του Ιωάννη Κ. Τσιτσόπουλου*
Η σύνδεση της αγοράς εργασίας και των αναγκαίων δεξιοτήτων που αυτή απαιτεί με την εκπαίδευση των Μηχανικών στα Πολυτεχνεία αποτελούσε πάντα ένα πεδίο «σύγκρουσης» μεταξύ της πανεπιστημιακής κοινότητας και των παραγωγικών φορέων συμπεριλαμβανομένου και του τεχνικού κόσμου της χώρας.
Στο μεταπολιτευτικό οικονομικό μας μοντέλο, η κατάρτιση και εκπαίδευση των μηχανικών από τα Πολυτεχνεία έδινε έμφαση αποκλειστικά στο τεχνικό αντικείμενο της δραστηριότητας φράζοντας κάθε προσπάθεια για ανάπτυξη προσόντων επιχειρηματικής προοπτικής, βασισμένης στους νόμους της ελεύθερης αγοράς. Το επιχειρείν στα Πολυτεχνεία, είτε ως αντίληψη, είτε ως διδασκαλία αποτελούσε απαγορευμένο καρπό. Οι έννοιες manager, επιχειρηματίας και μηχανικός, ήταν τελείως ασύμβατες, προωθώντας ένα ακόμη πρότυπο κουλτούρας εχθρικού κλίματος ενάντια στην επιχειρηματικότητα και τη ιδιωτική πρωτοβουλία. Αλλωστε και το ίδιο το ΤΕΕ κινούνταν στο ίδιο μήκος κύματος.
Θα μπορούσε κάποιος να ισχυριστεί ότι, φταίει το γεγονός πως για πολλά χρόνια η ανάπτυξη της Ελλάδας και το ΑΕΠ βασιζόταν κατά κύριο λόγο στις κατασκευές έργων υποδομής και στην αγορά των ακινήτων όπου αδιαμφισβήτητα ο κλάδος των μηχανικών είχε πρωτεύοντα ρόλο και σημαντικό ανταγωνιστικό πλεονέκτημα δημιουργώντας ευνοϊκές συνθήκες για την είσοδο και τη γρήγορη απορρόφηση των νέων διπλωματούχων μηχανικών στην αγορά εργασίας.
Αυτή η ‘’υπεροπτική’’ στάση των Πολυτεχνείων και του ΤΕΕ σε συνδυασμό με την έλλειψη διορατικής στρατηγικής και προσαρμογής τους στις εξελίξεις (ραγδαία αύξηση της τεχνολογίας, νέες δεξιότητες για την κατασκευή των έργων, νέα χρηματοτοικονομικά εργαλεία χρηματοδότησης επενδύσεων, κ.λ.π.) και το γενικότερο οικονομικό περιβάλλον δε στάθηκαν ικανά να ανακόψουν την απότομη συρρίκνωση του κλάδου.
Η απότομη ανατροπή των δεδομένων από το 2009 και εντεύθεν, απόρροια της κατάρρευσης της οικονομίας, επέφερε καίριο χτύπημα στη βιωσιμότητα του επαγγέλματος με αρνητικές επιπτώσεις στην απασχόληση, ιδιαίτερα των νέων συναδέλφων που καλούνται πλέον να συνεχίσουν τη δραστηριότητά τους σε ένα συνεχώς οξυμένο υφεσιακό και συνάμα ακατάλληλο περιβάλλον (φορολογία, κίνητρα, ασφάλιση, κ.λ.π.) εργασίας για αυτούς.
Σήμερα βιώνουμε μία διαφορετική εικόνα. Ο αριθμός των αποφοίτων από τα Πολυτεχνεία της χώρας που αρνείται να λάβει την άδεια ασκήσεως επαγγέλματος συνεχώς διευρύνεται και η αδυναμία επαγγελματικής και κοινωνικής εξέλιξης όσων θέλουν να λάβουν την άδεια, αλλά και των ήδη υφιστάμενων μηχανικών τους οδηγεί, στο γνωστό brain drain.
Αυτές οι αλλαγές μας έκαναν να θέσουμε την επιχειρηματικότητα στο επίκεντρο του σχεδιασμού του νέου αναπτυξιακού προτύπου για τη χώρα. Μόνο που αυτή η αδήριτη ανάγκη δημιουργίας ενός βιώσιμου και λειτουργικού παραγωγικού μοντέλου ανάπτυξης της χώρας μας, συνεχίζει για επτά χρόνια να μένει στα λόγια της καλής πρόθεσης. Και αυτό γιατί υπάρχει πλήρης αδυναμία του πολιτικού συστήματος να εφαρμόσει μία ριζική και συνάμα ριζοσπαστική μεταρρυθμιστική ατζέντα στην οικονομία, στο Κράτος, στην κοινωνική συνοχή και στην νοοτροπία-κουλτούρα των πολιτών, να αξιοποιήσει την αναγκαία για τη χώρα δημιουργικότητα του ιδιωτικού τομέα και να διασφαλίσει το απαραίτητο περιβάλλον για την ανάπτυξη του επιχειρείν και των επενδύσεων.
Τα δύο κυρίαρχα ζητήματα που ανακύπτουν για μας τους Μηχανικούς και το ΤΕΕ ευρύτερα είναι : α) κατά πόσο τα Πολυτεχνεία της χώρας μπορούν να προσαρμοστούν στις νέες απαιτήσεις και να υιοθετήσουν στα προγράμματα σπουδών τους μία νέα αντίληψη σχετικά με τις απαιτούμενες δεξιότητές και την μετεξέλιξη των φοιτητών τους σε μηχανικούς της νέας γνώσης και της επιχειρηματικής κουλτούρας, β) με ποιο τρόπο η ανάπτυξη επιχειρηματικής δραστηριότητας προσφέρει μία σημαντική διέξοδο στην αντιμετώπιση των προκλήσεων του μέλλοντος και στον επαναπροσδιορισμό τη θέσης και του ρόλου του ως βασικού θεμέλιου λίθου της ανάπτυξης της χώρας.
Και τα δύο ερωτήματα θέτουν ως ύψιστη προτεραιότητα όλων των εμπλεκόμενων φορέων την επένδυση στην παιδεία και την κατάρτιση των Μηχανικών, καθώς και τη δημιουργία των αναγκαίων συνεργειών μεταξύ τους.
Συμπληρωματικά προσθέτω τις έρευνες για τη νεανική επιχειρηματικότητα (ΙΟΒΕ, ΚΕΠΕ, Εndeavor Greece, κ.λ.π.) που καταγράφουν παρά τα όποια προβλήματα θετικές επιδόσεις ως προς τη στάση των νέων επιστημόνων απέναντι στην επιχειρηματικότητα).
Εν αντιθέσει με το ΕΜΠ και το Πολυτεχνείο Κρήτης, στην Πολυτεχνική Σχολή του ΑΠΘ η εκπαίδευση και η κατάρτιση των φοιτητών στα θέματα του επιχειρείν και του μάνατζμεντ είναι αναιμική, σχεδόν απούσα.
Συμμετέχοντας τα τελευταία χρόνια στις Επιτροπές της άδειας ασκήσεως και στην Μόνιμη Επιτροπή Ανταγωνιστικότητας -Καινοτομίας του ΤΕΕ/ΤΚΜ διαπίστωσα με έκπληξη την έλλειψη οργανωμένου διαχρονικά συστήματος που προάγει το επιχειρείν. Ειδικά ενημερώθηκα ότι την περσινή χρονιά ήταν σχεδόν ανύπαρκτη η διδασκαλία μαθημάτων σε θέματα διοίκησης, τεχνολογίας, καινοτομίας, marketing και επιχειρησιακής στρατηγικής. Η απάντηση του συνόλου των εξεταζόμενων ΑΤΜ για την έλλειψη μαθημάτων επαγγελματικής πρακτικής και επιχειρηματικότητας αναδεικνύει το σοβαρό έλλειμα γνώσης και την αδυναμία του Τμήματος ΑΤΜ αλλά και του συνόλου των σχολών της Πολυτεχνικής Σχολής του ΑΠΘ να προσαρμοστούν στα νέα δεδομένα.
Η απαιτούμενη γνώση λαμβάνεται κατά κύριο λόγο με ιδία πρωτοβουλία των φοιτητών, είτε μέσω της συμμετοχής για όσους είναι τυχεροί σε ερευνητικά προγράμματα, όπου και πάλι το μεράκι ενός επιβλέποντα καθηγητή αποτελεί το συνδετικό κρίκο με την επιχειρηματική κατάρτιση των φοιτητών. Επίσης δεν μπορεί η επιχειρηματικότητα να αντιμετωπίζεται με όρους μεταπτυχιακής εξειδίκευσης.
Στο ίδιο συμπέρασμα καταλήγω παρακολουθώντας πολλές φορές διαλέξεις και ομιλίες μελών ΔΕΠ όταν μιλούν σε εκδηλώσεις και συνέδρια για την αναβάθμιση των σπουδών του Μηχανικού.
Το πρόβλημα γίνεται ακόμη μεγαλύτερο όταν οι αιτιολογίες που προβάλλονται και αφορούν στην έλλειψη χρηματοδότησης, στην αδυναμία εύρεσης καθηγητών, στην υπολειτουργία των ΜΟΚΕ και άλλων δομών που σχεδιάστηκαν στο ΕΣΠΑ 2007-2013 και είναι απολύτως σεβαστές και κατανοητές, συνοδεύονται από την αδυναμία ορισμένων υπευθύνων να ακούσουν αλλά και να υιοθετήσουν προτάσεις που συμβάλλουν σε θετική κατεύθυνση, έστω και μερικώς.
Δυστυχώς μέχρι και σήμερα η εμμονή σε αναχρονιστικά στερεότυπα του παρελθόντος και η έλλειψη γνώσης των κανόνων της ελεύθερης οικονομίας με έμφαση στην υγιή επιχειρηματικότητα στερεί σημαντικές δυνατότητας αναβάθμισης της ποιότητας σπουδών των μηχανικών με θετικές επιπτώσεις στην εικόνα της ίδιας της Πολυτεχνικής Σχολής του ΑΠΘ.
Ένα άλλο επιχείρημα που προβάλλεται είναι ότι, οι μηχανικοί ήδη συμμετέχουν σε διαγωνισμούς με επιτυχία και δημιουργούν start up επιχειρήσεις παρά το ακατάλληλο περιβάλλον της χώρας ανεξάρτητα από την ύπαρξη συγκεκριμένων μαθημάτων επιχειρηματικότητας.
Τους απαντώ πολύ απλά. Σωστές οι επισημάνεις. Αλλά αν παρακολουθήσουν και κυρίως ακούσουν τους ίδιους να παρουσιάζουν το επιχειρηματικό τους αφήγημα θα διαπιστώσει πόσο χρόνο θα μπορούσαν να γλιτώσουν εάν είχαν βασικές γνώσεις και κουλτούρα επιχειρηματικής προσέγγισης των γνώσεων που έλαβαν. Η εκδήλωση «Οι μηχανικοί επιχειρούν» του ΤΕΕ/ΤΚΜ που διοργανώθηκε στις 11/2/2015 ήταν πολύ διαφωτιστική.
Oπως και η έκδοση «Οι 50 καλύτερες επιχειρηματικές ιδέες μέσα στην κρίση» (Ι. Πρωτοπαδάκης, Εκδόσεις Rosili, 2016) όπου πληθώρα πετυχημένων επιχειρήσεων με διεθνή παρουσία είναι από Έλληνες Μηχανικούς οι οποίοι επένδυσαν σημαντικό χρόνο, χρήμα και γνώση για την ανάληψη του επιχειρηματικού τους ρίσκου και την επιτυχή έκβασή του.
Ο συνδυασμός της ορθολογικής μεθοδολογικής σκέψης των μηχανικών αποτελεί σημαντικό εφόδιο στην ανάπτυξη των επιχειρηματικών τους δεξιοτήτων.
Δεν είναι τυχαίο ότι σε παγκόσμιο επίπεδο στα μεταπτυχιακά προγράμματα MBA οι μηχανικοί πρωτοπορούν.
Η έλλειψη οργανωμένου συστήματος εκπαίδευσης, δομών υποστήριξης και παροχής κινήτρων μπορεί να αποτελούν σημαντικό έλλειμα για τα ίδια την ίδια την Πολυτεχνική Σχολή, όμως ταυτόχρονα αποτελούν και μία πρόκληση για το ΤΕΕ/ΤΚΜ αλλά και το ΤΕΕ γενικότερα.
Θα πρέπει το ΤΕΕ να διεκδικήσει και να εισέλθει δυναμικά στο χώρο της εκπαίδευσης των εν δυνάμει μελών του. Η ανάπτυξη της απαιτούμενης συνέργειας με τα Πολυτεχνεία της χώρας μέσα από μία λογική win-win είναι σίγουρο ότι θα επιφέρει μόνο επωφελή αποτελέσματα για τους φοιτητές.
Τα μέλη της Διοίκησης του ΤΕΕ/ΤΚΜ έχουν τη θέληση και την ικανότητα να κινηθούν σε αυτή την κατεύθυνση.
Η πρωτοβουλία iGrowLabs του ΤΕΕ/ΤΚΜ, για τους επί πτυχίω φοιτητές της Πολυτεχνικής Σχολής στον τομέα της πληροφορικής αποτελεί ένα εξαίρετο παράδειγμα.
Αρκεί η συγκεκριμένη πρωτοβουλία να επεκταθεί και να μετουσιωθεί σε ένα επιχειρησιακό σχέδιο σε συνεργασία με την Πολυτεχνική Σχολή του ΑΠΘ και ενδιαφερόμενους φορείς της πόλης που να περιλαμβάνει ζητήματα κατάρτισης, εκπαίδευσης, διαγωνισμούς, δομές ενημέρωσης και επιτάχυνσης, θερμοκοιτίδες, κ.λ.π. ενέργειες με παράλληλη αξιοποίηση κοινοτικών κονδυλίων από το ΕΣΠΑ 2014-2020 αλλά και Ευρωπαϊκά Προγράμματα για τη χρηματοδότησή τους.
Οι νέοι τομείς παραγωγικής δραστηριότητας (περιβαλλοντική βιομηχανία, ενέργεια, τουρισμός, τηλεπικοινωνίες, δομικά υλικά, χωροταξία, εφοδιαστική αλυσίδα) που αποτελούν το σημαντικό συγκριτικό πλεονέκτημα της χώρας, αποτελούν ισχυρό κίνητρο για τη διεύρυνση των πεδίων γνώσης των μηχανικών και την απόκτηση των κατάλληλων προσόντων προκειμένου να εισέλθουν στον επιχειρηματικό στίβο.
Πρόσφατα ο Πρόεδρος του Συνδέσμου Βιομηχανιών Βορείου Ελλάδος (ΣΒΒΕ) σε άρθρο του ανέφερε «Το κύριο ζητούμενο στην αγορά εργασίας σήμερα είναι η διαθεσιμότητα στελεχών που θα εφαρμόζουν στην πράξη τις επιστημονικές τους γνώσεις, ικανοποιώντας κατ΄ αυτόν τον τρόπο τις ιδιαίτερες απαιτήσεις κάθε θέσης εργασίας….. Δεν αρκούν όμως αυτά: σήμερα, περισσότερο από ποτέ οι επιχειρήσεις έχουν ανάγκη από στελέχη με πολλαπλά ενδιαφέροντα και όχι μονομερείς ανθρώπους που θα δρουν μηχανικά στο πλαίσιο της δουλειάς τους. Γι’ αυτό άτομα με ευρύτερη παιδεία, με πολλά και ποικίλα ενδιαφέροντα και αναζητήσεις σε επιχειρηματικό και κοινωνικό επίπεδο, είναι τα ιδανικά στελέχη για μια επιχείρηση»
Η ενσωμάτωση της διάστασης της επιχειρηματικότητας και της καινοτομικότητας στα προγράμματα σπουδών των Πολυτεχνικής Σχολής και η σύνδεσή τους με την αγορά εργασίας με την αρωγή του ΤΕΕ/ΤΚΜ και τη στήριξη της Πολιτείας που θα εξασφαλίσει το αναγκαίο φιλικό θεσμικού και κανονιστικό πλαίσιο για την ανάπτυξη της επιχειρηματικής και επενδυτικής δραστηριότητας υπηρετούν απόλυτα την παραπάνω επισήμανση και ανοίγουν νέους ορίζοντες απασχόλησης των Μηχανικών και βιώσιμης εργασιακής τους εξέλιξης σε διοικητικό και επιχειρηματικό επίπεδο.
Το ΤΕΕ, τα Πολυτεχνεία και η Πολιτεία οφείλουν να συνεργαστούν και να διαμορφώσουν το αναγκαίο περιβάλλον για την μετατροπή του brain drain των μηχανικών σε brain drain με πρωταρχικό μέλημα την επένδυση στη γνώση και τη σύνδεσή της με την επιχειρηματικό γίγνεσθαι. Δίνοντας προοπτική και ελπίδα προκειμένου οι Έλληνες Μηχανικοί να συνεχίσουν να κατέχουν πρωτεύουσα θέση στο νέο αναπτυξιακό όραμα της χώρας και την αναβάθμιση του παραγωγικού και κοινωνικού της ιστού.
*O Ιωάννης Τσιτσόπουλος είναι Διπλωματούχος Αγρονόμος Τοπογράφος Μηχανικός -Ερευνητής με μεταπτυχιακές σπουδές (ΜΒΑ, Μsc, CMI Dip.Man.) στη διαχείριση υδατικών πόρων και περιβαλλοντικής μηχανικής, καθώς και στη διοίκηση επιχειρήσεων και management. Δραστηριοποιείται επί μία εικοσαετία ως Programme manager διαχείρισης συγχρηματοδοτούμενων έργων και προγραμμάτων επιχειρηματικότητας & καινοτομίας ΕΣΠΑ
Τα ενυπόγραφα άρθρα απηχούν τις απόψεις των συντακτών τους και όχι υποχρεωτικά τις θέσεις του ΤΕΕ/ΤΚΜ