urban-commons-and-public-spaces.

Comments are closed