Μυρτώ Χρονάκη, αρχιτέκτων UCL, διδάκτωρ αρχιτεκτονικής ΑΠΘ, μεταδιδακτορική ερευνήτρια ΕΜΠ, ΑμεΑ
Θεματικός άξονας
Τρίτος Άξονας: Δημόσιος Χώρος και Βιωσιμότητα
Θέμα
Η εισήγηση θα εξετάσει τις συμβολικές σημασίες που έχει η κινητική αναπηρία σε σχέση με τις δυσκολίες της πρόσβασης στον δημόσιο χώρο της ελληνικής πόλης.
Στόχοι
Ο στόχος είναι να αναδειχθεί ο ρόλος των χωρικών διευθετήσεων στον αποκλεισμό ή στην ένταξη ανθρώπων με αναπηρία και η αλληλεπίδραση της ελλιπούς προσβασιμότητας με την συγκρότηση της υποκειμενικότητας και τον ορισμό της κοινωνικής τους θέσης.
Μέθοδος
Η παρουσίαση βασίζεται στην εμπειρική και ακαδημαϊκή μου ενασχόληση με το θέμα της προσβασιμότητας, άμεσα λόγω της προσωπικής μου κινητικής δυσκολίας, κι έμμεσα λόγω των επαφών με άλλους ανθρώπους με αναπηρία, όπως και μέσα από τη συμμετοχή μου σε συλλόγους και δημόσιες εκδηλώσεις, αλλά και στη βιβλιογραφία, και στις γνώσεις μου ως αρχιτέκτων για τον χώρο.
Διαπιστώσεις-συμπεράσματα
Οι δυσκολίες που αντιμετωπίζουν τα άτομα με κινητική αναπηρία σε δημόσιους χώρους στην Ελλάδα είναι πολλές και ποικίλες, παρατηρείται ωστόσο ότι πολλά προβλήματα οφείλονται όχι τόσο στη σχετική νομοθεσία, αλλά στην πλημμελή εφαρμογή της και στην ακατάλληλη χρήση των χώρων από το ευρύτερο κοινό. Ισχυρίζομαι ότι βασική αιτία για αυτά τα προβλήματα και τον συνεπαγόμενο αποκλεισμό ατόμων με δυσκολίες στην κίνηση από τον δημόσιο χώρο, και κατ’ επέκταση από τη δημόσια ζωή, αποτελεί η κοινωνική απαξίωση αυτών των θεωρούμενων ως «διαφορετικών» ανθρώπων. Ίσως να μην είναι πλήρως «άνθρωποι» κατά βάθος; Οι επιπτώσεις μιας τέτοιας πολιτισμικής αντίληψης είναι ο αποκλεισμός μιας ομάδας ανθρώπων από μια φυσιολογική καθημερινότητα, και τελικά η υιοθέτηση μιας αρνητικής άποψης από τους ίδιους για τον εαυτό τους. Είναι εφικτό όμως, με σχετικά απλές διευθετήσεις, να εξαλειφθούν αυτές οι διακρίσεις και ο δημόσιος χώρος να σχεδιαστεί έτσι ώστε να συμπεριλαμβάνει και να εξυπηρετεί όλους τους πολίτες, δημιουργώντας νέες δυναμικές αλληλεπίδρασης και κοινωνικής βιωσιμότητας.
Πρωτοτυπία και συνεισφορά της εισήγησης
Η πρωτοτυπία της εισήγησης έγκειται στη έμφαση στο κοινωνικό-πολιτισμικό υπόβαθρο και τις επιπτώσεις του στη διαμόρφωση της υποκειμενικότητας ανθρώπων με αναπηρία, στην πρόταση για δημιουργία δημόσιων χώρων που να συμπεριλαμβάνουν όλους τους χρήστες, αλλά και στη χρήση μιας μεθοδολογίας έρευνας που βασίζεται στην εμπειρία των άμεσα εμπλεκομένων.

Εικόνα 1. Αμαξίδιο μπροστά σε σκάλες
- Η παραγωγή των χώρων της αναπηρίας
Η αναπηρία, κινητική, νοητική ή ψυχική, θεωρείται συνήθως μία ιδιωτική υπόθεση, και περιορίζεται στον χώρο της κατοικίας ή των ιδρυμάτων. Όταν ένας άνθρωπος όμως ζει σε συνθήκες αναπηρίας διαπιστώνει κάποια στιγμή ότι είναι σημαντικό να βγει στη δημόσια σφαίρα και να διεκδικήσει τo δικαίωμα της παρουσίας του. Η εισήγηση σε αυτό το Συνέδριο έχει αυτόν τον σκοπό, την ανάδειξη των προβλημάτων των ατόμων με αναπηρία στον δημόσιο χώρο, την ελλιπή προσβασιμότητα, τη μη-βιωσιμότητα του· την ακύρωση της έννοιας του δημόσιου στην πράξη.
Ο χώρος της πόλης είναι ένα περιβάλλον για όλους τους πολίτες, πάντοτε αποτέλεσμα των πολιτισμικών αντιλήψεων σε συνδυασμό με τις οικονομικές συνθήκες και τη διαθέσιμη τεχνολογία. Διαπιστώνεται καθημερινά όμως ότι οι υποδομές του δημόσιου χώρου αποκλείουν σε μεγάλο βαθμό τους πολίτες με αναπηρία. Θεωρώ λοιπόν ότι το θέμα της μη-προσβασιμότητας, αυτής της πρωταρχικής διάκρισης, του πρωτογενούς αποκλεισμού, σχετίζεται και με άλλους παράγοντες, πολιτισμικούς, κοινωνικούς, τους οποίους επιχειρώ να διερευνήσω εδώ.
- Το κοινωνικό μοντέλο της αναπηρίας και η παραγωγή του χώρου
Στην καθημερινή γλώσσα και εμπειρία, η αναπηρία ορίζεται ως ένα πρόβλημα ιατρικής φύσεως με λύσεις ιατρικές, τεχνολογικές, ή επιδοματικές. Στο κοινωνικό μοντέλο της αναπηρίας (Oliver, 1996· WHO, 2011) όμως η αναπηρία θεωρείται ως μία κοινωνική κατασκευή πέρα από το σωματικό, αισθητηριακό, ψυχικό ή νοητικό πρόβλημα. Αυτό το ζήτημα έχει απασχολήσει το αναπηρικό κίνημα ήδη από τη δεκαετία του 1970 (UPIAS, 1976). Η ενασχόληση με τον χώρο όμως ως δομικό παράγοντα της αναπηρίας ξεκίνησε σχετικά πρόσφατα (Imrie & Edwards, 2007), παρά το ότι είναι αναγνωρισμένο (Lefebvre, 1991· Massey, 1994· Hillier, 1996) ότι οι κοινωνικές σχέσεις και αντιλήψεις, όπως αυτές για την αναπηρία, αλληλεπιδρούν με τον χώρο, δημιουργούνται, καθιερώνονται και αναπαράγονται ή ανατρέπονται μέσα από την οργάνωση του (Kitchin, 1998)/
- Μεθοδολογία
Αυτή η μικρή έρευνα βασίζεται στη μελέτη της βιβλιογραφίας, στην προσωπική μου εμπειρία, και στις συζητήσεις με άλλα πρόσωπα που ενδιαφέρονται για την αναπηρία σε σχέση με τον χώρο. Πρόκειται για μια έρευνα εν εξελίξει, που εντάσσεται στα πλαίσια ενός ακτιβισμού για τα δικαιώματα στον χώρο των ανθρώπων με αναπηρία.
- Η παραγωγή της αναπηρίας στον δημόσιο χώρο
Πώς όμως συντελεί ο δημόσιος χώρος στη δημιουργία της συνθήκης της αναπηρίας; Ποιες είναι οι διαμορφώσεις του που παρεμποδίζουν ή και αποκλείουν τη χρήση του από ανθρώπους με κινητική αναπηρία;
Το πρώτο και πιο γνωστό εμπόδιο είναι οι σκάλες παντός είδους. Σκαλοπάτια σε εισόδους κατοικιών ή δημοσίων κτιρίων συνιστούν ανυπέρβλητα εμπόδια για ανθρώπους με κινητικά προβλήματα, και καθιστούν απαγορευτική τη χρήση τους.
Στην κατηγορία της σκάλας εντάσσεται και η έλλειψη ράμπας από και προς το πεζοδρόμιο.

Εικόνα 3. Ράμπα σε πεζοδρόμιο του Βόλου. Πηγή: Ξυνός, Γ., 2017, 22 Σεπτεμβρίου, Θεσσαλία
Οι ράμπες που φτιάχνονται τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα αποτελούν μία σαφή βελτίωση της κατάστασης, και πάλι όμως εξυπηρετούν κυρίως ηλεκτροκίνητα αμαξίδια. Είναι σε μεγάλο βαθμό λάθος σχεδιασμένες, πρόχειρα κατασκευασμένες και ανεπαρκείς σε ποσότητα, και όχι οργανωμένες ως δίκτυο.
Η πρόσβαση σε χώρους αναψυχής είναι επίσης δύσκολη, ακόμη και σε αυτούς που είναι ισόγειοι και υπαίθριοι. Επίσης, οι τουαλέτες σε χώρους κοινού βρίσκονται στο υπόγειο ή στον όροφο, ή έχουν ένα τουλάχιστον σκαλί. Η χρήση των δημοσίων μέσων μεταφοράς είναι επίσης σχεδόν αδύνατη, εκτός από το μετρό της Αθήνας. Συνήθως ένα άτομο με κινητική αναπηρία είναι αναγκασμένο να χρησιμοποιεί ιδιωτικό μέσο για τη μετακίνηση του. Η πρόσβαση στη φύση στην Ελλάδα είναι επίσης γεμάτη δυσκολίες. Οι εξοχές και η θάλασσα είναι συνήθως απαγορευμένες, εκτός από παραλίες όπου έχει εγκατασταθεί το ειδικό σύστημα seatrac.
- Ο ρόλος του χώρου στην υλοποίηση των αντιλήψεων για την αναπηρία
Η οργάνωση του χώρου δεν είναι όμως ουδέτερη κοινωνικά και συμβολικά. Στη διαμόρφωση του χώρου εγγράφονται και αναπαράγονται κοινωνικές αξίες (Lefevbre, 1991· Massey, 2001) με πιο σταθερό και αδιαμφισβήτητο τρόπο από ότι στον καθημερινό ή επίσημο λόγο. Πολλοί (Wendell, 1989· Kitchin, 1998· Freund, 2001· Boys, 2017) ισχυρίζονται ότι πουθενά δεν γίνονται τόσο εμφανείς οι κοινωνικές αντιλήψεις γύρω από την αναπηρία όσο στην οργάνωση του χώρου. Όταν οι διακρίσεις και ο αποκλεισμός αποκτούν υλική μορφή, είναι εγγραμμένοι στον κτισμένο χώρο, στο μπετόν και στα τούβλα, δεν μπορούμε παρά να τους αποδεχτούμε. ‘It’s writ in stone’, όπως και οι Δέκα Εντολές… Τα εμπόδια θεωρούνται κάτι δεδομένο και η αναπηρία ‘φυσικοποιείται’. Ο χώρος μάς λέει που μπορούμε να πάμε, τι μπορούμε να κάνουμε, ποιοι/ποιες είμαστε (Kitchin, 1998 Freund, 2001). Ο λόγος της αντίστασης είναι ανίσχυρος: ότι και να πούμε για τα υλικά εμπόδια θα είναι ‘μόνο λόγια’.
- Πολιτισμικοί παράγοντες των διακρίσεων και του αποκλεισμού
Ποιες είναι όμως αυτές οι αντιλήψεις που αποκτούν υλική μορφή μέσα από τις διαμορφώσεις του χώρου, οι οποίες συντελούν στον αποκλεισμό των ατόμων με αναπηρία από τον δημόσιο χώρο;
Το πρότυπο του ‘κανονικού’ ανθρώπου
Σημαντικό ρόλο στη συχνά απαξιωτική στάση απέναντι στα άτομα με αναπηρία παίζει το γεγονός ότι οι χώροι της σύγχρονης πόλης δημιουργήθηκαν με βάση το μοντερνιστικό πρότυπο ενός υγιούς μέσου όρου, το οποίο ταυτίστηκε με την ιδιότητα του ανθρώπου την ίδια. Το να μπορεί κάποια ή κάποιος να λειτουργήσει με βάση τα εργονομικά πρότυπα του Neufert σημαίνει ότι ανήκει στο ανθρώπινο είδος – και το αντίστροφο, φυσικά.
Υγιής-ανάπηρος, δημόσιο-ιδιωτικό
Καθοριστικά επίσης είναι τα αντιθετικά δίπολα υγιής-ασθενής, φυσικό/αφύσικο, όμορφο/άσχημο, ικανό/ανίκανο, αυτονομία/εξάρτηση (Hamraie, 2013). Σε σχέση με τον χώρο, αυτά τα ζεύγη συνήθως συσχετίζονται με τα δίπολα δημόσιο-ιδιωτικό, πάνω-κάτω, ψηλά-χαμηλά (Franck & Lepori, 2007), όπου το πρώτο μέρος καταλαμβάνει τη θέση του θετικού, και το δεύτερο είναι συνήθως υποδεέστερο. Αντίστοιχα η αναπηρία καταλαμβάνει πάντοτε τη θέση του δεύτερου, του κατώτερου σκέλους. Τέτοιες αξιολογήσεις αποτελούν τη βάση για τον εννοιολογικό και συναισθηματικό περιορισμό των ανθρώπων με αναπηρία στην ιδιωτική σφαίρα (Hughes & Paterson, 1997).
Το στίγμα, η ντροπή
Αυτή η αρνητική αξιολόγηση των ανθρώπων με αναπηρία δημιουργεί τον κοινωνικό στιγματισμό (Morris, 1991· Goffman, 2001·): τα άτομα με αναπηρία χαρακτηρίζονται, ρητά ή άρρητα, ως κατώτερα, ως λιγότερο σημαντικά, και τελικά ως ξένα στο κοινωνικό σώμα. Ο κοινωνικός στιγματισμός αποτελεί το υπαρξιακό υπόβαθρο της απώθησης που επιδεικνύει η ελληνική κοινωνία για θέματα προσβασιμότητας: ντρεπόμαστε για την αναπηρία, δεν θέλουμε να γίνεται εμφανής, προτιμούμε να την κρύβουμε. Και ο πιο σίγουρος τρόπος είναι να μην βγαίνουν οι άνθρωποι με αναπηρία έξω στον δημόσιο χώρο., να γίνονται ‘αόρατοι’.
Η ορατότητα
Όμως είναι αναγνωρισμένο ότι αν δεν γίνει ορατό ένα πρόβλημα δεν υπάρχει περίπτωση να λυθεί. Αντίστοιχα, αν οι άνθρωποι με αναπηρία δεν γίνουν ορατοί, δεν πρόκειται ποτέ ούτε να βελτιωθούν οι συνθήκες ζωής τους, ούτε να αντιμετωπιστούν ή να προληφθούν οι αναπηρίες. Είναι ένας φαύλος κύκλος: αν δεν υπάρχει προσβασιμότητα, δεν υπάρχει ορατότητα και έτσι περιορίζεται η δυνατότητα επίλυσης του προβλήματος.
Οι καθημερινές μικρο-διακρίσεις
Η βιοπολιτική του αποκλεισμού, του στίγματος, και της μη-ορατότητας, ενισχύεται και από μικρά ή μεγάλα συμφέροντα, την εκμετάλλευση ανθρώπων και πόρων, τις προβληματικές ράμπες που γίνονται μόνο για το θεαθήναι, για τις επιδοτήσεις και για την άδεια λειτουργίας, την άγνοια, τον ‘ωχαδερφισμό’ και την αδιαφορία (οι οδηγοί που κλείνουν τις ράμπες, η οργάνωση εκδηλώσεων σε μη-προσβάσιμους χώρους), τη χρήση της έννοιας της ‘διαφορετικότητας’ ως τρόπου αποκλεισμού, την προσχηματική βοήθεια, και τη μετάθεση της ευθύνης για την υπέρβαση των δυσκολιών στο ίδιο το πρόσωπο με αναπηρία.
Ισχυρίζομαι λοιπόν ότι το πλέγμα όλων αυτών των κοινωνικών αντιλήψεων και η αντίστοιχη αντιμετώπιση της αναπηρίας, από την ευρύτερη κοινωνία, τον κύκλο του ατόμου με αναπηρία, αλλά και από το ίδιο, είναι τελικά η αιτία του αποκλεισμού του από τον δημόσιο χώρο.
- Ο αποκλεισμός από τον δημόσιο χώρο και η υποκειμενικότητα των ανθρώπων με αναπηρία
Ο περιορισμός στον χώρο δρα σε συνέργεια με το σωματικό πρόβλημα για να δημιουργήσει την κατάσταση της αναπηρίας, σε συνδυασμό με τις αρνητικές κοινωνικές αντιλήψεις. Προκαλεί άμεσα την απώλεια της ανεξαρτησίας, της συμμετοχής στην κοινωνική ζωή, της αίσθησης του ανήκειν, και τη μείωση του αυτοσεβασμού. Τα εμπόδια στον δημόσιο χώρο κάνουν εμφανή με τον πιο σαφή και αδιαμφισβήτητο τρόπου πώς αντιμετωπίζουν οι άλλοι το άτομο με αναπηρία, το τι σκέφτονται για αυτό, το ποια είναι η κοινωνική του θέση και η αξία του ως ύπαρξη (Kitchin, 1998· Freund, 2001). Δεν χρειάζεται να μιλήσουν, βάζουν ένα σκαλοπάτι.
Μέσω των μηχανισμών περιορισμού και αποκλεισμού, ενός υφέρποντος ρατσισμού ουσιαστικά, το άτομο ‘εκπαιδεύεται’ (Hamraie, 2013) στο να τους αποδέχεται. Η απόρριψη του ίδιου του τού εαυτού, οι ενοχές, το αίσθημα κατωτερότητας και η αίσθηση ότι είναι παγιδευμένος/η προκαλούν πάρα πολύ συχνά θυμό, κατάθλιψη, αυτοκτονικές τάσεις, φαινόμενα σχεδόν ταυτόσημα με την κατάσταση της αναπηρίας (WHO, 2011).
4. Τα περιθώρια της αντίστασης
Ωστόσο, πριν και πέρα από τις καλύτερες πρακτικές στον σχεδιασμό του χώρου, βρίσκονται οι πρακτικές αντίστασης στην κατασκευή της αναπηρίας και στον αποκλεισμό από μια φυσιολογική ζωή. Οι περισσότεροι, άνθρωποι με αναπηρία επιστρατεύουν τρόπους και τεχνικές υπέρβασης των εμποδίων στην καθημερινότητα τους. Αναπτύσσουν ιδιότητες που ίσως να μην ήξεραν ότι έχουν, όπως εφευρετικότητα, δημιουργικότητα, φαντασία και ψυχική δύναμη μεγαλύτερη από ότι είχαν στην προηγούμενη κατάσταση μη-αναπηρίας (Siebers, 2006). Παράλληλα, οι συλλογικές δράσεις ομάδων, οργανωμένων συλλόγων ή φορέων, η συμμετοχή στη δημόσια ζωή, η συνεργασία και η αλληλεγγύη, μπορούν να έχουν ευρύτερα αποτελέσματα και στην οργάνωση του δημόσιου χώρου (Hughes & Paterson, 1997).
5. Universal design – Σχεδιασμός για όλους και για όλες
Τα τελευταία χρόνια γίνεται αντιληπτό ότι μια διαφορετική οργάνωση του χώρου μπορεί να ανατρέψει όχι μόνο τις πρακτικές αλλά και τον τρόπο αντιμετώπισης των ανθρώπων με αναπηρία (Freund, 2001· Boys, 2014). Στις νεότερες έρευνες γύρω από την προσβασιμότητα, επιδιώκεται να εφαρμοστεί ένα μοντέλο που θα δημιουργεί εξαρχής ένα περιβάλλον που θα εξυπηρετεί το σύνολο των ανθρώπων, ανεξαρτήτως σωματικών ικανοτήτων ή κατάστασης.
Όντως, έχει παρατηρηθεί ότι η συμμετοχή στη δημόσια σφαίρα διευκολύνεται όταν υπάρχουν οι βασικές υποδομές, όπως συμβαίνει σε κάποια μέρη όπου η προσβασιμότητα δίνει τη δυνατότητα σε ένα άτομο με αναπηρία να βιώσει την ελευθερία κίνησης, μια αίσθηση αυτονομίας και ισοτιμίας, και κατ’ επέκταση μια αίσθηση αποδοχής και σεβασμού.

Εικόνα 5. Κεντρικό Λονδίνο

Εικόνα 6. Λισαβόνα, ιστορικό κέντρο. Πηγή: αρχείο Μ. Χρονάκη
Η κινητική δυσκολία σαφώς και υπάρχει, αλλά η προσβασιμότητα, όταν δεν γίνεται ως παραχώρηση σε κάποια ‘μειονεκτούντα’ άτομα, δίνει τη δυνατότητα μιας άλλης αντίληψης. Αν ο στόχος είναι ο σχεδιασμός του χώρου της πόλης ως πραγματικά δημόσιου, δηλαδή χώρου για όλες και για όλους (Boys, 2014), και όχι απλώς εξωτερικού/υπαίθριου, τότε θα πρέπει να κάνουμε βήματα προς τα πίσω, και να γκρεμίσουμε, συμβολικά και κυριολεκτικά, αυτό που του ήδη υπάρχει πριν να φτιάξουμε κάτι διαφορετικό. Με αφορμή την αναπηρία μπορούμε να δούμε τον δημόσιο χώρο πιο σφαιρικά. Αντί να γίνονται ‘διορθώσεις’ εκ των υστέρων, μπορεί ο αρχικός σχεδιασμός να συμπεριλαμβάνει όλους τους ανθρώπους – άτομα με αναπηρία, μητέρες, μικρά παιδιά, εφήβους, ηλικιωμένους (Murray, 2018), με τρόπο που θα προσδίδει αρχιτεκτονική αξία στο κτισμένο περιβάλλον (Boys, 2014). Για να καταργηθούν οι κοινωνικές διακρίσεις θα πρέπει πρώτα, ή έστω παράλληλα, να αντιμετωπιστεί η υλοποιημένη τους μορφή στον χώρο. Το ζητούμενο είναι η διάθεση και η βούληση να κρατηθεί ανοιχτή μια συζήτηση και να πραγματοποιήσουμε τις αναγκαίες διαρκείς αλλαγές. Και αυτό εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό και από τους μηχανικούς…