Στις προϋποθέσεις και στα χαρακτηριστικά μιας πορείας ανάκαμψης του κλάδου των κατασκευών, στα διαχρονικά του προβλήματα, αλλά και σε θέματα τεχνικής παιδείας, αναφέρθηκε η συνάδελφος, με μακρά θητεία στα κοινά μέσα από τα διοικητικά όργανα του ΤΕΕ, την Αυτοδιοίκηση και το Κοινοβούλιο, κ. Ασημίνα Ξηροτύρη – Αικατερινάρη, σε συνέντευξη που παραχώρησε στο blog του ΤΕΕ/ΤΚΜ, με αφορμή την παράλληλη φιλοξενία στο blog της διπλωματικής εργασίας της, με θέμα “η πορεία του κλάδου των κατασκευών, η συμβολή του στην ανάπτυξη της χώρας και οι προοπτικές ανάκαμψη από την κρίση”.
Ερώτηση: Η ερευνητική σας εργασία για την εξέλιξη του κλάδου των κατασκευών, λαμβάνει υπόψη το μεγάλο χρονικό διάστημα της δεκαετούς οικονομικής κρίσης 2010-2020. Η κρίση της πανδημίας πόσο μεταβάλει τις εκτιμήσεις σας για τον απαιτούμενο χρόνο επιστροφής του κλάδου στην ευρωστία του 2000-2009 και ποιες είναι αυτές οι εκτιμήσεις;
Α.Ξηροτύρη: Στην ιστορική αναδρομή που γίνεται εισαγωγικά στην εργασία μου για την πορεία του κλάδου των κατασκευών, διαπιστώνεται ότι από την εποχή του Χαρ. Τρικούπη 1880 ο κλάδος αποτελεί σταθερά ένα στρατηγικό τομέα, κινητήριο μοχλό για την οικονομική ανάπτυξη, την τεχνολογική πρόοδο, αλλά και την κοινωνική συνοχή και την ευημερία της χώρας, με σημαντική συμβολή στο ΑΕΠ, αξιόλογες επενδύσεις και υψηλά ποσοστά απασχόλησης.
Στις τις ευνοϊκές περιόδους για την οικονομία της χώρας και ιδιαίτερα στη «χρυσή δεκαετία 2000-2009» διαμορφώθηκαν συνθήκες υψηλής προστιθέμενης αξίας για τον κατασκευαστικό κλάδο πλέον των 22,5δις, που επηρέασαν το ΑΕΠ μέχρι και 15%, ενώ δημιουργήθηκαν στον ευρύτερο τομέα περί τις 600.000 θέσεις εργασίας. Δυστυχώς η μεγάλη οικονομική κρίση που ακολούθησε ανέκοψε με σφοδρότητα την μέχρι τότε κατασκευαστική έκρηξη και οδήγησε τον κλάδο σε δεινή θέση, με μεγάλη μείωση πλέον του 50%, στην προστιθέμενη αξία, στην απασχόληση και στις επενδύσεις και χαρακτηριστική την κατάρρευση της οικοδομικής δραστηριότητας.
Και μόλις σιγά σιγά άρχισε η ανάκαμψη από την παρατεταμένη κρίση τριών μνημονίων και 25% ύφεση, έρχεται σήμερα να προστεθεί και η επώδυνη ύφεση περί το 10% λόγω της πανδημίας. Γι` αυτό και τα περιθώρια για θετικές εκτιμήσεις για μια ουσιαστική επανεκκίνηση της αναπτυξιακής διαδικασίας της χώρας και του κατασκευαστικού τομέα ειδικότερα είναι περιορισμένα.
Παρά ταύτα η μεγάλη πρόκληση για το σημαντικό πακέτο του Ταμείου Ανάκαμψης σε συνδυασμό με τις πολλαπλές βιώσιμες αναπτυξιακές δυνατότητες της χώρας και κατ΄ αντιστοιχία του κατασκευαστικού κλάδου, που εξακολουθεί να κατέχει μία σημαντική θέση στην ελληνική οικονομία και την ανάπτυξη της χώρας, και ειδικότερα με τη μεγάλη εμπειρία του στους τομείς της ενέργειας, στις συνδυασμένες μεταφορές και στις υποδομές, στα συστήματα νέων τεχνολογιών, στην κατοικία και τις τουριστικές εγκαταστάσεις κ.ά, είναι εφικτό μέσα από ένα εθνικό στρατηγικό σχεδιασμό να ξεκινήσει η παραγωγική ανασυγκρότηση και ανάκαμψη της χώρας και να υπάρξει μία ουσιαστική ανάκαμψη του κατασκευαστικού τομέα και των επιχειρήσεών του .
Ερώτηση: Η προσπάθεια ανάπτυξης του κλάδου των κατασκευών, σε ποιο βαθμό είναι αντικειμενικά ανελαστική όσον αφορά το οικονομοτεχνικό μοντέλο αυτής της ανάπτυξης και σε ποιο βαθμό μπορεί να διαμορφώνεται βάσει διαφορετικών ιδεολογικών καταβολών εκείνων που καλούνται να την υπηρετήσουν;
Α.Ξηροτύρη: Η μεγάλη πλέον της δεκαετίας οικονομική κρίση που έπληξε τη χώρα ανέδειξε μεταξύ των άλλων και τα ελλείμματα, τις καθυστερήσεις και τους αναχρονισμούς αλλά και την αποσπασματικότητα του παραγωγικού μοντέλου, που εφαρμόσθηκε για πολλές δεκαετίες από τις Κυβερνήσεις της χώρας.
Παρά τους υψηλούς δείκτες στο παρελθόν, η ανάπτυξη δεν είχε στοιχεία διατηρησιμότητας και δίκαιης κατανομής των ωφελειών στο σύνολο της κοινωνίας. Δεν δημιουργήθηκαν σταθερές θέσεις εργασίας, δεν ενισχύθηκε η ισχνή παραγωγική βάση και η χαμηλή ανταγωνιστικότητα της χώρας, ενώ υψηλά παρέμειναν τα ελλείμματα του ισοζυγίου πληρωμών.
Η λειτουργία της χώρας χαρακτηριζόταν από την έλλειψη ενός στρατηγικού σχεδίου ανάπτυξης και δημοσιονομικής οικονομικής πολιτικής, όπως και μίας αδύναμης δημόσιας διοίκησης με σημαντικές επιρροές από το πελατειακό κράτος.
Αυτές είναι γνωστές αδυναμίες που φιλελεύθεροι, κεντρώοι και αριστεροί αναγνωρίζουν ως βασικούς συντελεστές που οδήγησαν στην οικονομική κρίση και το σκληρότερο πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής, που μεταξύ των άλλων έπληξε δραματικά και τη σημαντική παραγωγική δύναμη της χώρας που είναι ο κατασκευαστικός τομέας .
Πέραν αυτών ο ιδεολογικός προσανατολισμός και οι πολιτικές προτάσεις για την σταθεροποίηση και ανάκαμψη, που συγκρούσθηκαν ιδαίτερα αυτά χρόνια της κρίσης, είχαν την αφετηρία τους στις δύο κύριες οικονομικές σχολές:
- Την επαναστατική για την εποχή της, πρόταση του J. M. Keynes 1936 ότι
«η εφαρμογή μίας σχεδιασμένης επεκτατικής δημοσιονομικής πολιτικής
(π.χ. Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων για τις συγκοινωνίες, τις επικοινωνιακές, ενέργειας και εγγειοβελτιώσεων υποδομές, την παιδεία, την υγεία και την ευρύτερη κοινωνική πρόνοια) είναι κατάλληλη για την αντιμετώπιση των υφέσεων» , θεωρία που στήριξε την ανάκαμψη στις δυτικές οικονομίες μετά το Β΄Παγκόσμιο πόλεμο και
– Την κλασσική, φιλελεύθερη οικονομική σκέψη ότι «δεν είναι απαραίτητη η ενεργητική δημοσιονομική πολιτική η παρέμβαση του κράτους και οι δυνάμεις της αγοράς και της ζήτησης θα οδηγήσουν στην ισορροπία και στην απασχόληση». Θεωρία η οποία απέκτησε δύο μεταλλάξεις «τον καπιταλισμό με ανθρώπινο πρόσωπο» και τον «νεοφιλελευθερισμό» .
Στην περίπτωση της χώρας μας και εφόσον με συναίνεση για τις αναγκαίες μεγάλες αλλαγές αρθούν οι χρόνιες κοινά αποδεκτές αδυναμίες στη λειτουργία του κράτους, θεωρώ ότι είναι πρωταρχική και ανελαστική ανάγκη «η επανεκκίνηση της αναπτυξιακής διαδικασίας να συνδεθεί με ένα εθνικό στρατηγικό σχέδιο Ανάκαμψης της χώρας, πολύ περισσότερο σήμερα που μετά από μία σκληρή δημοσιονομική προσαρμογή έρχεται να προστεθεί και η κρίση της πανδημίας» .
Σε αυτό το σχεδιασμό θεωρώ επίσης ότι είναι πιο κατάλληλη έως και ανελαστική «η εφαρμογή μίας επεκτατικής δημοσιονομικής πολιτικής και ειδικότερα αυτής που αφορά στην ενίσχυση των Δημόσιων Επενδύσεων με το προβάδισμα σε έργα και δράσεις που ενισχύουν την απασχόληση, την εξωστρέφεια και την ανταγωνιστικότητα, και παράλληλα την υγεία και γενικά την ευημερία στο σύνολο της χώρας».
Αυτή η πολιτική συμβάλλει καθοριστικά στην σχεδιασμένη και βιώσιμη ανασυγκρότηση και ανάκαμψη του κατασκευαστικού τομέα, στην ανάκτηση του σημαντικού του ρόλου στην οικονομία και τη συμβολή στην κοινωνική συνοχή και τεχνολογική πρόοδο της χώρας .
Ερώτηση: Πως αποτιμάτε τον ρόλο των θεσμικών φορέων εκπροσώπησης του τεχνικού κόσμου και στις προσπάθειες ανάπτυξης -και πλέον ανάκαμψης- του κατασκευαστικού κλάδου, αλλά και στις προσπάθειες εκσυγχρονισμού του θεσμικού – κανονιστικού πλαισίου;
Α.Ξηροτύρη: Υπάρχει ένα μεγάλο πλέγμα φορέων που εκπροσωπούν τον τεχνικό κόσμο της χώρας όπως είναι το Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδας, οι σύνδεσμοι των εργοληπτικών κατασκευαστικών επιχειρήσεων και εταιρειών, οι κλαδικοί σύλλογοι των ειδικοτήτων των Μηχανικών και διάφορες ενώσεις που αφορούν κυρίως μεγάλους χώρους δουλειάς των Μηχανικών, όπως και των πτυχιούχων της Τεχνολογικής εκπαίδευσης .
Στους εν λόγω φορείς του τεχνικού κόσμου κορυφαίος είναι το Τεχνικό Επιμελητήριο της Ελλάδας και τα Περιφερειακά του τμήματα. Θεσμοθετημένος τεχνικός Σύμβουλος της χώρας, που σε δύο χρόνια το 2023 θα κλείσει 100 χρόνια από την ίδρυσή του. Από τους πολυπληθέστερους επιστημονικούς οργανισμούς της χώρας που εκπροσωπεί ένα κατεξοχήν παραγωγικό τομέα και που ο ρόλος και η συμβολή στην ανάπτυξη της χώρας και στον εκσυγχρονισμό του θεσμικού – κανονιστικού της πλαισίου σε αυτή την εκατονταετία ήταν καθοριστικός.
Είναι όμως γεγονός ότι την τελευταία δεκαπενταετία ορισμένες νομοθετικές ρυθμίσεις σε συνδυασμό και με λειτουργικές αδυναμίες του ίδιου του ΤΕΕ έπληξαν τον θεσμικό του ρόλο, ενώ στην παρατεταμένη περίοδο της κρίσης η πολιτεία δεν αξιοποίησε την πολύχρονη και σε πολλαπλούς παραγωγικούς τομείς εμπειρία του τεχνικού του Συμβούλου του ΤΕΕ για να συνθέσει ένα βιώσιμο σχέδιο για την ανάκαμψη της χώρας που δεν θα επέμεινε στο δόγμα «σταθεροποίηση με λιτότητα», αλλά «σταθεροποίηση με ανάπτυξη».
Παράλληλα ο Τεχνικός κόσμος που βίωσε βαρύτατο πλήγμα από την οικονομική κρίση, και ιδιαίτερα οι νέοι Μηχανικοί θεώρησαν το ΤΕΕ και τους άλλους φορείς εκπροσώπησης του τεχνικού κόσμου παράγοντες της κρίσης και έχασαν την εμπιστοσύνη και ελπίδα σε αυτούς ότι θα εξακολουθούν όπως στο καλό παρελθόν να τους στηρίζουν όχι μόνο επαγγελματικά αλλά και σε όλο το πλέγμα των δικαιωμάτων τους που απορρέουν από τις σπουδές και τον παραγωγικό τους ρόλο και ακόμη και στις ανάγκες της επιβίωσής τους πολλές φορές..
Εύχομαι και ελπίζω σε μία επανεκκίνηση της αναπτυξιακής και παραγωγικής διαδικασίας της χώρας με ένα στρατηγικό εθνικό σχέδιο ανάπτυξης η πολιτεία θα αξιοποιήσει το σημαντικό επιστημονικό, κοινωνικό και συνδικαλιστικό οπλοστάσιο του ΤΕΕ και των άλλων φορέων εκπροσώπησης του τεχνικού κόσμου της χώρας.
Ερώτηση : Από την πολυετή απασχόλησή σας στον τομέα των κατασκευών επαγγελματικά ως μηχανικός, επί χρόνια στα όργανα του ΤΕΕ και ως πολιτικός και σήμερα μετά τα στοιχεία της επιστημονικής σας εργασίας πως θα συνοψίζατε τις προτάσεις σας για την βιώσιμη ανάκαμψη του κλάδου;
Α.Ξηροτύρη: Θεωρώ ότι σε μία δύσκολη πορεία ανάκαμψης και παραγωγικής ανασυγκρότησης της χώρας από το αρνητικό οικονομικό και χρηματοπιστωτικό περιβάλλον, ο κατασκευαστικός κλάδος πρέπει να αξιοποιήσει την μεγάλη εμπειρία του, το ανθρώπινο δυναμικό του για να ξεπεράσει τα χρονίζοντα προβλήματά του και με νέες δραστηριότητες και καινοτόμα χρηματοδοτικά και αναπτυξιακά εργαλεία να συμβαδίσει σε αυτήν την πορεία ανάκαμψης, ώστε να συνεχίσει να αποτελεί ένα οργανικό κλάδο της ελληνικής Οικονομίας και της Ανάπτυξης της χώρας .
Ειδικότερα οι κατασκευαστικές επιχειρήσεις, αλλά τα τεχνικά γραφεία των μηχανικών και θα πρέπει αναζητήσουν νέες δραστηριότητες: στις ήπιες μορφές ενέργειας και τα έργα αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής, στις συνδυασμένες μεταφορές και στις υποδομές (εθνικά και διευρωπαϊκά οδικά και σιδηροδρομικά δίκτυα, εφοδιαστική αλυσίδα (logistics)), στην αναβάθμιση του κτιριακού αποθέματος, στην παραθεριστική κατοικία και τουριστικές εγκαταστάσεις και να τολμήσουν εγκαταστάσεις και συστήματα νέων τεχνολογιών στην Βιομηχανική παραγωγή και την Μεταποίηση των αγροτικών προϊόντων .
Να στηριχθούν γι` αυτά στο αξιόλογο επιστημονικό και τεχνικό τους δυναμικό και το επιχειρηματικό τους υπόβαθρο και σε συνδυασμό με μία σύγχρονη, καινοτομική Στρατηγική και Διαχείριση, που θα βοηθήσει ιδιαίτερα τις Μικρομεσαίες κατασκευαστικές επιχειρήσεις να εδραιώσουν δυναμικά χωρίς αγκυλώσεις και εξαρτήσεις την παρουσία τους στο εσωτερικό της χώρας, και τις μεγαλύτερες να αναβαθμίσουν την παρουσία τους και την ανταγωνιστικότητά τους και στις χώρες του Εξωτερικού, που ήδη δραστηριοποιούνται ή και να αναζητήσουν νέες αγορές .
Βασική προϋπόθεση για τα παραπάνω είναι η απόφαση της πολιτείας να εντάξει τον προγραμματισμό και σχεδιασμό των Υποδομών ως ένα βασικό Υποπρόγραμμα του εθνικού σχεδιασμού για την Ανάπτυξη της χώρας και την Αξιοποίηση του ταμείου Ανάκαμψης. Υποπρόγραμμα που θα αποτυπώνει δημοκρατικά και ισόρροπα τις ανάγκες για τα έργα αναπτυξιακών και κοινωνικών Υποδομών, αλλά και εκσυγχρονισμού του νομοθετικού πλαισίου, λαμβάνοντας βέβαια υπόψη τον εθνικό και περιφερειακό σχεδιασμό που προηγήθηκε, τα έργα που υλοποιήθηκαν και τις αστοχίες που σημειώθηκαν. Η πορεία υλοποίησης του Προγράμματος αυτού θα πρέπει που συνεχώς να ελέγχεται και να επικαιροποιείται με τη βοήθεια μίας υπεύθυνης και έμπειρης δημόσιας αρχής ή Οργανισμό.
Ερώτηση: Με δεδομένο το πείσμα σας να επιστρέψετε στα θρανία ποια είναι η άποψή σας για την Τεχνική Παιδεία στην Ελλάδα όπως έχει διαμορφωθεί τα τελευταία χρόνια, σε σύγκριση με το ξεκίνημα της σταδιοδρομία σας και τον πρώτο κύκλο της δική σας φοιτητικής διαδρομής;
Α.Ξηροτύρη: Για την ανώτατες βαθμίδες της Τεχνικής Παιδειας η αλματώδης πρόοδος των επιστημών και της τεχνολογίας στο δεύτερο ήμισυ του 20ου αιώνα ανέδειξαν την ανάγκη των ενιαίων σπουδών τόσο για την επιστημονική θεμελίωση και πρόσβαση σε ανώτερα γνωστικά αντικείμενια, όσο και προς το αντίκρυσμά τους στην αγορά εργασίας . Σε ένα τέτοιο πλαίσιο εντάσσονται και οι ανώτατες έξη Πολυτεχνικές Σχολές που σταδιακά ιδρύθηκαν στη χώρα, με πρωτο το ΕΜΠ το 1837, δεύτερη τη Πολυτεχνική Σχολή του ΑΠΘ το 1955 κ.λ.π. Πρωταρχικοί στόχοι : Η ισοτιμία τους , η συστηματική διδασκαλία των γνωστικών αντικειμένων, η έρευνα και η σύνδεσή της με την τεχνολογία και τις εφαρμοσμένες επιστήμες και η διακίνηση της ελεύθερης σκέψης και ανοιχτές σχολές σε όλους τους πολίτες με αξιοκρατικούς κανόνες εισόδου χωρίς αποκλεισμούς, αφού υπηρετούν το μεγάλο δημόσιο αγαθό της Ανώτατης Παιδείας.
Αυτή ήταν η πορεία και το πλαίσιο λειτουργίας των Δημόσιων Ανώτατων Τεχνικών σχολών – Πολυτεχνείων – της χώρας, με εξαίρεση την περίοδο της δικτατορίας, η οποία όμως και ανατράπηκε με την κορυφαία ηρωϊκή πράξη των φοιτητών στο ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ!!! .
Στο στο δεύτερο αυτό μισό του 20ου αιώνα άρχισε η φοτητική μου διαδρομή με τις σπουδές του Πολιτικού Μηχανικού στην Πολυτεχνική σχολή του ΑΠΘ και λίγο αργότερα και τις μεταπτυχιακές με την απόκτηση του διδακτορικού μου διπλώματος. Σημειωτέον ότι οι μεταπτυχιακές σπουδές ήταν δύσκολο για εκείνη την εποχή και σε περιοριμένο αριθμό για να εκπονηθούν στο Εσωτερικό.
Αλλά και κατά την άσκηση του επαγγέλματός μου ως μελετητής Μηχανικός και αργότερα πολιτικός, παρακολουθούσα συστηματικά τις εξελίξεις της επιστήμης και της τεχνολογίας μέσα και από την πορεία των δημόσιων Πανεπιστημιακών – τεχνικών ιδρυμάτων της χώρας .
Είναι γεγονός ότι επί πέντε δεκαετίες (1950-2000) το ελληνικό δημόσιο Πανεπιστήμιο εξελίχθηκε ομαλά και εδραίωσε τον σημαντικότου ρόλο παρα και τις δυσκολίες και ενδοπανεπιστημιακές του αδυναμίες, ιδιαίτερα μέσα σε μία ραγδαία εξελισσόμενη βιομηχανική και τεχνολογική επανάσταση και τις αρχές αυτής της Πληροφορικής, όπου απαιτείται ισχυρή στήριξη της εφαρμοσμένης ‘ερευνας .
Και επιιπλέον σε μία εποχή που για την εξοικονόμηση δημόσιων πόρων με τη Θάτσερ προωθείται η συνθήκη της Μπολόνιας και τα ιδιωτικά Πανεπιστήμια για τους λίγους. Με την Ευρωπαϊκή Ενωση να επηρεάζεται και να επιχειρεί τη συρρίκνωση των προύπολογισμών της και στη δημόσια Πανεπιστημιακή και τεχνολογική Παιδεία.. Έτσι ξεκινούν και η ίδρυση και τα προνόμια των ιδιωτικών Πανεπιστημίων, συχνά με ελλειπές πλαίσιο προδιαγραφών και ελέγχων για τη λειτουργία τους και τη δυνατότητα χορήγησης των πτυχίων, αλλά και για την εκχώρηση επαγγελματικών δικαιωμάτων.
Το ελληνικό δημόσιο Πανεπιστήμιο και το φοιτητικό κίνημα αντιστέκεται όσο μπορεί και καταφέρνει όπως φαίνεται από πολλές σοβαρές αξιολογήσεις της διεθνούς πανεπιστημιακής κοινότητας το μέσο επίπεδο των σπουδών στα ελληνικά πανεπιστήμια και οι απόφοιτοί του να μην υστερούν των γνωστών για την πανεπιστημιακή τους παράδοση Ευρωπαικών χωρών , ενώ υπερέχει σαφώς του μέσου επιπέδου πολλών κολλεγίων στο Αμερικάνικο πανεπιστημιακό σύστημα.
Όσο αφορά τις άλλες βαθμίδες Τεχνολογικής Εκπαίδευσης, με το νόμο Ν. 1404 /83 ιδρύονται τα Τεχνολογικά Εκπαιδευτικά Ιδρύματα (ΤΕΙ), τα οποία ανήκουν στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση. Τα ΤΕΙ είναι ΝΠΔΔ και αυτοδιοικούνται στα πλαίσια του ιδρυτικού τους νόμου. Αποστολή των ιδρυμάτων αυτών είναι να παρέχουν θεωρητική και πρακτική εκπαίδευση, επαρκή για την εφαρμογή επιστημονικών, τεχνολογικών, καλλιτεχνικών ή άλλων γνώσεων στο επάγγελμα. Πρόσφατα τα ΤΕΙ με τους νόμους το 2018 και 2019 καταργήθηκαν και απορροφήθηκαν από πανεπιστημιακά ιδρύματα, δηλαδή έγιναν όλα Πανεπιστήμια, τροποποιώντας τα προγράμματα σπουδών τους με αντίστοιχα πανεπιστημιακά. Τα θέματα της οργάνωσης της γενικής και της ανώτατης τεχνικής παιδείας, και τα επαγγελματικά δικαιώματα συνεχίζουν να αποτελούν ένα σοβαρό σημείο τριβής στην Δημόσια Τεχνική Παιδεία.
Στη δεκαετία που πέρασε λόγω του αρνητικού οικονομικού και χρηματοπιστωτικού περιβάλλοντος, αποφάσισα να εμβαθύνω με νέες μεταπτυχιακές σπουδες σε σχετικά θέματα της Οικονομικής Επιστήμης, παρότι ως ενεργή πολιτικός και μηχανικός είχα αρκετα στοιχεία να προσεγγίσω τις προτάσεις βελτίωσης της κατάστασης.
Στην έρευνα που έκανα διαπίστωσα ότι υπάρχουν πολύ καλά μεταπτυχιακά προγράμματα στο ελληνικό δημόσιο Πανεπιστήμιο, αλλά χρειάζονται θετικότερες ρυθμίσεις και διαδικασίες στήριξης και ανάδειξης.
Η εμπειρία μου και αυτή τη φορά ακόμα περισσότερο ήταν συναρπαστική διότι «η Παιδεία είναι εισπνοή παρελθόντος και εκπνοή μέλλοντος» όπως πολύ εύστοχα στοχάζεται ο σπουδαίος επιστήμονας καθηγητής Θεοδόσης Τάσιος .