Πρακτικές βιώσιμης ανάπτυξης – Διδάγματα από το παράδειγμα της Λισαβόνας

Β. Χαραλαμπίδου

Περίληψη

Το παρόν άρθρο αφορά στις πρακτικές βιώσιμης ανάπτυξης και στην υιοθέτηση της περιβαλλοντικής διάστασης στο σχεδιασμό, λαμβάνοντας ως μελέτη περίπτωσης τη Λισαβόνα. Στόχος είναι μέσω της εξέτασης αυτών των πρακτικών, να αναδειχθούν ανάλογες εφαρμογές και εμπειρίες για την Αθήνα. Το παράδειγμα της Λισαβόνας έχει εξαιρετικό ενδιαφέρον ως προς τη διαχείριση και τις δράσεις βιώσιμης ανάπτυξης στους δημόσιους χώρους. Η Αθήνα αντίθετα, δεν διαθέτει τέτοιες πρακτικές και ούτε έχει αναπτύξει σε ικανοποιητικό βαθμό ανάλογη περιβαλλοντική κουλτούρα. Τα διδάγματα που ανακύπτουν, μπορούν να εφαρμοστούν και να αναπτυχθούν προσαρμοσμένα στην αθηναϊκή πραγματικότητα. Αυτά κατηγοριοποιούνται σε πέντε ομάδες: τη σχέση δομημένου – φυσικού περιβάλλοντος, την ενσωμάτωση – ανάδειξη του παραλιακού μετώπου, την προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή, την «οικοσυστημική» προσέγγιση στο σχεδιασμό και την αστική διακυβέρνηση. Η Αθήνα εντοπίζει σταδιακά ανάλογα θέματα, αναζητώντας λύσεις, γεγονός, που φαίνεται αρκετά ενθαρρυντικό εν μέσω κρίσης. Τα αποτελέσματα ωστόσο αναμένεται να κριθούν στην πράξη σε βάθος χρόνου.

1 Εισαγωγή

Τα τελευταία χρόνια, ο σχεδιασμός και η εξέλιξη των πόλεων παρουσιάζουν μία εναλλαγή στις σχολές σκέψης, τις θεωρητικές προσεγγίσεις και τις μεθοδολογίες. Το γεγονός αυτό επαναπροσδιόρισε τη σημασία και το ρόλο του πολεοδομικού σχεδιασμού, καθώς πλέον, όλο και περισσότερο, ο σχεδιασμός σχετίζεται είτε άμεσα, είτε έμμεσα με τις μεγάλες αλλαγές και εξελίξεις της κοινωνίας, της οικονομίας και του χώρου.

Για το λόγο αυτό, αναδύονται νέες τάσεις στη διαδικασία του σχεδιασμού. Περνάμε, δηλαδή, από το δίπολο «περιβάλλον-ανάπτυξη» στο «διακυβέρνηση-ανάπτυξη», που συνδέεται περισσότερο με τη συνεργατικότητα, τη συμμετοχικότητα και την έξυπνη και καινοτόμο ανάπτυξη. Αλλάζει πλέον και το διακύβευμα, οι στόχοι, τα μέσα και οι δρώντες του σχεδιασμού, τείνοντας σταδιακά σε ένα μοντέλο συμμετοχικού σχεδιασμού. Οι νεότερες προσεγγίσεις και πρακτικές του σχεδιασμού εστίασαν περισσότερο στην εφαρμογή του, ως μια διαδικασία του «συν-αποφασίζειν» μεταξύ των εμπλεκόμενων – ενδιαφερόμενων (stakeholders).

2 Βιώσιμη αστική ανάπτυξη και χώροι πρασίνου

2.1 Το περιεχόμενο της βιώσιμης αστικής ανάπτυξης

Ήδη από το δεύτερο μισό της δεκαετίας του 1980, το περιβάλλον αποτέλεσε ένα μείζον ζήτημα της κοινωνίας, σε τοπικό, εθνικό και διεθνές επίπεδο. Παράλληλα, γίνεται κοινώς αποδεκτό, ότι το περιβάλλον δεν αποτελεί ανεξάρτητο παράγοντα της αναπτυξιακής διαδικασίας των πόλεων, με αποτέλεσμα την ενσωμάτωση της περιβαλλοντικής συνιστώσας στο σχεδιασμό (Γιαννακού, 2004).

Σε επίπεδο πόλης, η βιώσιµη αστική ανάπτυξη αφορά σε δράσεις ανάπτυξης και διαδικασίες διαχείρισης, που σκοπεύουν στην ελαχιστοποίηση του αρνητικού αποτυπώματος αυτής στο περιβάλλον. Ο ρόλος της πόλης σε σχέση µε τη βιώσιµη ανάπτυξη φαίνεται και από τη διπλή της στάση για το περιβάλλον. Δηλαδή, μπορεί από τη μία να θεωρηθεί σημαντική πηγή ρύπανσης και από την άλλη, αντικείμενο προστασίας. Από μια άλλη οπτική θα μπορούσε επίσης, να θεωρηθεί ότι η αστική βιωσιμότητα έχει δύο όψεις˙ τις επιπτώσεις των πόλεων στην υποβάθμιση του ευρύτερου αστικού περιβάλλοντος, αλλά και στα παγκόσμια περιβαλλοντικά προβλήματα, και τη θετική συνεισφορά τους στην κοινωνική, πολιτική, οικονομική και πολιτιστική πρόοδο του ανθρώπου (Μπεριάτος 2000, 73).

2.2 Έννοια και ρόλος των ελεύθερων χώρων στο αστικό περιβάλλον

Οι αστικοί υπαίθριοι χώροι, ως αναπόσπαστα τμήματα του αστικού ιστού, αποκτούν διαχρονικά, διάφορους χαρακτηρισμούς και ιδιότητες (ανοιχτοί χώροι, ελεύθεροι χώροι, χώροι πρασίνου κ.ά.), διαμορφώνουν την ταυτότητά του και λειτουργούν για τις ανάγκες αναψυχής, και όχι μόνο των κατοίκων και των επισκεπτών της πόλης. Μία πόλη με μικρό ποσοστό δημόσιων χώρων χάνει ουσιαστικά την έννοια της πόλης, καθώς η πόλη ορίζεται και χαρακτηρίζεται συγχρόνως από αυτούς τους χώρους (Αραβαντινός και Κοσμάκη 1988, 34). Κοινή διαπίστωση αποτελεί το γεγονός ότι δεν υπάρχει ένας ευρέως αποδεκτός και κοινά χρησιμοποιούμενος όρος και ορισμός των χώρων αστικού πρασίνου, καθώς η έννοιά τους διαφέρει τόσο από χώρα σε χώρα, όσο και από εποχή σε εποχή, λόγω διαφορετικών αντιλήψεων για το σκοπό και τη χρήση τους.

Οι σύγχρονες αστικές ανάγκες για αειφορική διαχείριση και τα προβλήματα έλλειψης χώρων, έχουν καταστήσει πιο επιτακτική την ανάγκη ύπαρξης χώρων αστικού πρασίνου (Αρσενίου 2010, 15), γεγονός που έχει υιοθετηθεί σε αρκετές διεθνείς συμφωνίες και εθνικές πολιτικές, αποτελώντας τη γενική κατεύθυνση που έπρεπε να ακολουθήσει η ανάπτυξη σε παγκόσμιο επίπεδο, με δεδομένη την περιβαλλοντική κρίση. (Αθανασίου 2015, 17).

3 Η περίπτωση της Λισαβόνας

3.1 Κοινωνικο – οικονομικό προφίλ

Η Λισαβόνα είναι η πρωτεύουσα της Πορτογαλίας, βρίσκεται στη δεξιά όχθη του ποταμού Τάγου και, μαζί με άλλους 17 δήμους, συνθέτει την μητροπολιτική περιοχή της Λισαβόνας. Διαθέτει μια πλούσια πολιτιστική κληρονομιά, με μνημεία, βοτανικούς και αυτοκρατορικούς κήπους και πάρκα, και ιστορικές συνοικίες γεμάτες χαρακτηριστικά αντανακλώντας τη ρωμαϊκή προέλευσή της και την μαυριτανική επιρροή.

Από το 1986 που εντάχθηκε στην Ευρωπαϊκή Ένωση, έως το 2005, γνώρισε μια περίοδο αναπτυξιακής έκρηξης που τροφοδοτήθηκε από ξένες χρηματοδοτήσεις και επενδύσεις, με αποτέλεσμα έναν πολύ πυκνό αστικό ιστό. Εντούτοις, μεταξύ του 1980 και του 2001, η Λισαβόνα έχασε το ένα τρίτο των κατοίκων της και αντιμετώπισε σοβαρό οικονομικό μετασχηματισμό. Βέβαια, με την έξοδό της από τις πολιτικές λιτότητας και τα μνημόνια, προσπαθεί να επανακάμψει αναζωπυρώνοντας την αγορά ακινήτων, τις ιδιωτικές επενδύσεις και τις τουριστικές δραστηριότητες.

3.2 Πολιτικές βιώσιμης ανάπτυξης

Ο Δήμος καθιέρωσε τη στρατηγική της Λισαβόνας για την περίοδο 2010-2024, η οποία εντόπισε τρεις κύριους στόχους για την πόλη:

1. Αναγέννηση πόλεων – αποκατάσταση κενών κτιρίων και υποβαθμισμένων αστικών περιοχών και χώρων πρασίνου,

2. Προσαρμογή στην αλλαγή του κλίματος – αντιμετώπιση των προκλήσεων της κλιματικής αλλαγής και των επακόλουθων φυσικών καταστροφών, καθώς και της ενεργειακής απόδοσης, μειώνοντας τον αριθμό των κυκλοφορούμενων οχημάτων και αυξάνοντας την έκταση των χώρων πρασίνου.

3. Συνδεσιμότητα των χώρων πρασίνου – δικτύωση χώρων πρασίνου και διαδρόμων για δραστηριότητες αναψυχής και προστασία της βιοποικιλότητας και του φυσικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος.

Προκειμένου να αντιμετωπιστούν τα προβλήματα, ο Δήμος ακολουθεί μια στρατηγική αστικής ανάπλασης, προωθώντας μηχανισμούς για την αποκατάσταση κενών κτιρίων και για την ποιοτική βελτίωση των δημόσιων χώρων, την ενίσχυση των χώρων πρασίνου και τη συνδεσιμότητά τους. Οι δύο αυτές στρατηγικές χρησιμεύουν και στη δημιουργία θέσεων εργασίας. Οι μηχανισμοί περιλαμβάνουν ακόμα, τη διευκόλυνση των διαδικασιών αδειοδότησης, τα προγράμματα χρηματοδότησης, τα φορολογικά κίνητρα και την προώθηση εταιρικών σχέσεων δημόσιου και ιδιωτικού τομέα με κατασκευαστικές εταιρείες και τράπεζες.

Η στρατηγική της πόλης επικεντρώνεται όχι μόνο στους περιβαλλοντικούς στόχους, αλλά και στην ευημερία και την κοινωνική συνοχή, ενθαρρύνοντας τη χρήση φιλικών προς το περιβάλλον μέσων μεταφοράς, υγιεινών συνηθειών και συνδέοντας τους ανθρώπους με την πόλη.

Παραδείγματα αυτών είναι η ανάπτυξη δικτύων ποδηλατοδρόμων, δρόμων φιλικών προς το ποδήλατο, οικολογικών διαδρόμων και η κατανομή των κήπων. Ωστόσο, οι αρμόδιοι φορείς της πόλης αναγνωρίζουν ότι, ενώ δόθηκε έμφαση στη δημιουργία και την αποκατάσταση των χώρων πρασίνου, η συντήρηση των υπαρχόντων παραμελείται, λόγω περιορισμένου προϋπολογισμού.

3.3 Νέες πρακτικές σχεδιασμού και διακυβέρνησης

Το πορτογαλικό σύστημα σχεδιασμού βασίζεται σε ένα ιεραρχικό σύστημα εδαφικής διαχείρισης που λειτουργεί σε διαφορετικά επίπεδα και προσομοιάζει αρκετά με το ελληνικό. Σε τοπικό επίπεδο το πιο σημαντικό μέσο είναι το Master Plan, το οποίο καθιερώνει τη στρατηγική εδαφικής ανάπτυξης, καθώς και τη χωροταξική και πολεοδομική πολιτική του Δήμου.

Καταβάλλονται μεγάλες προσπάθειες στη συμμετοχική διακυβέρνηση, αναγνωρίζοντας τα συμφέροντα μη κυβερνητικών φορέων, όπως ομάδες πολιτών και ιδιωτικές επιχειρήσεις, Μ.Κ.Ο. και μέλη της επιχειρηματικής κοινότητας, συμμετέχοντας στο σχεδιασμό και τη χάραξη πολιτικής της πόλης. Ο Δήμος της Λισαβόνας προωθεί ενεργά bottom – up πρωτοβουλίες, ως συντονιστής και βασικός χρηματοδότης τέτοιων εγχειρημάτων. Συγκεκριμένα, έχει θεσπίσει από το 2008, ειδικό προϋπολογισμό για συμμετοχικές δράσεις, ο οποίος σήμερα ανέρχεται στα 2,5 εκατ. €, σημειώνοντας σημαντική αύξηση κάθε χρόνο. Η κάθε υποψήφια προς ένταξη στον προϋπολογισμό ιδέα, υποβάλλεται με τη μορφή πρότασης σε τεχνική αξιολόγηση, περνά από ψηφοφορία και αν τελικά, εγκριθεί, τίθεται σε εφαρμογή. Ένας σημαντικός αριθμός από τις προτάσεις αυτές, αφορούν την ενίσχυση χώρων πρασίνου σε ποσοστό περίπου 30%. Σε τέτοιες πρωτοβουλίες, συμμετέχουν κυρίως μη κυβερνητικοί φορείς που είναι υπεύθυνοι για τη διαχείριση και τη συντήρησή τους (Green Surge 2015).

4 Διδάγματα για την Αθήνα

4.1 Τα χαρακτηριστικά της Αθήνας

Το παράδειγμα της Λισαβόνας, όπως μελετήθηκε παραπάνω, έχει εξαιρετικό ενδιαφέρον ως προς τη διαχείριση και τις δράσεις στους χώρους πρασίνου. Η Αθήνα αντίθετα, δεν διαθέτει τέτοιες πρακτικές και ούτε έχει αναπτύξει σε ικανοποιητικό βαθμό ανάλογη περιβαλλοντική κουλτούρα. Σε αυτό, συντείνουν ποικίλοι παράγοντες, καθώς πρόκειται για μια πόλη που συγκεντρώνει ορισμένες ιδιαιτερότητες σε σχέση με το περιβάλλον, οι οποίες έχουν θετικό και αρνητικό αντίκτυπο.

Χαρακτηριστικό γνώρισμα της μητροπολιτικής περιοχής της Αττικής αποτελεί, η συνεχής αύξηση του πληθυσμού, αλλά και της πυκνότητάς του στο χώρο. Σε αυτό προστίθενται και οι ολοένα εντεινόμενες προσφυγικές – μεταναστευτικές ροές της τελευταίας πενταετίας. Ο υπέρμετρος κυκλοφοριακός φόρτος επιβαρύνει σημαντικά τις περιβαλλοντικές συνθήκες, αυξάνοντας την ατμοσφαιρική ρύπανση και τη θερμοκρασία και μειώνοντας την ταχύτητα του ανέμου μέσα στον αστικό ιστό.

Αναφορικά με τους χώρους πρασίνου, υπάρχουν αρκετοί εγκαταλελειμμένοι αδόμητοι-κοινόχρηστοι χώροι, όπως επίσης και πολλοί αναξιοποίητοι ακάλυπτοι, αλλά και ελάχιστοι χώροι πρασίνου μέσα στον αστικό ιστό. Το πράσινο είναι ανεπαρκές και ανισομερώς κατανεμημένο. Το γεγονός ότι δεν υπάρχει μέριμνα ούτε εξασφάλισης, ούτε προστασίας και αξιοποίησής τους, υποβαθμίζει περαιτέρω την εικόνα της πόλης και δημιουργεί πολλαπλά προβλήματα.

Η σημαντική έλλειψη σε δημόσιους υπαίθριους χώρους και ιδιαίτερα, σε χώρους πρασίνου, οφείλεται και σε ένα προγενέστερο έλλειμμα σχεδιασμού που αδυνατούσε να προβλέψει τη σημερινή προβληματική κατάσταση της πόλης και να λειτουργήσει προληπτικά για αυτήν. Η αναθεώρηση και η επικαιροποίηση των σχεδίων και των αντίστοιχων νόμων προς όφελος του κοινωνικού συνόλου είναι επιτακτική ανάγκη.

4.2 Τομείς Προτεραιότητας

Οι τομείς προτεραιότητας για την πόλη της Αθήνας μπορούν να ταξινομηθούν σε τρεις γενικές κατηγορίες, που στη συνέχεια θα ληφθούν υπόψη για την εξαγωγή διδαγμάτων.

Ο πρώτος τομέας αφορά τη βιώσιμη διαχείριση του αστικού περιβάλλοντος. Η κατηγορία αυτή είναι πολυσύνθετη και άρρηκτα συνδεδεμένη με την επόμενη. Η βιώσιμη διαχείριση αφορά τους κοινόχρηστους χώρους, την αύξηση του αστικού πρασίνου, καθώς και την προώθηση της βιώσιμης κινητικότητας. Αυτή επιτυγχάνεται με τη χρήση νέων τεχνολογιών που περιορίζουν την ενεργειακή κατανάλωση, με σημαντικές παρεμβάσεις για τη βελτίωση του αστικού περιβάλλοντος και την προώθηση ήπιων μορφών μετακίνησης. Επίσης, πρόκειται για μία προτεραιότητα η οποία προωθείται και από το Έργο «Αθήνα 2020» σε συνδυασμό με την Αντιμετώπιση της Κλιματικής Αλλαγής, δίνοντας μεγαλύτερη έμφαση στην ενεργειακή κατανάλωση και στη χρήση των νέων τεχνολογιών για τη θωράκιση των περιβαλλοντικών κινδύνων.

Ο δεύτερος τομέας προτεραιότητας είναι αυτός της αστικής αναζωογόνησης. Αφορά τη βελτίωση της ποιότητας ζωής των πολιτών μέσα από την βάσει προτεραιοτήτων αστική αναζωογόνηση των επιμέρους περιοχών της Αθήνας. Εξαιτίας του ότι το αστικό περιβάλλον έχει επηρεαστεί από την οικονομική και κοινωνική κρίση, η υλοποίηση δράσεων και έργων είναι ιδιαιτέρως σημαντική. Πρέπει δηλαδή, να δοθεί βαρύτητα σε παρεμβάσεις που αφορούν τον κοινόχρηστο χώρο, καθώς και στη συντήρηση του δημόσιου κτιριακού αποθέματος, οι οποίες θα αναβαθμίσουν το δημόσιο χώρο. Ήδη από τον περασμένο Απρίλιο, το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας ενέκρινε χρηματοδότηση ύψους περίπου 30 εκατομμυρίων για το πρόγραμμα του Πράσινου Ταμείου, με τίτλο «Δράσεις Περιβαλλοντικού Ισοζυγίου». Το πρόγραμμα περιλαμβάνει δράσεις για την αστική αναζωογόνηση και την αστική βιώσιμη κινητικότητα, στις οποίες θα συμμετάσχουν δήμοι από όλη την Ελλάδα (Τσακαλίδης 2017).

Τέλος, ο τρίτος τομέας σχετίζεται με την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, που αποτελεί μία από τις μεγαλύτερες προκλήσεις της σύγχρονης εποχής. Ήδη, από τα τέλη του 2015, με την υπογραφή της Διακήρυξης των Πόλεων για την κλιματική αλλαγή, στο Παρίσι, η Αθήνα δείχνει έμπρακτα το ενδιαφέρον της προς αυτή την κατεύθυνση με την προώθηση τέτοιων πολιτικών. Ο Δήμος Αθηναίων είναι ο πρώτος της Ελλάδας με «Ολοκληρωμένο Σχέδιο Δράσης για την Κλιματική Αλλαγή». Έχει διπλή στόχευση και ορίζοντα που φτάνει ως το 2030, αφενός, αποσκοπεί στη μείωση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου κατά 40% και αφετέρου στην προστασία της πόλης και του πληθυσμού από την κλιματική αλλαγή. Μεταξύ άλλων περιλαμβάνει δράσεις, όπως: η δημιουργία, επέκταση, συντήρηση των χώρων πρασίνου, –κλασικών όπως τα πάρκα αλλά και νέων μορφών, όπως οι κατακόρυφες φυτεύσεις, η ενσωμάτωση στοιχείων νερού, σχεδιασμένοι κατάλληλα δημόσιοι χώροι, μείωση της κατανάλωσης ενέργειας από δημόσια κτίρια και υποδομές, συντήρηση χώρων πρασίνου / νέες φυτεύσεις κ.α.

4.3 Χρήσιμα διδάγματα

Τα διδάγματα που ανακύπτουν από το παράδειγμα της Λισαβόνας και προσαρμοσμένα στην αθηναϊκή πραγματικότητα να εφαρμοστούν και να αναπτυχθούν, μπορούν να κατηγοριοποιηθούν σε πέντε κατηγορίες, όπως φαίνεται στη συνέχεια.

1. Σχέση δομημένου – φυσικού περιβάλλοντος

Η Λισαβόνα φαίνεται να έχει εξασφαλίσει μια καλή σχέση δομημένου – φυσικού περιβάλλοντος, χωρίς να υπάρχουν συγκρούσεις και χωρίς το ένα να υπάρχει σε βάρος του άλλου. Υπάρχει μια ισορροπία μεταξύ τους και μια ομαλή σχετικά μετάβαση από το ένα στον άλλο. Παρόλο που έχει ιδιόμορφη μορφολογία εδάφους, διότι έχει τους λόφους μέσα στον αστικό ιστό, οι χώροι πρασίνου και τα πάρκα είναι αρκετά μέσα στην πόλη, με αποτέλεσμα να μην υπάρχουν προβλήματα έλλειψης και ανεπάρκειας. Στο ίδιο πλαίσιο μπορεί να κινηθεί και η Αθήνα και με πιο στοχευμένες δράσεις, προκειμένου να πετύχει μια πιο ισορροπημένη σχέση μεταξύ δομημένου και φυσικού περιβάλλοντος. Βασική προτεραιότητα του πολεοδομικού σχεδιασμού οφείλει να είναι η δικτύωσή τους, σε επόμενο στάδιο.

2. Ενσωμάτωση – ανάδειξη του παραλιακού μετώπου

Η Λισαβόνα έχει κάνει πολλά βήματα προς αυτή την κατεύθυνση ιδιαίτερα, τα τελευταία χρόνια, λαμβάνοντας πάντα υπόψη της και δίνοντας μεγάλη έμφαση στην κατά μήκος ανάπτυξή του. Η Αθήνα από την άλλη, την τελευταία πενταετία έχει αρχίσει να δίνει έμφαση στην ανάπτυξη του παραλιακού μετώπου. Το άνοιγμα της πόλης προς τη θάλασσα είναι απαραίτητο, καθώς η Αθήνα έχει τις απαραίτητες προϋποθέσεις για το επιτύχει σε ανάλογο βαθμό. Βέβαια, σημαντικό βάρος, πρέπει να δοθεί στην προστασία της παράκτιας ζώνης και στην εξασφάλιση του δημόσιου χαρακτήρα της.

3. Προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή

Πρόκειται για μία κατεύθυνση που αναμένεται να αναπτυχθεί και στις δύο πόλεις. Για τη Λισαβόνα, παραμένει ακόμα, ένας στόχος, αλλά όχι πρώτης προτεραιότητας. Η Αθήνα, από την άλλη, τώρα ξεκινάει να δραστηριοποιείται και να μεριμνά στην πράξη για την κλιματική αλλαγή. Πρόκειται εξάλλου, για μία στρατηγική που άπτεται πολλών τομεακών πολιτικών. Επίσης, είναι δυνατόν να υπάρξει μια στροφή προς μία βιοκλιματική αρχιτεκτονική, μειώνοντας την κατανάλωση ενέργειας των κτιρίων και το περιβαλλοντικό τους αποτύπωμα. Ακόμα, η χρήση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας μπορούν να συμβάλλουν προς αυτή την κατεύθυνση. Οι χώροι πρασίνου μπορούν να μειώσουν μακροχρόνια τη θερμοκρασία της πόλης.

4. «Οικοσυστημική» προσέγγιση στο σχεδιασμό

Στη συλλογιστική των οικοσυστημάτων, η πόλη εκλαμβάνεται ως ένα πολύπλοκο σύστημα, το οποίο χαρακτηρίζεται από συνεχείς διεργασίες μεταβολής και εξέλιξης (Λιονάτου 2008, 19). Στο πλαίσιο αυτής της θεώρησης, οφείλει να λειτουργεί και ο σχεδιασμός, προωθώντας στόχους και στρατηγικές προς τη βιώσιμη πόλη. Η Λισαβόνα χρησιμοποιεί αυτή την προσέγγιση στο σχεδιασμό της, όπως αποδεικνύεται από τις πολεοδομικές μελέτες και τα εργαλεία που χρησιμοποιούνται. Στο σχεδιασμό λοιπόν, και της Αθήνας, πρέπει να λαμβάνονται υπόψη οι κοινωνικές και οικονομικές τάσεις που επηρεάζουν το χωρικό σύστημα καθώς και οι επιπτώσεις που αυτές επιφέρουν, προκειμένου αυτές να ελαχιστοποιηθούν και να επιτευχθεί ένα βιώσιμο μοντέλο αστικής ανάπτυξης ενισχύοντας τις συνέργειες μεταξύ των αστικών λειτουργιών και του φυσικού περιβάλλοντος.

5. Αστική διακυβέρνηση

Η Λισαβόνα, όπως είδαμε, έχει αναπτύξει σημαντικά μια κουλτούρα αστικής διακυβέρνησης και προωθεί την ενεργή συμμετοχή των πολιτών σε δράσεις για την κοινωνία και την πόλη, όπως επίσης αποδεικνύεται και από την ύπαρξη προϋπολογισμού για συμμετοχικές δράσεις. Επίσης, πρόκειται για μία συνιστώσα που η συμβολή της στη διαχείριση κοινωνικών και οικονομικών προβλημάτων στον αστικό ιστό είναι μεγάλη. Στην Αθήνα, δεν υπάρχουν τέτοια εγχειρήματα. Σε αντίβαρο, αναπτύσσονται όλο και περισσότερο ιδιωτικές πρωτοβουλίες και επενδύσεις στον αστικό ιστό. Είναι όμως, εμφανής – ίσως και περισσότερο από ποτέ – η ανάδυση νέων μορφών διακυβέρνησης, πέραν των παραδοσιακών.

5 Συμπεράσματα

Εν κατακλείδι, γίνεται αντιληπτό ότι, υπάρχουν περιθώρια βελτίωσης του αστικού περιβάλλοντος. Στο πλαίσιο της βιώσιμης ανάπτυξης των πόλεων, η σημασία των χώρων πρασίνου στην αναβάθμιση του αστικού ιστού και της ποιότητας ζωής των κατοίκων είναι στοιχεία ιδιαιτέρως σημαντικά.

Η Λισαβόνα, ως μελέτη περίπτωσης, συγκεντρώνει αρκετά χρήσιμα χαρακτηριστικά, τόσο ως προς την προστασία και τη διαχείριση των χώρων πρασίνου, όσο και ως προς την αστική διακυβέρνηση και τη συμμετοχή των πολιτών σε τέτοιες δράσεις. Εξάχθηκαν λοιπόν, σημαντικά συμπεράσματα και εμπειρίες που υπό τις κατάλληλες προϋποθέσεις και συνθήκες, μπορούν να λειτουργήσουν παραδειγματικά για την πόλη της Αθήνας. Οι εμπειρίες αυτές αφορούν στη σχέση δομημένου – αδόμητου χώρου, στην ενσωμάτωση του παραλιακού μετώπου, στην προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή και σε δύο κατηγορίες που σχετίζονται γενικότερα με τη διαδικασία σχεδιασμού: την «οικοσυστημική» προσέγγιση στο σχεδιασμό και την αστική διακυβέρνηση. Η Αθήνα, αν και συγκεντρώνει ιδιαίτερα χαρακτηριστικά αναφορικά με το περιβάλλον και τη διαχείριση των κοινόχρηστων χώρων πρασίνου, αρχίζει σταδιακά να εντοπίζει τα θέματα και να αναζητά λύση για αυτά, γεγονός, που φαίνεται αρκετά ενθαρρυντικό εν μέσω κρίσης. Τα αποτελέσματα ωστόσο, των λύσεων και δράσεων αυτών αναμένεται να κριθούν στην πράξη σε βάθος χρόνου.

Παραπομπές
Αθανασίου, Ε. 2015. Πόλη + Φύση: Θεωρήσεις της φύσης στον πολεοδομικό σχεδιασμό, Αθήνα: Σύνδεσμος Ελληνικών Ακαδημαϊκών Βιβλιοθηκών. https://goo.gl/RTZoa6
Αραβαντινός, Αθ. και Κοσμάκη, Π. 1988. Υπαίθριοι χώροι στην πόλη. Θέματα ανάλυσης και πολεοδομικής οργάνωσης αστικών ελεύθερων χώρων και πράσινου. Αθήνα: Συμεών.
Αρσενίου, Δ. 2010. «Αστικό πράσινο & Δίκτυα πρασίνου στις σύγχρονες πόλεις: Πιλοτική εφαρμογή δικτύου πρασίνου στην πόλη του Βόλου». Μεταπτυχιακή Διατριβή, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας.
Γερασίμου, Σ. 2005. «Η συμβολή του πολεοδομικού δικαίου και του δικαίου του περιβάλλοντος στη διαμόρφωση των άλλων κανόνων δικαίου». Διδακτορική Διατριβή. Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο.
Γιαννακού, Α. 2004. «Η Ευρωπαϊκή πολιτική για τις πόλεις και το περιβάλλον.» http://www.teiser.gr/geoplir/mathima701.files/16012004/Eurwpaiki_politiki_poleis_perivallon_Giannakou.pdf, 20 Απριλίου 2017.
Λιονάτου, Μ. 2008. «Αρχιτεκτονική τοπίου και Δίκτυα πρασίνου στα σύγχρονα αστικά κέντρα: Δυνατότητες και Προοπτικές – Μεθοδολογία και Εφαρμογή: Το παράδειγμα της Λάρισας». Διδακτορική Διατριβή. Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης.
Μπεριάτος, Η. 2000. «Περιβαλλοντικός Σχεδιασμός των Πόλεων» Στο Η Βιώσιμη πόλη, επιμ. M. Μοδινός και Η. Ευθυμιόπουλος, 71-85, Αθήνα: Στοχαστής, Διεπιστημονικό Ινστιτούτο Περιβαλλοντικών Ερευνών.
Τσακαλίδης, Κ. 2017. «Υπουργείο Περιβάλλοντος: Ενέκρινε 29,5 εκατομμύρια ευρώ για αστική αναζωογόνηση.» http://www.iefimerida.gr/news/332667/ypoyrgeio-perivallontos-enekrine-295-ekatommyria-eyro-gia-astiki-anazoogonisi, 2 Ιουνίου 2017.
Green Surge: study on urban green infrastructure planning and governance in 20 European case studies 2015. https://goo.gl/JPzxqF, 20 Μαΐου 2017.

Comments are closed