Γράφει ο Παύλος Κυριακίδης, Π.Μ., Προστάμενος Τ.Υ. Δήμου Νάουσας
Τεράστιο είναι το πρόβλημα που έχει δημιουργηθεί από την ύπαρξη υπερβολικού αριθμού δημοτικών κτιρίων που δεν διαθέτουν τις απαραίτητες αδειοδοτήσεις, ενώ παρουσιάζουν πλείστα ιδιοκτησιακά προβλήματα, με αποτέλεσμα οι ΟΤΑ και γενικότερα το Δημόσιο να αποτελούν τον μεγαλύτερο αυθαιρετούντα. Σύμφωνα με τον πρόεδρο του ΤΕΕ κ. Γιώργο Στασινό, «Είναι σημαντικό να δηλωθούν και να νομιμοποιηθούν οι αυθαιρεσίες των δημοσίων κτιρίων. Ακόμη πιο σημαντικός όμως είναι ο έλεγχος για τη στατική – και όχι μόνο – ασφάλειά τους και η ενίσχυσή τους, όπου χρειάζεται. Και αυτό αφορά ακόμη περισσότερο τα σχολεία. Πρέπει επιτέλους ως χώρα να δώσουμε ιδιαίτερη έμφαση στην ασφάλεια γενικότερα των σχολείων και των δημοσίων κτιρίων, για όσους εργάζονται, για όσους επισκέπτονται, για όσους χρησιμοποιούν τις δημόσιες αυτές υποδομές. Και φυσικά, επειδή αποτελούν ένα πολύ ενεργοβόρο κομμάτι του κτιριακού μας αποθέματος, πρέπει να δοθεί άμεσα προτεραιότητα από το τρέχον ΕΣΠΑ σε επενδύσεις για την ενεργειακή αναβάθμιση των δημοσίων κτιρίων».
Πόσος όμως είναι ο αριθμός των αυθαίρετων κατασκευών και σε τι αφορά; Παρά τη δυσκολία που υπάρχει ώστε να εντοπισθεί ο ακριβής αριθμός των αυθαιρέτων που ανήκουν στο Δημόσιο, υφίσταται ένας «δείκτης» ο οποίος καταγράφει πρακτικά και εξόφθαλμα την αριθμητική της αυθαιρεσίας με τη δημόσια βούλα. Σύμφωνα με στοιχεία του Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδας (ΤΕΕ), περισσότερα από 9.500 δημόσια ακίνητα (κτίρια νοσοκομείων, σχολείων, πανεπιστημίων, γραφείων κ.ά.), περιλαμβανομένων και των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης, έχουν καταγραφεί ως αυθαίρετα με βάση τις αιτήσεις τακτοποίησης από φορείς του Δημοσίου στις αρμόδιες αρχές. Ωστόσο το νούμερο αυτό αποκρύπτει την πραγματικότητα, αφού σύμφωνα με άλλες πηγές .(http://www.tovima.gr/society/article/?aid=859616 στοιχεία 21-01-2017 Το Βήμα Κοινωνία). υπολογίζεται ότι ξεπερνούν τις 71.000 ακίνητα (σχολεία, γραφεία, νοσοκομεία κ.ά.) τα οποία δεν είναι «καθαρά» ως προς το ιδιοκτησιακό ή αδειοδοτικό καθεστώς τους, (με άλλα λόγια είναι αυθαίρετα), εκ των οποίων το ένα τέταρτο είναι κτίρια και εγκαταστάσεις της τοπικής αυτοδιοίκησης.
Με άλλα λόγια περίπου 15 με 20 χιλιάδες κτίρια της τοπικής αυτοδιοίκησης (δηλαδή σχολεία, παιδικοί σταθμοί, αθλητικές εγκαταστάσεις, παλιά δημαρχεία και κοινοτικά καταστήματα, νεκροταφεία, δημοτικές τουαλέτες κτήρια πολιτισμού κλπ) εκ των οποίων τα περισσότερα αποτελούν σχολικές μονάδες, παρουσιάζουν προβλήματα νομιμότητας ως προς την πολεοδομική αδειοδότηση τους σε τμήματά τους ή στο σύνολο, ως προς το ιδιοκτησιακό καθεστώς, ως προς τις χρήσεις γης κλπ.
Ιδιαίτερη όμως κρισιμότητα παρουσιάζουν τα σχολικά συγκροτήματα που στεγάζουν μαθητές και μαθήτριες όλων των βαθμίδων. Σήμερα με το ισχύον νομοθετικό πλαίσιο εφόσον το κτίριο δεν είναι νομίμως υφιστάμενο δεν μπορεί να γίνει καμία εργασία συντήρησης. Και ενώ επιτρέπεται η στέγαση μαθητών, απαγορεύεται η οποιαδήποτε παρέμβαση που θα βελτιώσει την ασφάλεια την άνεση και την ενεργειακή αναβάθμιση του κτιρίου. Τέλος ούτε και αυτή η αδειοδότηση κυλικείου είναι δυνατή με αποτέλεσμα η μία παρανομία να επιλύεται με άλλη και να μην δίνεται οριστική λύση.
Τέλος σημαντικά είναι τα προβλήματα που αφορούν το ιδιοκτησιακό καθεστώς καθόσον δεν έχουν ολοκληρωθεί οι διαδικασίες παραχώρησης από τον πρώην ΟΣΚ και ίσως αυτό θα πρέπει να γίνει από το νεοσυσταθέντα φορέα «Κτιριακές Υποδομές».
ΠΑΡΑΛΟΓΙΣΜΟΙ
- Ενώ επιτρέπεται η στέγαση μαθητών στα σχολεία που είναι γνωστό ότι αποτελούν αυθαίρετες κατασκευές, το νομοθετικό πλαίσιο δεν επιτρέπει επεμβάσεις συντήρησης και αποκατάστασης, έστω και μικρής κλίμακας, που θα βελτιώσουν τις υποδομές, θα αυξήσουν την ασφάλεια των μαθητών και θα αναβαθμίσουν την ενεργειακή ταυτότητα των κτιρίων εφόσον δεν αποτελούν νόμιμες κατασκευές.
- Ενώ επιτρέπεται η στέγαση των μαθητών, αποκλείεται η λειτουργία κυλικείου λόγω έλλειψης αδειοδότησης, δηλαδή αποκλείεται μια λειτουργία που είναι λειτουργικά αναπόσπαστη από αυτήν του σχολείου.
- Ενώ η ισχύουσα νομοθεσία θεωρεί νομίμως υφιστάμενα (Ν. 4067/12 όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει σήμερα) κτίρια που είναι είτε διατηρητέα, είτε προ του 1955 (και ασφαλώς διαθέτουν πλημμελή στατική επάρκεια) για πολύ νεότερες κατασκευές επιβάλλει τον έλεγχο στατικής επάρκειας.
- Ενώ επιβάλλεται η ύπαρξη ασανσέρ σε όλα τα δημόσια κτίρια, δεν είναι δυνατή η τοποθέτησή του διότι δεν είναι νομίμως υφιστάμενα. Ακραία περίπτωση η αδυναμία τοποθέτησης ασανσέρ στο κτίριο που στεγάζει το Ειδικό Σχολείο Νάουσας (υπάρχοντος μάλιστα και του φρεατίου), διότι δεν υπάρχει η σχετική οικοδομική άδεια του υφιστάμενου κτιρίου.
- Τέλος ενώ κληροδοτήθηκαν στους ΟΤΑ Α΄ βαθμού μια πλειάδα κτιριακών εγκαταστάσεων (σχολεία, παιδικοί σταθμοί, αθλητικές εγκαταστάσεις κλπ) δεν συνοδεύτηκαν από τα απαραίτητα νομιμοποιητικά έγγραφα.
ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ
Με βάσει τα παραπάνω επομένως εφόσον το δημοτικό κτίριο δεν είναι νομίμως υφιστάμενο, αποκλείεται:
- η εκτέλεση οιασδήποτε εργασίας συντήρησης (π.χ. αποκατάσταση στέγης, αντικατάστασης κουφωμάτων, επιχρίσματα και χρωματισμοί)
- η αδειοδότηση κυλικείων.
- η ένταξη τους στο ΕΣΠΑ ή άλλο πρόγραμμα από κοινοτικούς ή εθνικούς πόρους (όπως ένταξη σε επιδοτούμενο πρόγραμμα εξοικονόμησης ενέργειας, προσθήκη αιθουσών κλπ) αφού απαιτείται το κτίριο να είναι “καθαρό” (ως προς το ιδιοκτησιακό καθεστώς, το αδειοδοτικό κ.ά.).
ΑΔΥΝΑΜΙΕΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑΙ ΝΟΜΙΚΟΥ ΠΛΑΙΣΙΟΥ
Το ισχύον νομικό πλαίσιο Ν.4067/12 όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει σήμερα και οι σχετικές τεχνικές οδηγίες είναι σαφείς ως προς τι είναι δυνατόν να αδειοδοτηθεί εφόσον εκτελούνται εργασίες μικρής κλίμακας. Ωστόσο και εδώ απαιτείται το κτίριο να είναι νομίμως υφιστάμενο. Επομένως δεν συνεισφέρει στην αποτελεσματική αντιμετώπιση άμεσων παρεμβάσεων.
Η δυνατότητα που έχει κανείς σήμερα, με άλλα λόγια το εργαλείο για την ρύθμιση αυθαιρέτων κατασκευών είναι ο Ν. 4495/17 ο οποίος έχει περιορισμένη χρονική ισχύ. Παρόλα αυτά και παρά την ύπαρξη νομικού πλαισίου δεν προχώρησε ή προχώρησε πολύ αργά η διαδικασία ρύθμισης και αυτό για τους παρακάτω λόγους:
α) Υπάρχει εγγενής αδυναμία των υπηρεσιών (λόγω έλλειψης προσωπικού τεχνογνωσία και εξοπλισμού) να αντιμετωπίσουν και θεραπεύσουν ένα τεράστιο «ανόμημα» που κληροδοτήθηκε από τις μεταβιβάσεις αρμοδιοτήτων από το κεντρικό κράτος στους ΟΤΑ. Για παράδειγμα απαιτούνται «άπειρες» ώρες προεργασίας αποτυπώσεων κλπ. οι οποίες ως εκ της φύσεως τους πρέπει να γίνουν από τις οικείες τεχνικές υπηρεσίες προκειμένου να ωριμάσουν τις προς ανάθεση μελέτες.
β) Το κόστος ανάθεσης του συγκεκριμένου είδους μελετών σε ιδιώτες είναι πολύ μεγάλο.
γ) Οι τρέχουσες ανάγκες στρέφουν τις προτεραιότητες κάθε δημοτικής Αρχής στην επίλυση και ικανοποίηση νέων αναγκών. Με δεδομένο την έλλειψη προσωπικού είναι προφανής η αδυναμία αντιμετώπισης αυτού του προβλήματος το οποίο έρχεται σε δεύτερη προτεραιότητα.
δ) Η ανάθεση των μελετών δεν επιλύει το πρόβλημα αφού αποτελεί την Α’ φάση ενεργειών. (Μια πρώτη προεκτίμηση του κόστους ανάθεσης μελετών στατικής επάρκειας των κτιριακών υποδομών του Δήμου Νάουσας, ξεπερνά τα 2.000.000,00 € χωρίς να υπολογίζει κανείς το κόστος των παρεμβάσεων που είναι αδύνατο να προϋπολογισθεί.)
Το πρόβλημα επιλύεται με την εκτέλεση του έργου αποκατάστασης. Αυτό όμως μεταφράζεται συνήθως σε νέες και μάλιστα πολλές φορές υπέρογκες για τον αυτοδιοικητικό κορβανά δαπάνες που δυσχεράνουν την τελική απόφαση κάθε δημοτικής αρχής για ανάθεση ή μη της εκτέλεσης του έργου. Έτσι έρχονται οι ΟΤΑ να θεραπεύσουν αδυναμίες για τις οποίες δεν ήσαν υπεύθυνοι και ταυτόχρονα να τις χρηματοδοτήσουν.
ε) Από στοιχεία παρόμοιων μελετών φαίνεται ότι η χρηματοδότηση ενός και μόνο σχολικού συγκροτήματος μπορεί να απορροφήσει ακόμη και το ετήσιο ποσό της ΣΑΤΑ με την οποία ένας Δήμος καλείται να καλύψει νέες ανάγκες του.
Γεγονός πάντως είναι με το ισχύον νομικό καθεστώς και με τα δεδομένα κάθε ΟΤΑ, ότι το πρόβλημα δεν επιλύεται και μάλλον διογκώνεται. Κατόπιν τούτου θα πρέπει να διερευνηθούν τρόποι για την αντιμετώπισή του.
ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ
Έτσι προτείνονται με σειρά προτεραιότητας τα παρακάτω:
α) Η δημιουργία ανά νομό ή περιφέρεια, εταιρείας ή άλλης μορφής Δημοσίου που θα εποπτεύεται κεντρικά από το νεοσυσταθέντα φορέα «Κτιριακές Υποδομές», για την εκπόνηση και επίβλεψη σχετικών μελετών και έργων. Η ίδια θα έχει και την αρμοδιότητα τακτικών ελέγχων όλων των σχολικών και δημοτικών κτιριακών εγκαταστάσεων, ενώ κάθε κτίριο θα έχει το δικό του βιβλίο ελέγχου. Με τον τρόπο αυτό το κτίριο δεν θα αφήνεται στην τύχη του αλλά τα περισσότερα προβλήματα θα αντιμετωπίζονται στα πλαίσια της πρόληψης.
β) Η θεώρηση ως νομίμως υφισταμένων όλων των σχολικών κτιριακών εγκαταστάσεων εφόσον έχουν υλοποιηθεί από τον πρώην ΟΣΚ. Αυτό αποτελεί μια δύσκολη πράγματι απόφαση, αλλά στο βαθμό που είναι εκ του νόμου τυπική απαίτηση (ενώ υπάρχουν οι μελέτες και το έργο έχει υλοποιηθεί σύμφωνα με αυτές (ουσία)), θα πρέπει να διερευνηθεί πολύ σοβαρά. Πάντως από επικοινωνία μας με τον πρώην ΟΣΚ, η πιθανότητα να υπάρχει σχολική μονάδα η οποία να έχει μελετηθεί και κατασκευασθεί χωρίς οικοδομική άδεια είναι σχεδόν μηδενική.
γ) Η χωρίς χρονικό όριο ισχύ του νόμου (για τους Δήμους) για τη ρύθμιση των αυθαιρέτων κατασκευών εκτός αν το κεντρικό κράτος αναλάβει το κόστος των μελετών και των σχετικών παρεμβάσεων.
δ) Η χρηματοδότηση των διαδικασιών ανάθεσης από το κεντρικό κράτος ΕΣΠΑ ή άλλες πηγές δανειοδότησης.
ε) Η διαδικασία νομιμοποίησηςή τακτοποίησης των αυθαιρέτων ισόγειων κατασκευών του Δήμου να γίνεται χωρίς να απαιτείται εξειδικευμένη στατική μελέτη αλλά με την απλή συμπλήρωση δελτίου δομικής τρωτότητας.
Ύστερα από αυτά γίνεται τουλάχιστον φανερό ότι υπάρχει το πρόβλημα. Πρόβλημα που έως σήμερα δεν αντιμετωπίστηκε και είναι φανερό ότι και στο μέλλον θα παραμείνει μια ανοικτή πληγή. Επίσης είναι φανερό πως οι ΟΤΑ (ιδιαίτερα οι μικροί) με την σημερινή τους μορφή (Υποστελέχωση, έλλειψη πόρων, κλπ), πρακτικά δεν είναι σε θέση να ανταπεξέλθουν και να θεραπεύσουν αυτήν την πραγματικότητα. Καλείται επομένως η πολιτεία να δώσει άμεσα μια ρεαλιστική λύση.