Ευρωπαϊκές Πρωτεύουσες Πολιτισμού: Επιπτώσεις και Παρακαταθήκη

Γράφει η Αναστασία Πάπαρη, Αρχιτέκτων Πολεοδόμος

Το ετήσιο πανευρωπαϊκό συνέδριο του Δικτύου των Πανεπιστημίων των Ευρωπαϊκών Πρωτευουσών Πολιτισμού (University Network of European Capitals of Culture, UNeECC), διεξήχθη στην Timişoara της Ρουμανίας, σε συνδιοργάνωση μεταξύ του UNeECC με των τεσσάρων πανεπιστημίων της πόλης.  Είχε τον τίτλο UNeECC Annual Conference 2024 – Impact and Legacy of the ECoC Program (Ετήσιο Συνέδριο UNeECC – Επιπτώσεις και Παρακαταθήκη του Προγράμματος της Ευρωπαϊκής Πρωτεύουσας Πολιτισμού).

Οι ενότητες του συνεδρίου ήταν πέντε: a) Αξιολόγηση της Δημιουργίας Κοινοτήτων και Κοινωνικής Συμμετοχής στις Ευρωπαϊκές Πρωτεύουσες Πολιτισμού (ή Πολιτιστικές Πρωτεύουσες της Ευρώπης), β) Τέχνη και Τεχνολογία – Νέες Μορφές Έκφρασης, γ) Επιπτώσεις του Πολιτισμού στις Αστικές Υπηρεσίες του Μέλλοντος, δ) Διακυβέρνηση πρόσφατων Προγραμμάτων των Ευρωπαϊκών Πρωτευουσών Πολιτισμού (Ε.Π.Π. / ECoC) και ε) Δημιουργία νέων δυνατοτήτων στον χώρο του Πολιτισμού.

Ως σύνεδρος είχα την ευκαιρία να συμμετέχω με δύο εισηγήσεις, οι οποίες περιστρέφονταν, τόσο γύρω από θεωρητικά ζητήματα του θεσμού των Ευρωπαϊκών Πρωτευουσών Πολιτισμού (Ε.Π.Π.), όσο και γύρω από την ανάλυση και τις προτάσεις κλίμακας Αστικού Σχεδιασμού, με εστίαση στη σύνθετη έννοια της ‘αστικής χωρικής ταυτότητας’.

Στην πρώτη εισήγηση με τίτλο Culture and European  Culture(s): The Βasics (Πολιτισμός και Ευρωπαϊκοί Πολιτισμοί: Τα Βασικά), παρουσιάσθηκαν οι βασικές συνιστώσες εννοιών, στις οποίες στηρίζεται ο θεσμός της Ε.Π.Π.: ιστορική εξέλιξη των εννοιών του ‘πολιτισμού’ στην διεθνή βιβλιογραφία και πρακτική, του ‘ευρωπαϊκού πολιτισμού’ και των διαφόρων εκφάνσεών του, αποσαφήνιση των εννοιών της ‘πολιτισμικής’ / ‘πολιτιστικής πολυμορφίας’, του ‘ευρωπαϊσμού’ έναντι της ‘ευρωπαϊκότητας’, ενώ ιδιαίτερη βαρύτητα δόθηκε στις έννοιες της ‘δια-πολιτισμικότητας’ και της ‘Ευρωπαϊκής ταυτότητας’.

Με βάση το εννοιολογικό υπόβαθρο της πρώτης εισήγησης, η δεύτερη εισήγηση με τίτλο Eurocal CulturalandSpatial Identity: Epistemological Foundation and Principles for an ECoC Bid and Legacy (‘Ευρωτοπική Πολιτιστική-και-Χωρική Ταυτότητα: Επιστημολογική Θεμελίωση και Αρχές για την Υποψηφιότητα και Παρακαταθήκη της Πολιτιστικής Πρωτεύουσας της Ευρώπης΄) ήταν αφιερωμένη στην κεντρική θέση, που προτείνεται να έχει κατά τον προγραμματισμό της ως Ε.Π.Π. μια Ευρωπαϊκή πόλη, στην έννοια της Αστικής Χωρικής Ταυτότητας.

Επισημάνθηκε η ελλειμματική παρουσία της χωρικής διάστασης στην Οδηγία 445/2014/EU, άρθρο 5, §4b της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σε σχέση με την α-χωρική διάσταση των προγραμμάτων, που υποβάλλονται τελικά στο Βιβλίο υποψηφιοτήτων (the Bid Book), καθώς και η αναγκαιότητα αξιοποίησης της αστικής και αρχιτεκτονικής διάστασης της πόλης ως αναπόσπαστου, όσο και αναγκαίου, πολιτισμικού στοιχείου μιας υποψηφιότητας για τον θεσμό της Ε.Π.Π. Τεκμηριώθηκε ο κεντρικός ρόλος, που οφείλει να διαδραματίζει ο ‘Δημόσιος Αστικός Χώρος’, ως η πλέον πολύτιμη σύζευξη μεταξύ ‘Πολιτισμού’ και ‘Πόλης’ και προτάθηκε μια μέθοδος, όχι απλά περιγραφής, αλλά επιστημονικής ανάλυσής του, ικανής να οδηγήσει σε προτάσεις αστικών και αρχιτεκτονικών παρεμβάσεων, με τον διπλό στόχο, την προβολή της ιδιαιτερότητας της πόλης και ταυτόχρονα της ευρωπαϊκής, χωρικής ταυτότητάς της. Πρόκειται για την επιστημολογική θεμελίωση της έννοιας της ‘Αστικής Χωρικής Ταυτότητας’, δηλαδή του πλέον αντιπροσωπευτικού δικτύου των δημοσίων χώρων της Ευρωπαϊκής Πόλης, εκεί όπου αναπτύσσεται η κοινωνική ζωή των ανθρώπων, όπου υπάρχει η κοινωνική επαφή και ενθαρρύνεται η διαπροσωπική επικοινωνία. Εκεί όπου οι πρώτη φορά επισκέπτες της πόλης μπορούν να προσανατολιστούν εύκολα και να εκτιμήσουν την τρισδιάστατη ιδιοπροσωπεία της.

Η έννοια της ‘Ευρω-τοπικής Χωρικής Ταυτότητας’ κατέστη δυνατόν να ορισθεί επιστημολογικά μέσω της επέκτασης της θεωρίας της Χωρικής Σύνταξης, που εφευρέθηκε και εξελίχθηκε στην Bartlett School, University College London, και τεκμηριώθηκε από την γράφουσα μέσω των εννοιών της Αστικότητας (Urbanity ή Movement Interface) και της Καταληπτότητας (Intelligibility).

Κατ’ αυτόν τον τρόπο, οι προτάσεις του Bid Book μπορούν να είναι συνεκτικές μεταξύ τους και να υπηρετούν ένα καθαρό και εναργές όραμα για το μέλλον της υποψήφιας πόλης. Ένα όραμα κατανοητό από τους κριτές της διοργάνωσης, αλλά και τους κατοίκους της, οι οποίοι καθίστανται συμμέτοχοι αυτού το οράματος, όπως η Ε.Ε. προτρέπει μέσω του θεσμού της Ε.Π.Π. Όπως άλλωστε ήταν και ο τίτλος του συνεδρίου, οι Επιπτώσεις και η Παρακαταθήκη της Δράσης ECoC στις πόλεις, θα πρέπει να αποτελούν αναπόσπαστο μέρος του Προγράμματος των υποψηφίων πόλεων. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, η επιστημολογική θεμελίωση της έννοιας της ‘Αστικής Χωρικής Ταυτότητας’ και εξ αυτής της παραγώγου έννοιας της ‘Ευρω-τοπικής Χωρικής Ταυτότητας’, ανοίγει την προοπτική για την πλήρη αξιοποίηση των καταστατικών στόχων του θεσμού, ήτοι την αξιοποίηση των Ευρωπαϊκών αξιών από κάθε κράτος – μέλος μέσω του Πολιτισμού και της σύμπλεξής τους με τις τοπικές αξίες των υποψηφίων πόλεων.

Οι πόλεις του δείγματος, που αξιοποιήθηκαν (Αθήνα1985, Γλασκόβη1990, Λισσαβόνα1994 και Θεσσαλονίκη1997), υπήρξαν Πολιτιστικές Πρωτεύουσες με σημαντικό έργο χωρικών υποδομών και αστικών παρεμβάσεων. Παρουσιάσθηκε η πλήρης ανάλυση των δημοσίων χώρων και των πολιτιστικών υποδομών τους, ΄μονογραφικά’ και συσχετιστικά, ενώ η εστίαση στη Θεσσαλονίκη με διαγράμματα, χάρτες και λοιπό οπτικό υλικό, κατέστησε σαφή την πορεία, που ενδείκνυται να ακολουθήσουν οι μελλοντικές πόλεις, υποψήφιες για την Δράση της Ε.Π.Π., ώστε αφενός να καταθέσουν μια υποψηφιότητα χωρίς υποκειμενικές περιγραφές και ενίοτε αστήρικτη εικοτολογία, αλλά με αντικειμενική και επιστημονική επάρκεια, ακόμη και πρωτοτυπία, αφετέρου να διασφαλίσουν κατά τον πλέον έγκυρο τρόπο τις αποφάσεις τους για τις χωρικές παρεμβάσεις, κατά τη διάρκεια και μετά τον θεσμό, δηλαδή την βέλτιστη αξιοποίηση της Παρακαταθήκης τους για τις επόμενες δεκαετίες (Legacy).

Τα ευρήματα της ανάλυσης οδήγησαν σε μια σειρά συμπερασμάτων, εξαιρετικά χρήσιμων, τόσο για τις πόλεις, που επιθυμούν να υποβάλουν φάκελο υποψηφιότητας, όσο και για την ίδια την Ευρωπαϊκή Ένωση, η οποία οφείλει να διαμορφώσει, μέσα και από διαδικασίες δημόσιας διαβούλευσης, το νέο θεσμικό πλαίσιο, που θα ισχύσει για τον θεσμό από το 2033 και μετά.  Οι προτάσεις αφορούσαν, μεταξύ άλλων, στην ενίσχυση του χωρικού σκέλους των κριτηρίων αξιολόγησης των υποψηφιοτήτων, στην έδραση των προτάσεων του BidBook σε αξιόπιστη έρευνα, που προηγείται της προετοιμασίας, στην κατάρτιση αναλύσεων για το ‘είναι’ και το ‘γίγνεσθαι’ των πόλεων πριν και μετά την εφαρμογή του θεσμού της Ε.Π.Π., στην αξίωση της χωρικής σύμπλεξης της ευρωπαϊκής με την τοπική χωρική διάσταση της πόλης, όπου ο δημόσιος χώρος (οφείλει να) αποτελεί το επίκεντρο του Χωρικού Προγράμματος, στην ιδιαίτερη φροντίδα και ένταξη των υποβαθμισμένων γειτονιών στο Πρόγραμμα, στην ευρηματική χωρική σύνθεση των πολιτιστικών πολιτικών (ο πολιτισμός με ‘Π’ κεφαλαίο) με την αυθόρμητη πολιτισμική δημιουργία (ο πολιτισμός με ‘π’ μικρό), στη δημιουργία νέων ‘τοπόσημων’ με κοινωνικό συμβολισμό έναντι υπερφίαλων αρχιτεκτονικών κατασκευών, στη θέσπιση νέων δεικτών αξιολόγησης του Προγράμματος Χωρικών Παρεμβάσεων, στην αναζήτηση συνεργειών με τους λοιπούς πυλώνες ανάπτυξης (οικονομία, κοινωνία, περιβάλλον, τεχνολογία),  στην προκήρυξη πανευρωπαϊκών διαγωνισμών αστικής και αρχιτεκτονικής κλίμακας, στην ένταξη των τοπικών κοινωνιών και του τοπικού επιστημονικού δυναμικού στη διαδικασία προετοιμασίας του φακέλου υποψηφιότητας. Ασφαλώς, όσα δεν αναφέρθηκαν στις δεκαπεντάλεπτες παρουσιάσεις, θα αναφερθούν στις γραπτές εισηγήσεις, που θα εκδοθούν σε ειδικό τόμο από τον διεθνή εκδοτικό οίκο  Springer.

Το συνέδριο άφησε άριστες εντυπώσεις σε όσους συμμετείχαν για τη διοργάνωση και τη φιλοξενία. Καθώς η Ελλάδα αποτελεί τον γενέθλιο τόπο του θεσμού της Ευρωπαϊκής Πρωτεύουσας Πολιτισμού (παλαιότερα Πολιτιστικής Πρωτεύουσας της Ευρώπης), με τη Μελίνα Μερκούρη να προτείνει για πρώτη φορά τον θεσμό στους ομολόγους της υπουργούς Πολιτισμού της Ε.Ε. το 1983,  ενώ μέχρι σήμερα έχουν αναδειχθεί τέσσερις ελληνικές πόλεις – Ε.Π.Π. (Αθήνα1985, Θεσσαλονίκη1997, Πάτρα2006, Ελευσίνα2023), θα ανέμενε κανείς συμμετοχές και από άλλους συνέδρους, που δυστυχώς, δεν υπήρξαν. Πέραν των δύο εισηγήσεων, η προσωπική συμβολή στο UNeECC είναι η εγγραφή δύο ελληνικών πανεπιστημίων ως μελών του, του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης – Τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών και του Διεθνούς Πανεπιστημίου Ελλάδος, με το σύνολο των μελών του UNeECC να φθάνει σήμερα τα 63 ευρωπαϊκά πανεπιστήμια και ινστιτούτα.

Η Avignon της Γαλλίας μαζί με την Chemnitz της Γερμανίας, είναι οι δύο πόλεις –  Ευρωπαϊκές Πρωτεύουσες Πολιτισμού για το 2025.  

Comments are closed