Το μετρό ως χώρος τέχνης

Βενετσανάκη Χαρά

Περίληψη

Η εν λόγω έρευνα θέτει σαν βασικό της άξονα την ανάγκη επαναπροσδιορισμού των ποιοτήτων της σύγχρονης μετακίνησης στα πλαίσια της μητροπολιτικής Αθήνας. Έχοντας σαν αφετηρία τη δυναμική που φέρουν τα μέσα μαζικής μετακίνησης, σαν ένα δίκτυο σημείων αλληλοτομίας της καθημερινότητας των κατοίκων, αναγνωρίζεται η ιδιαίτερη φυσιογνωμία του μετρό έναντι των άλλων μέσων μεταφοράς. Η απομόνωση από την πληροφορία της πόλη που προκαλεί, μοιάζει σαν μια ευκαιρία για νέες εγγραφές ερεθισμάτων στον μετακινούμενο παρατηρητή.

Η ιδέα ένταξης της τέχνης στους χώρους του μετρό υπήρξε ήδη από την πρώτη φάση κατασκευής στην περίπτωση της Αθήνας. Ωστόσο οι ταχύτητες που αναπτύσσονται από τους χρήστες δεν αφήνουν περιθώρια συγχρωτισμού με τα εκθέματα. Κατά αυτόν τον τρόπο η υπόγεια μετακίνηση φτάνει να είναι μια μηχανική κίνηση, κενή ερεθισμάτων.

Στόχος της διπλωματικής είναι να ανατρέψει την παγιωμένη εικόνα των σταθμών, εισάγοντας με μια άλλη δυναμική την τέχνη στον χώρο. Σ’ αυτό το πλαίσιο μελετώνται οι δύο σταθμοί μετεπιβίβασης της γραμμής 4. Οι εν λόγω σταθμοί επανασχεδιάζονται, έτσι ώστε μέσα στο στενά λειτουργικό τους σύστημα να μπορέσουν να υπάρξουν σημεία, που ανατρέποντας την προφανή χρήση του χώρου, θα δημιουργήσουν κοιτίδες τέχνης, δίνοντας έτσι έναν χαρακτήρα μεταβαλλόμενο, που θα εμπλέξει το συμβάν μέσα στις καθημερινές ροές. Παράλληλα, επανεξετάζεται η σύνδεση του υπόγειου δικτύου με το επίπεδο της πόλης. Αντίθετα με τις παγιωμένες σχεδιαστικές τεχνικές, επιχειρείται το άνοιγμα του μετρό στον υπερκείμενο χώρο. Κατά αυτόν τον τρόπο η πόλη αλλάζει, αναπτύσσοντας μια νέα συνθήκη οικειοποίησης που ευνοεί την αυθόρμητη έκφραση.

1 Αφορμή
Βρισκόμαστε μέσα σε ένα συρμό του ηλεκτρικού σιδηροδρόμου της Αθήνας που κινείται από το σταθμό του Θησείου προς το Μοναστηράκι. Η στιγμή αυτή μέσα στις τόσες τροχιές της πόλης αποτελεί ένα σημείο τομής στην μετακίνηση και παράλληλα μια υπέρβαση στην ιστορία της, αφού το σημείο αυτό χαρακτηρίζεται τόσο από την υπογειοποίηση του μέσου, αλλά και από μια ξενάγηση στο παλίμψηστο του τόπου. Ο ηλεκτρικός σιδηρόδρομος προτού βυθιστεί κάτω από την σύγχρονη πόλη, περνά μέσα από τον αρχαιολογικό χώρο της Αθηναϊκής αγοράς, το κέντρο δηλαδή της αρχαίας πόλης. Εκείνη την στιγμή, η ιδέα της μεταφοράς έρχεται αντιμέτωπη με μια άλλη πλευρά της. Στην σύγχρονη πόλη, όπου τα μνημεία, η τέχνη και η ιστορία χωροθετούνται μέσα σε κτίρια, το μετρό της Αθήνας θέτει αυτή την εμπειρία σε μια εντελώς νέα βάση, καταρρίπτοντας τα όρια μεταξύ υποδομής και πολιτιστικής εμπειρίας. Έπειτα από εκείνη τη στιγμή το τρένο χάνεται κάτω από το έδαφος της πόλης.

2 Θεωρητικό πλαίσιο
Το νέο πεδίο το οποίο ορίζει το μετρό μετά την υπογειοποίηση του, αποτελεί αυτό που ο Foucault ονόμασε ετεροτοπία. Αυτό σημαίνει πως το δίκτυο, παρ’ όλη τη σαφή αναγωγή του στο πεδίο της πόλης, βρίσκεται έξω από το σύστημά της, στο οποίο ωστόσο αναφέρεται και το αντανακλά.
Καθημερινά 614.000 επιβάτες μετακινούνται μέσα από τα κανάλια του ετεροτοπικού αυτού δικτύου. Για αυτούς τους χρήστες το μετρό αποτελεί ένα κανάλι της καθημερινότητας τους πάνω στο οποίο εγγράφουν τις ζωές τους. Ο Marc Auge γράφει πως το μετρό μοιάζει με τις γραμμές στην παλάμη του χεριού αφού σ αυτές μπορεί κανείς να διαβάσει την ζωή του.Παρόλα αυτά, ο τρόπος με τον οποίο οι χώροι του μετρό διαρθρώνονται, ακολουθεί μια καθαρά λειτουργική διαδικασία οργάνωσης.

3 Η τέχνη στο μετρό
Ωστόσο, στο μετρό της Αθήνας, η ιδέα εμπλουτισμού από το στοιχείο της τέχνης ξεκίνησε από νωρίς και εξελίχθηκε παράλληλα με την διεύρυνση του μέσου.
Οι πρώτοι σταθμοί της Αθήνας φέρουν μια σαφή σύνδεση του χώρου με την ιστορία της πόλης. Η κατασκευή του μετρό αποτελεί την μεγαλύτερη αρχαιολογική ανασκαφή που έχει γίνει ποτέ στην Αθήνα. Πολλά από τα ευρήματα που βρέθηκαν στις ανασκαφές για την κατασκευή του μετρό φιλοξενούνται σήμερα σε προθήκες του εκάστοτε σταθμού.
Παράλληλα, εξελίχθηκε και η σκέψη ένταξης στους σταθμούς έργων σύγχρονων Ελλήνων εικαστικών. Τα έργα που, είτε ανατέθηκαν σε συγκεκριμένους καλλιτέχνες, είτε προέκυψαν μέσα από διαδικασία διαγωνισμού, τοποθετήθηκαν σε σημεία κενά ανθρώπινων ροών που ωστόσο σαρώνονται από το βλέμμα του κινούμενου χρήστη.

Το επόμενο βήμα στην ένταξης της τέχνης στο μετρό ξεκίνησε το 2016 με διοργάνωση του θεσμού “metrostages”, μέσα από τον οποίο καλλιτέχνες μπορούν να επικοινωνούν την δουλειά τους στους χώρους των σταθμών. Όλοι οι παραπάνω χειρισμοί αφορούν μια οργανωμένη πρωτοβουλία της διοίκησης του μέσου. Παράλληλα με αυτήν, η τέχνη συνδέθηκε πολύ περισσότερο με το μετρό μέσα από μια αυθόρμητη οργάνωση μουσικών γύρω από τις εξόδους του, δίνοντας στο μεταίχμιο μεταξύ πόλης και σταθμού μια διαφορετική ποιότητα.
Πάνω σε αυτή την εκδοχή τέχνης βασίστηκε ένα κοινωνικό πείραμα που πραγματοποιήθηκε στον κεντρικό σταθμό της Νέας Υόρκης με πρωταγωνιστή έναν από τους καλύτερους μουσικούς παγκοσμίως. Ο Joshua Bell παίζει βιολί για περίπου 45 λεπτά, σε ώρα αιχμής που οι περισσότεροι είναι καθ οδόν για τις δουλειές τους. Μέσα σε αυτό τον χρόνο μονάχα 6 άτομα στάθηκαν για λίγο, ενώ 20 άνθρωποι έριξαν χρήματα χωρίς να σταματήσουν. Δυο μέρες πριν ο καλλιτέχνης είχε δώσει μια συναυλία η οποία ήταν sold out. Η ιδέα του κοινωνικού πειράματος ήταν να εξετάσει κατά πόσο σε έναν συνηθισμένο περιβάλλον και μέσα στους ρυθμούς της καθημερινότητας είμαστε ικανοί να σταθούμε απέναντι σε κάτι σπουδαίο που τυχαίνει μπροστά μας. Και απέδειξε πως δεν είμαστε.

Στον αντίποδα αυτού βρίσκονται, ωστόσο, παραδείγματα όπου ένας μουσικός του δρόμου, παίζοντας στην έξοδο κάποιου σταθμού καταφέρνει να αλλάξει την ταχύτητα του χώρου και κάνει τους μετακινούμενους πολίτες να σταθούν στο άκουσμα της μουσικής του.

Οι διαφορετικές εκδοχές αντίδρασης του κοινού μοιάζουν να μην εξαρτώνται απόλυτα από την ίδια την τέχνη. Η διαπίστωση αυτή δίνει στο χώρο και στη στιγμή περιθώρια συμβολής στον τρόπο αντίδρασης του εν κινήσει δέκτη.

4 Η νέα ιδέα στην μετακίνηση
Πιστεύω πως αν μελετήσουμε σε μια καινούρια βάση τα δεδομένα, όπου χώρος, χρόνος, ταχύτητα και τέχνη είναι αλληλένδετα, μπορεί να προκύψει μια νέα ιδέα ένταξης ικανή να επιτύχει τον τελικό σκοπό της. Η νέα διαχείριση της τέχνης στη μετακίνηση δεν θα μπορούσε παρά να ανήκει στην νέα χρονικότητα του μετρό, την γραμμή 4.

Σύμφωνα με την μελέτη, προβλέπεται οι συνδέσεις με τις προϋπάρχουσες γραμμές να γίνουν στους σταθμούς Ακαδημία και Ευαγγελισμός, οι οποίοι πρόκειται να αποτελέσουν και μετεπιβιβάσεις της μελλοντικής γραμμής 5. Αναγνωρίζεται έτσι η εκθετικά αυξανόμενη αξία των δύο αυτών σταθμών σε βάθος χρόνου. Έτσι επιλέγονται ως οι πλέον κατάλληλοι για την ένταξη της νέας σχέσης τέχνης, μιας και πρόκειται να αποτελέσουν σημείο αναφοράς στην μετακίνηση μεγάλης μερίδας πολιτών.

Οι δύο σταθμοί φέρουν σαν κοινό τους χαρακτηριστικό την ένταξή τους σε ένα δίκτυο πολιτιστικών χώρων που τους περιβάλλουν. Η τριλογία των Αθηνών με τον ιδιαίτερο αστικό της χαρακτήρα από την μία, και το Πνευματικό κέντρο με το φυσικό στοιχείο από την άλλη, απαιτούν δύο εντελώς διαφορετικούς χειρισμούς. Τί είναι όμως αυτό που θα διαμορφώσει την ευαισθησία των χρηστών απέναντι στο ερέθισμα, στους εν λόγω σταθμούς;

Κάθε χώρος υποβάλλει στο χρήστη συγκεκριμένες ταχύτητες, ωστόσο αυτές διαμορφώνονται πρωτίστως από το σκοπό κίνησης και την χρονική στιγμή μέσα στην μέρα.

Οι δύο σταθμοί συγκεντρώνουν γύρω τους αντίθετη πυκνότητα χρήσεων. Ο μεν σταθμός της Ακαδημίας περιβάλλεται από χρήσεις εμπορίου και υπηρεσιών, ενώ ο σταθμός του Ευαγγελισμού από δύο περιοχές κατοικίας. Ένας νέος σταθμός τείνει συνήθως να μεταβάλλει αυτές τις ισορροπίες του χώρου, ωστόσο στην προκειμένη περίπτωση οι μεταβολές πρόκειται να είναι μικρές σε σημείο που δεν θα αλλάξουν τις ταχύτητες κίνησης στο συγκεκριμένο χώρο.

Οι ώρες μέσα στη μέρα που θα βρεθεί κάποιος στον καθένα από τους σταθμούς παραμένουν σταθερές καθώς και οι λόγοι για τους οποίους κανείς μεταβαίνει στις συγκεκριμένες περιοχές. Μ’ αυτόν τον τρόπο μπορεί να προβλεφθεί πιο εύστοχα η διάθεση του επιβάτη να σταθεί μπροστά στο ερέθισμα.
Η συνθήκη αυτή δημιουργεί ακόμη μεγαλύτερη ανάγκη ένταξης της τέχνης στους ρυθμούς της πόλης και του σταθμού.

4.2 Μεθοδολογία

Κάθε τέχνη έχει διαφορετικές ανάγκες τόσο σε σχέση με την διάρκεια όσο και με την ταχύτητα του δέκτη. Έτσι, δημιουργεί μια διαφορετική ισορροπία μεταξύ διάρκειας και στιγμής, ταχύτητας και στάσης ορίζοντας έναν επιμερισμό μεταξύ δρώμενου και έκθεσης. Αυτή η βασική ομαδοποίηση έρχεται να ενταχθεί στο σύστημα του μετρό ακολουθώντας την ίδια την ιεραρχία του χώρου. Ο τρόπος που οργανώνεται η κίνηση στους χώρους του μετρό ακολουθεί μια επαλληλία διαφορετικών ταχυτήτων από την αργή φυσική κίνηση, στην γρήγορη μηχανική και στην ακόμα γρηγορότερη που αποτελεί τον συνδυασμό των δύο. Σε μια αντίστοιχη λογική οι τέχνες που εντάσσονται στην κατηγορία της έκθεσης, θα μπορούσαν να ενταχθούν παράλληλα στις ροές του ίδιου του χώρου, δημιουργώντας μια νέα ζώνη με μια νέα προς τον χώρο, χαμηλότερη ταχύτητα. Κατά αντιστοιχία, αναγνωρίζοντας την μεθοδολογία οργάνωσης του χώρου σχετικά με την στάση, όπου οι ροές κίνησης έρχονται να μεταβάλλουν την φορά τους, αφήνοντας στο αίτιο της στάσης μια σχέση μετωπική, προτείνεται μια αντίστοιχη σχέση καθετότητας των ροών και του ερεθίσματος στην περίπτωση του δρώμενου.

5 Η επίλυση
5.1 σταθμός Ακαδημία
Στον υπάρχον σχεδιασμό, ο σταθμός τοποθετείται στον πεζόδρομο μεταξύ του πνευματικού κέντρου Αθηνών και της Νομικής Σχολής. Η κατάβαση στο επίπεδο της αποβάθρας αλλά και η κίνηση προς τον προϋπάρχοντα σταθμό του Πανεπιστήμιου οργανώνονται με μια βασική επιμήκη σήραγγα που διατρέχει υπόγεια τον χώρο μεταξύ των ιστορικών κτιρίων του Πανεπιστημίου και της Ακαδημίας. Από τον επιμήκη αυτό διάδρομο μέσω επικλινών σηράγγων οργανώνονται οι κλίμακες που οδηγούν στο επίπεδο των αποβαθρών.

Η νέα πρόταση οργανώνεται γύρω από την ιδέα συσχετισμού του τυφλού κόμβου κινήσεων που υπάρχει στον σχεδιασμό, ώστε να δημιουργηθεί μια κεντρικότητα στον επιμήκη χώρο των αποβαθρών, ο οποίος αποτελεί την κατεξοχήν στάση συγκριτικά με τους υπόλοιπους χώρους του μετρό. Για την διαμόρφωση αυτή επιλέχθηκε η διάνοιξη μεγαλύτερης των συμβατικών διαστάσεων σήραγγας, έτσι ώστε οι κινήσεις προς τις αποβάθρες να γίνονται εσωτερικά αυτού. Οι κλίμακες οργανώνονται σε δύο επίπεδα, δημιουργώντας ένα ενδιάμεσο χώρο, ορατό από τις αποβάθρες αλλά και το υπερκείμενο επίπεδο. Ο σχεδιασμός αυτός, έχοντας αντίρροπα οργανωμένες κινήσεις, δημιουργεί στο κέντρο διασταύρωση βλεμμάτων που σε συνδυασμό με την χωροθέτηση των μεσοεπιπέδων συγκεντρώνει τα απαραίτητα χαρακτηριστικά για την δημιουργία ενός θεατρικού χώρου επάλληλου των αποβαθρών.

Ακόμη, η νέα πρόταση επανεξετάζει τον χώρο της μετεπιβίβασης. Ο συνδετικός χώρος διαπλατύνεται εντάσσοντας μια ακόμη ζώνη κίνησης η οποία διαφοροποιείται από τον υπόλοιπο χώρο μέσα από μια σειρά υποστυλωμάτων που ορίζουν ένα τμήμα διπλού ύψους. Ο χώρος αυτός διαφοροποιείται με τέτοιο τρόπο, έτσι ώστε η πρόσβαση να είναι άμεση καθ’ όλη την διάρκεια κίνησης και παράλληλα να τραβάει το βλέμμα του μετεπιβιβαζόμενου χρήστη μέσα από το φυσικό φως. Πάνω από τον διάδρομο σύνδεσης των δύο σταθμών οργανώνεται ένας αντίστοιχος χώρος που συμπληρώνει τον εκθεσιακό και αποτελεί συνέχεια του. Συνδυάζοντας τις εισόδους του μετρό, τα δύο τμήματα της έκθεσης που οργανώνονται σε διαφορετικά επίπεδα δημιουργούν μια κυκλική πορεία, τέτοια που κάποιος μπορεί να εισέλθει στο χώρο για την έκθεση χωρίς να περάσει στο ελεγχόμενο τμήμα του σταθμού.

Η χωροθέτηση του σταθμού αποτελεί μια βασική συνθετική απόφαση δεδομένου ότι βάσει αυτής οργανώνεται η κύρια είσοδος, η οποία συνδέεται άμεσα με την δυνατότητα ενεργοποίησης του δημόσιου χώρου γύρω απ΄ αυτόν. Στην προτεινόμενη λύση θεωρήθηκε σημαντικό ο σταθμός να κατασκευαστεί στον κήπο της Ακαδημίας, έτσι ώστε να υπάρξει ο απαιτούμενος χώρος για να συνδιαμορφώσει το επίπεδο της πόλης, δημιουργώντας στο μεταίχμιο των δύο μια δημόσια πλατεία. Πάνω σ’ αυτή τη σκέψη ο κήπος της ακαδημίας υποβαθμίζεται σταδιακά από την πόλη με μια βύθιση ικανή να αποκόψει το άτομο από το θόρυβο και τις ταχύτητες της πόλης. Η πλατεία οργανώνεται σαν ένα ξέφωτο, ενώ ο χώρος γύρω παραμένει φυτεμένος ακόμη και στις υπαίθριες κλίμακες, όπου διαμορφώνονται σημεία στάσης.

5.2 σταθμός Ευαγγελισμός

Στην περίπτωση του Ευαγγελισμού, η νέα κατασκευή τοποθετείται σε ιδιαίτερη εγγύτητα με τον υπάρχοντα σταθμό. Η είσοδος του νέου σταθμού χωροθετείται σε άμεση σύνδεση με την οδό Ριζάρη δημιουργώντας μια γρήγορη πρόσβαση και μια εξίσου εύκολη μετάβαση στον παλιό σταθμό.
Η πρόταση για το νέο σταθμό του Ευαγγελισμού αντιμετωπίζει τους δύο σταθμούς σαν ένα ενιαίο σύστημα. Ταυτόχρονα επανεξετάζει την πρόσβαση στο υπόγειο σύστημα, μιας και αυτή η σχεδιαστική πρόταση αναιρεί την υπάρχουσα σχέση με το πάρκο. Αυτός ο χώρος πρασίνου απέκτησε ζωή και επανανοηματοδοτήθηκε μέσα από τη σχέση με το σταθμό του μετρό. Η αξία αυτής της δυναμικής σχέσης έρχεται να ορίσει βασικές συνθετικές επιλογές της νέας πρότασης, που διαχειρίζεται αυτή την ιδέα για να συνδέσει ακόμη πιο έντονα το πάρκο με τη ζωή του σταθμού.

Προτείνεται έτσι μια κοινή κεντρική είσοδος που θα συνδέει την καρδιά του πάρκου με τον κεντρικό χώρο.
Διαβάζοντας τις ταχύτητες που πρόκειται να αναπτυχθούν αναγνωρίζεται πως το σύστημα των σταθμών του Ευαγγελισμού θα αποκτήσει πολύ πιο ήπιους ρυθμούς ροών, πράγμα που θεωρήθηκε ικανή συνθήκη για να δημιουργηθεί μέσα στο σταθμό ένας χώρος βιβλιοθήκης. Το διάβασμα είναι μια ενασχόληση που συχνά συντροφεύει τους πολίτες στα καθημερινά τους ταξίδια, ιδιαίτερα στο συγκεκριμένο μέσο.

Η ένταξη μιας βιβλιοθήκης μέσα στον χώρο του μετρό μπορεί να επικοινωνήσει και να διαδώσει αυτήν την ιδέα, ενώ παράλληλα θα την υποστηρίζει μέσα από την εύκολη πρόσβαση σε μια πληθώρα βιβλίων. Η ύπαρξη της βιβλιοθήκης στον συγκεκριμένο χώρο θεωρείται απαραίτητο να επικοινωνηθεί στους χρήστες του μέσου με όποιον τρόπο και ταχύτητα και αν κινείται κανείς.
Γι’ αυτό το σκοπό η νέα χρήση χωροθετείται σε σχήμα Γ σε δύο επίπεδα, έτσι ώστε κανείς να συναντά την βιβλιοθήκη μετωπικά απέναντι στην φορά της κίνησής του κατά την είσοδο, κάθετα δηλαδή στη φορά του βλέμματος.

Κατά τη μετεπιβίβαση, η βιβλιοθήκη χωροθετείται παράλληλα στην κίνηση, έτσι ώστε να αποτελέσει μια παράκαμψη. Με την ίδια λογική χωροθετείται παράλληλα και στις αποβάθρες, ώστε να υπάρχει εύκολη πρόσβαση κατά το χρόνο αναμονής και παράλληλα η βιβλιοθήκη να είναι ορατή από το συρμό επικοινωνώντας την ύπαρξή της ακόμη και σε όσους απλά διέρχονται.
Τέλος, ο χώρος της βιβλιοθήκης γίνεται ορατός και από το επίπεδο της πόλης, καθώς τμήμα αυτής βρίσκεται μετωπικά απέναντι στην ήπια κλίση που φέρει το πάρκο προς τον σταθμό.

6 Κατακλείδα
Επιστρέφοντας εκεί απ’ όπου ξεκίνησα, οι γραμμές του μετρό είναι σαν τις γραμμές στην παλάμη του χεριού, πάνω σ’ αυτές γράφεται η ζωή μας. Το μετρό δεν αλλάζει μονάχα το χρόνο και τον τρόπο μετακίνησης μέσα στην πόλη, αλλάζει την αντίληψη και την αδράνεια απέναντι σε όσα μας περιβάλλουν και με αυτόν τον τρόπο αλλάζει τις ζωές μας.
«Το μετρό μας έχει διδάξει ότι μπορείς πάντα να αλλάζεις γραμμές και σταθμούς και πως αν δεν μπορείς να δραπετεύσεις από το λαβύρινθο του δικτύου, μπορεί τουλάχιστον να σου προσφέρει όμορφες παρακάμψεις.»
Marc Auge

Παραπομπές
Auge, Marc (1986 [2002]) in the metro, Λονδίνο: University of Minnesota Press
Certeau, Micheal de (1990 [2010]) επινοώντας την καθημερινή πρακτική, μτφ. Κ.Καψαμπέλη, 1η έκδοση, Αθήνα: Σμίλη
Foucalt Micheal (1967 [2012]) ετεροτοπίες και άλλα κείμενα, μτφ Τάσος Μπέτζελος, Αθήνα:Πλένθον
Massey, Dorren (2005 [2008]) Για το χώρο. μτφ. Ι.Μπιμπλη, επιμ. Μ.Μπίτσικα, Αθήνα: ελληνικά γράμματα

Comments are closed