Εντός / Εκτός στον δημόσιο χώρο της Αθήνας – Ενεργοποιώντας ξανά ένα «κενό» της πόλης

Χάρις Κανελλοπούλου

Περίληψη

Η τέχνη στον δημόσιο χώρο αποτελεί ένα διαρκώς μεταβαλλόμενο πεδίο, μία διακριτή μορφή καλλιτεχνικής πρακτικής, η οποία προ(σ)καλεί τους κατοίκους και τους επισκέπτες της πόλης σε νέες αναγνώσεις της, εκτός ή παράλληλα με την καθημερινή εμπειρία και λειτουργία του δημόσιου χώρου.

Τα τελευταία χρόνια της κρίσης, σε ένα πλαίσιο καίριων και οξύτατα έντονων οικονομικών και κοινωνικοπολιτικών αλλαγών, η πόλη αποτελεί «ζωτική πρωταγωνίστρια» στη σκηνή της καλλιτεχνικής δημιουργίας· στον δημόσιο χώρο της οι καλλιτέχνες καλούνται να αναπτύξουν έργα και ιδέες σε άμεσο διάλογο με τις συνθήκες και τον ρυθμό της ιστορίας και της τρέχουσας αστικής καθημερινότητας, επενδύοντας τόσο σε κοινωνικοπολιτικές αναζητήσεις όσο και σε αισθητικές αξίες.

Η συγκεκριμένη εισήγηση εστιάζει σε μία σειρά εικαστικών παρεμβάσεων στον δημόσιο χώρο της Αθήνας, όπως πραγματοποιήθηκαν μέσα από το πρότζεκτ Εντός/Εκτός, το οποίο οργανώθηκε από τη Μονάδα Καινοτομίας και Επιχειρηματικότητας (ΜοΚΕ) της Ανωτάτης Σχολής Καλών Τεχνών σε ένα ανενεργό, «κενό» κατάστημα στο Μέγαρο Κωνσταντόπουλου, εντός της στοάς της οδού Πανεπιστημίου 44 στην Αθήνα.

Μέσω της εισήγησης αυτής υπογραμμίζεται ο σημαντικός ρόλος που διαδραματίζουν οι εικαστικές παρεμβάσεις στον δημόσιο χώρο σχετικά με την επανενεργοποίηση αδρανών, «κενών» χώρων και του περιβάλλοντός τους, επιζητώντας τη διάδραση μεταξύ του έργου και του «θεατή»-καθημερινού χρήστη του δημόσιου χώρου, και ζωντανεύοντας τη διαλογική σχέση ανάμεσα στην ιστορία και την καθημερινή εικόνα του εκάστοτε σημείου της πόλης. Σκοπό της εισήγησης αποτελεί ακόμα να συζητηθεί ο τρόπος που οι εικαστικές παρεμβάσεις στον δημόσιο χώρο, δίχως να προκαθορίζουν εξολοκλήρου τον σχεδιασμό του, άλλοτε «αναστατώνουν» κι άλλοτε πιστοποιούν στοιχεία του χαρακτήρα του· άλλοτε «διακόπτουν» και άλλοτε εναρμονίζονται με τον ρυθμό της καθημερινότητας· άλλοτε οικειοποιούνται κι άλλοτε αμφισβητούν τις εκάστοτε χρήσεις του δημόσιου χώρου, επιχειρώντας να γίνουν μέρος της δημόσιας ζωής και του ιστού της πόλης, να εγείρουν ερωτήματα, να προκαλέσουν νέες ιδέες, να πυροδοτήσουν τη δημιουργικότητα και να ενεργοποιήσουν το περιβάλλον τους, συμβάλλοντας στις εναλλαγές και στη δυναμική της πόλης.

To Εντός/Εκτός αποτελεί ένα πρότζεκτ που οργανώθηκε από τη Μονάδα Καινοτομίας και Επιχειρηματικότητας (ΜοΚΕ) της Ανωτάτης Σχολής Καλών Τεχνών υπό την επιστημονική επίβλεψη του ζωγράφου και αναπληρωτή καθηγητή της ΑΣΚΤ Βασίλη Βλασταρά. Κατά τη διάρκεια υλοποίησής του, από τον Μάρτιο έως τον Οκτώβριο του 2015, έργα τελειόφοιτων και μεταπτυχιακών σπουδαστών, καθώς και πρόσφατων αποφοίτων της Ανωτάτης Σχολής Καλών Τεχνών, και από τα δύο τμήματα της Σχολής, φιλοξενήθηκαν διαδοχικά στον χώρο ενός ανενεργού καταστήματος και κληροδοτήματος της ΑΣΚΤ, στο Μέγαρο Κωνσταντόπουλου, εντός της στοάς επί της οδού Πανεπιστημίου 44, σε επιμέλεια της υπογράφουσας Χάριτος Κανελλοπούλου (ΕΝΤΟΣ/ΕΚΤΟΣ Facebook Page).

Οι συμμετέχοντες κλήθηκαν να δημιουργήσουν έργα με αφορμή αυτόν τον χώρο σε ένα σημείο της πόλης στα όρια ανάμεσα στο ιδιωτικό και το δημόσιο. Εντός μίας προστατευμένης «προθήκης», αλλά εκτός ενός συμβατικού εκθεσιακού χώρου, εντός του αστικού μικρόκοσμου μιας στοάς και εκτός του κεντρικού δικτύου της πόλης, σε έναν ζωτικό χώρο ανάμεσα στο «στεγασμένο» και το «υπαίθριο», παρουσίασαν εικαστικές παρεμβάσεις διερευνώντας τη διαδραστική σχέση μεταξύ έργου και θεατή και ενεργοποιώντας τον διάλογο με την ιστορία και την εικόνα της πόλης, με τον διαρκώς μεταβαλλόμενο και λειτουργικά «εφαρμοσμένο» δημόσιο χώρο, ο οποίος ζωντανεύει τα στοιχεία που συγκεντρώνονται μέσα από την κίνηση και τη χρήση του λόγου (Certeau 1984, 117).

Εικόνα 1 Άποψη του χώρου της ΑΣΚΤ στο Μέγαρο Κωνσταντόπουλου, στην οδό Πανεπιστημίου 44, με το έργο της Άντας Πετρανάκη Τα τάματα του Ζάντμαν (2015).

Το Μέγαρο Κωνσταντόπουλου, στη στοά της οδού Πανεπιστημίου 44, βρίσκεται κοντά στον ομφαλό της Αθήνας, την πλατεία Ομονοίας. Η Ομόνοια είναι μία από τις κεντρικές πλατείες της πόλης, η οποία ήδη από τα χρόνια της έντονης αστικοποίησης αποτέλεσε τοπόσημο αναφοράς για όσους βρίσκονταν για πρώτη φορά στην πόλη, σημείο εμπορικής δραστηριότητας και κοινωνικής ώσμωσης (Φιλιππίδης 1990, 174)× στην πορεία της μέχρι σήμερα, αποτελεί κεντρικό σημείο συνάντησης για τους πολίτες που μετακινούνται προς διάφορα σημεία της πόλης, αλλά πλέον, κατά τα χρόνια της κρίσης, και χώρο συνάθροισης και κατοίκησης ανθρώπων του περιθωρίου, αστέγων, προσφύγων και μεταναστών. Σχεδιασμένη στην τελευταία αναμόρφωσή της ως κυκλοφοριακός κόμβος παράλληλης κίνησης, παραμένει ένα από τα συχνότερα περάσματα της πολύβουης μεγαλούπολης, με έντονα όμως τα σημάδια της απόγνωσης και της κοινωνικής κατάρρευσης – μέσα από μια συνθήκη «εντροπίας» που επιβάλλεται από την υπάρχουσα οικονομική κρίση.

Ως προς το Μέγαρο Κωνσταντόπουλου, και αυτό διακρίνεται για τη δική του ιστορία στην πόλη (Βασιλόπουλος 2018). Το 1843 ανεγείρεται στο συγκεκριμένο σημείο, στη γωνία των οδών Πανεπιστημίου και Χαριλάου Τρικούπη, διώροφο νεοκλασικό οίκημα σε σχέδια του Σταμάτιου Κλεάνθη, το οποίο χρησιμοποιείται αρχικά ως ιδιωτική οικία του συνεργάτη του, Βαυαρού Καρλ Βέρτχαϊμ, για να μετατραπεί στα χρόνια του μεσοπολέμου σε γραφεία του «Λαϊκού Κόμματος» υπό την ηγεσία του Παναγή Τσαλδάρη. Μεταπολεμικά, το 1962, το νεοκλασικό σπίτι κατεδαφίζεται και στη θέση του υψώνεται το Μέγαρο Κωνσταντόπουλου, ένα σύγχρονο, πολυώροφο αστικό οικοδόμημα, μπροστά από την είσοδο του οποίου διαμορφώνεται εμπορική στοά. Στη νέα εποχή, το πολυσύχναστο κτίριο φιλοξενεί υπηρεσίες (ανάμεσά τους ως κομβικό σημείο αναφοράς το Επαγγελματικό Επιμελητήριο Αθηνών), γραφεία, καταστήματα, αποθήκες. Μέσα στη στοά που ανήκει, όπως είθισται στις στοές που μοιάζουν με «μικρές πόλεις» μέσα στη μεγαλούπολη, δραστηριοποιείται η μικρογραφία μιας ολόκληρης κοινωνίας που διαμορφώνει τις αστικές συνήθειες και διαμορφώνεται από αυτές. Στην περίπτωση της οδού Πανεπιστημίου 44, το Μέγαρο Κωνσταντόπουλου – στο οποίο ανήκει και το κληροδότημα της Καλών Τεχνών – χάρη στις εργασίες και τις υπηρεσίες που φιλοξενεί, δίνει τον τόνο μιας καθημερινής ροής κίνησης στη στοά, η οποία εναρμονίζεται με τη δραστηριότητα των υπόλοιπων καταστημάτων. Και εδώ, τα τελευταία χρόνια, τα σημάδια της οικονομικής ύφεσης είναι ορατά – μία σειρά καταστημάτων παραμένουν κλειστά, ειδικά όσα δραστηριοποιούνταν στον υπόγειο χώρο της στοάς, αλλά και κάποια στον κεντρικό ισόγειο χώρο. Ένα από τα «ανενεργά» καταστήματα, άλλωστε, αποτελεί και αυτό που φιλοξένησε τον κύκλο εικαστικών παρεμβάσεων του Εντός/Εκτός. Για καιρό, τα λίγα τετραγωνικά του εξυπηρέτησαν εμπορικούς σκοπούς – μεταξύ άλλων το κατάστημα αυτό υπήρξε μαγαζί για την επισκευή ρολογιών και αναπτήρων, και χώρος προβολής εκδόσεων – μέχρι που κατέληξε αναξιοποίητο.

Εξουδετερώνοντας την αδράνεια της περιόδου που έμεινε κενό, για όσο χρόνο λειτούργησε ως χώρος εικαστικής δράσης, το «πτωχό» θυρωρείο της Καλών Τεχνών αποτέλεσε έναν «ταπεινό θησαυρό» στην οδό Πανεπιστημίου (Αστραπέλλου 2015, 8), που τράβηξε την προσοχή χάρη στην ιδιαιτερότητά του, καθώς κατόρθωσε να αποδείξει ότι ακόμα και αυτός ο ελάχιστος χώρος των 2-3 τ.μ., είναι εξίσου σε θέση να πυροδοτήσει τη δημιουργικότητα, φέροντας στο προσκήνιο έργα τέχνης που τους αρέσει να μιλούν για τον χώρο που κατοικούν, για τη στοά, για την πόλη και τους ανθρώπους της.

Εικόνα 2 Ελένη Φύλα, Πωλείται αέρας (2015).

Άλλωστε, οι καθημερινές αλλαγές, οι συλλογικές και ατομικές πράξεις που καθορίζουν την εξέλιξη μιας κοινωνίας δημιουργούν την παράδοση της κοινής δραστηριότητας στον χώρο και αναδεικνύουν την ιστορική ταυτότητά του. Ο δημόσιος χώρος είναι φορέας συλλογικής μνήμης μέσα από την ιστορία του, τις αξίες και τις ιδέες που καταθέτει κάθε ομάδα ανθρώπων στο πέρασμά της, επενδύοντας στον δημόσιο χρόνο της (Καστοριάδης 1995, 197) για να δραστηριοποιηθεί κοινωνικά, δημιουργώντας διαφορετικές εικόνες και ρυθμούς στην πόλη. Ως εκ τούτου, ο δημόσιος χώρος έχει παρόν στους σύγχρονους χρήστες του που βιώνουν την καθημερινότητά του στην πόλη, και μέλλον σε όσους θα ακολουθήσουν (Arendt 1986, 81).

Στην επιμελητική προσέγγιση του πρότζεκτ Εντός/Εκτός, το ενδιαφέρον στράφηκε προς την ανάδειξη της διηγηματικής δύναμης και του ανοικτού χαρακτήρα του δημόσιου χώρου. Ως εκ τούτου, κάθε έργο του Εντός/Εκτός θα έπρεπε να «γεννιέται» σε συνάφεια με τον συγκεκριμένο αστικό χώρο παρουσίασής του, για τη δημιουργία του όφειλε να αντλεί γνώσεις, πληροφορίες, ερεθίσματα και ιστορίες από τον τόπο φιλοξενίας του. Κάθε φορά που στους πρωταρχικούς σκοπούς ενός καλλιτέχνη ως προς τη διαμόρφωση ενός έργου στον δημόσιο χώρο περιλαμβάνεται η συνειδητοποίηση των νοημάτων και των ιδιαιτεροτήτων που αναδύονται από τον τόπο φιλοξενίας του, αυτό κατορθώνει να ενσωματώσει ιδέες και χαρακτηριστικά του περιβάλλοντός του και να κεντρίσει ουσιαστικά το ενδιαφέρον του θεατή. Υπό αυτές τις συνθήκες η ιδιαιτερότητα της τοποθεσίας (site-specificity) μετατρέπεται σε σημαντικό παράγοντα για την παρουσίαση και την εκτίμηση ενός δημόσιου έργου τέχνης, υπογραμμίζοντας ότι ο χώρος αποτελεί ένα από τα γνωρίσματα για την ερμηνεία του (Kwon 2004).

Στην προκειμένη περίπτωση, «πηγή» ενεργοποίησης της εικαστικής έμπνευσης για τις παρεμβάσεις του Εντός/Εκτός μπορούσαν να αποτελέσουν η πόλη της Αθήνας (ή και το πιο συγκεκριμένο σημείο της συμβολής των οδών Πανεπιστημίου & Χαριλάου Τρικούπη ή η γειτνίασή του με την πλατεία Ομονοίας), η στοά ως εμπορικό σημείο και ως δίκτυο κίνησης μέσα στην πόλη, το Μέγαρο Κωνσταντόπουλου ή/και το ίδιο το μικρό κατάστημα (ως προς την αρχιτεκτονική, την ιστορία ή τη λειτουργία του), οι άνθρωποι της στοάς, αλλά και οι γενικότερες έννοιες του δημόσιου χώρου και χρόνου, της συνύπαρξής μας στη δημόσια σφαίρα, της θέσης μας στον δημόσιο βίο, ιδιαίτερα στη σύγχρονη ιστορική συνθήκη. Επιπρόσθετα, ο ίδιος ο δημόσιος χαρακτήρας του χώρου έκθεσης επιζητούσε τη σύμβαση της «καλής γειτονίας» με τους υπόλοιπους ενοίκους/χρήστες της στοάς, καθώς και την απομάκρυνση από τη λογική και την αίσθηση «απόλυτης» ελευθερίας που εξασφαλίζει η έκθεση σε αίθουσα τέχνης ή σε μουσειακό χώρο (Harding 1997, 9). Ο δημόσιος χώρος ευνοεί τη δυνατότητα σύνδεσης μεταξύ καλλιτέχνη και δημόσιας ζωής στη δημόσια τέχνη έμφαση δίνεται στο «πώς η προσωπική γλώσσα του έργου [των καλλιτεχνών] σχετίζεται με την αντίληψή τους ή με την αντίληψη του κοινού σχετικά με τη φύση της «δημόσιας γλώσσας» (Peto 1998, 33).

Στο μικρό κατάστημα στη στοά της οδού Πανεπιστημίου 44 – το οποίο σύντομα απέκτησε την περιγραφή «θυρωρείο», λόγω του περιορισμένου χώρου του, αλλά και της ατμόσφαιρας που απέπνεε – παρουσιάστηκαν εικαστικές παρεμβάσεις οι οποίες αφορούσαν την Αθήνα, και τον τρόπο με τον οποίο η πόλη και οι κάτοικοί της αφηγούνται ιστορίες, όπως, για παράδειγμα, αυτή του Ηρακλή Κοπίτα με τίτλο The past as about to happen #1: a false memory incident in the form of a stolen glance of pasts, στην οποία ο καλλιτέχνης συνέθεσε ένα παλίμψηστο από πρότερες εμπορικές χρήσεις του καταστήματος φέρνοντας ξανά στο φως εικαστικά τα ίχνη του παρελθόντος.
Άλλες παρεμβάσεις διερεύνησαν τα χαρακτηριστικά της παρουσίας μας στον απτό δημόσιο χώρο, αλλά και στον εικονικό ψηφιακό – επίσης δημόσιο – χώρο συνεύρεσης και κοινής κοινωνικής δικτύωσης. Προς αυτή την κατεύθυνση, η Άντα Πετρανάκη μίλησε με το έργο της για τη δυναμική του βλέμματος στον δημόσιο χώρο με το έργο Τα τάματα του Ζάντμαν (εικόνα 1) η Μαρία Ηλιοπούλου, με την περφόρμανς Πίσω από τη βιτρίνα, τοποθέτησε τον ίδιο της τον εαυτό και τις σκέψεις της σε κοινή θέα οι Ελένη Κορδαλή και Φαίδων Γιαλής στη δράση 168 m. (εικόνα 3) σχολίασαν τη λειτουργία του σώματος ως συμβολικό όχημα, το οποίο προσδιορίζει τόσο την ατομική ύπαρξή μας όσο και την επικοινωνία με τους άλλους στον ιδιωτικό και τον δημόσιο χώρο. Η Περσεφόνη Νικολακοπούλου διαμόρφωσε τον χώρο σαν την κατοικία της Περιπλανώμενης Άννας, μίας φανταστικής ενοίκου του, που γινόταν ορατή μόνο μέσα από καταγραφές παρουσίας σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης (εικόνα 4).

Εικόνα 3 Ελένη Κορδαλή και Φαίδων Γιαλής, 168 m. (2015).

Εικόνα 4 Περσεφόνη Νικολακοπούλου, Περιπλανώμενη Άννα [Find me on Facebook: Anna Wanderer (Shod)] (2015).

Άλλα έργα εξέτασαν τα αρχιτεκτονικά χαρακτηριστικά του οικοδομήματος και κατόρθωσαν μέχρι και να «αμφισβητήσουν» τα όριά του. Το έργο Ύδωρ – Δομικό Στοιχείο Ι του Νίκου Σταθόπουλου μετέφερε μέσα στο κατάστημα τον ορίζοντα του υδάτινου στοιχείου, ενώ η εγκατάσταση της Αιμιλίας Λιόντου Infinity Cube (εικόνα 5) δημιούργησε την ψευδαίσθηση μιας ατέρμονης συνέχειας του μικρού αυτού χώρου. Η Φάτμα Εργκιούνγερ, με τη σειρά της, επέκτεινε γλυπτικά τον χώρο και τις ροές του από το εσωτερικό του καταστήματος μέσα στη λειτουργία της στοάς με τη χάρτινη εγκατάσταση Location-Allocation II (εικόνα 6).

Εικόνα 5 Αιμιλία Λιόντου, Infinity Cube (2015).

Εικόνα 6 Φάτμα Εργκιούνγερ, Location-Allocation II (2015).

Σε άλλες περιπτώσεις, αναφορά έγινε στη χρήση του χώρου: η Ελένη Φύλα εστίασε στην εμπορική δραστηριότητα της στοάς και στην οικονομική δυστοκία της κρίσης με την εγκατάσταση Πωλείται αέρας (εικόνα 2), οι Σοφία Γρηγοριάδου και Λία Γιαννακού, με την περφόρμανς κριτικής υπερταύτισης Exceptional Athens, βρήκαν την ευκαιρία να «διαφημίσουν» την ίδια την πόλη της Αθήνας μέσα από τα προτερήματα και τα μειονεκτήματά της (εικόνα 7), ενώ η Ζωή Σκλέπα υποστήριξε το εναλλακτικό σενάριο απόδρασης προς μια προσωπική ουτοπία, ενάντια στον καθορισμένο ρυθμό μιας καλοκουρδισμένης ζωής (Leave your house one morning).

Εικόνα 7 Σοφία Γρηγοριάδου και Λία Γιαννακού, Exceptional Athens (2015).

Σε συνδυασμό με τον χώρο του καταστήματος, ή και ως μεμονωμένο περιβάλλον, ο χώρος της στοάς χρησιμοποιήθηκε και για την παρουσίαση σειράς εγκαταστάσεων και περφόρμανς που με ιδιαίτερη ένταση και κριτική διάθεση μίλησαν για ζητήματα δημόσιας εικόνας, για τη φυσική και ψυχική υπόστασή μας στη δημόσια σφαίρα, για τα ανθρώπινα σώματα στον δημόσιο χώρο και τη μεταξύ τους αλληλεπίδραση, αλλά και για τις έννοιες της αυτονομίας, της αλληλεξάρτησης, της ελεύθερης επιλογής, της συλλογικής έκφρασης και δράσης μέσα στον δημόσιο χώρο (Irene Ragusini, Proxemics/Kinesics ή το Κρυμμένο Κίτρινο (εικόνα 8), Αντιγόνη Τσαγκαροπούλου και Μυρτώ Βρατσάνου, Extraterrestrial Ova, Λυκούργος Πορφύρης, POP Tektonism, Άντρη Λαζάρου και Κώστας Λαλές, σε επιμέλεια της Νικολέτας Πρέπη, An Act of Memory – Athens/View in and Out).

Εικόνα 8 Irene Ragusini, Proxemics/Kinesics ή το Κρυμμένο Κίτρινο (2015).

Με τη στάση τους και τη δράση τους, οι συμμετέχοντες καλλιτέχνες υπογράμμισαν την πολυμορφία και τη δυναμική της έκφρασης της καλλιτεχνικής δημιουργίας στον δημόσιο χώρο, παράγοντας έργα που συνέβαλαν στις εναλλαγές της αστικής εικόνας, έγιναν μέρος της δυναμικής της πόλης, ενεργοποίησαν την «τοπική κοινωνία» της στοάς και αποτέλεσαν πόλο έλξης του ενδιαφέροντος ενός ευρύτερου κοινού. Αντιλήφθηκαν τον δημόσιο χώρο «όχι ως μία στατική πραγματικότητα, αλλά ως ενεργή και παραγωγική, [βίωσαν] τον χώρο σαν να έχει δημιουργηθεί από αλληλεπίδραση, σαν κάτι όπου τα σώματα αντιδρούν, και μέσω αυτής της αντίδρασης, διαδοχικά αλλάζουν και μετασχηματίζονται» (Massey 1993, 67). Πρωτίστως, έφεραν στο προσκήνιο τη διαλεκτική σχέση ανάμεσα στον δημόσιο χώρο και τον χρήστη του, τη σημασία της συνεχούς δοσοληψίας στοιχείων, εικόνων και ιδεών μέσα από την οποία αρθρώνεται η συλλογική «ραχοκοκαλιά» της πόλης, αλλά και την αναγκαιότητα της αμφίδρομης σχέσης μέσα από την οποία το δημόσιο περιβάλλον διαμορφώνει στοιχεία της ζωής και της συμπεριφοράς μας, ενώ αντίστοιχα κάθε προσωπική παρέμβαση προσφέρει ένα καινούργιο στοιχείο στον πολύπλευρο χαρακτήρα του.

Παραπομπές
Άρεντ, Χ. 1986. Η ανθρώπινη κατάσταση. Αθήνα: εκδόσεις Γνώση.
Αστραπέλλου, Μαριλένα. 2015. “Το «πτωχό» θυρωρείο της Καλών Τεχνών.” Το Βήμα της Κυριακής, 11 Οκτωβρίου 2015: 8.
Βασιλόπουλος, Χ. 2018. “Κατεδαφίσεις στην Πανεπιστημίου! Οικοδομικά υλικά σε τιμή ευκαιρίας…”. Μηχανή του Χρόνου. http://www.mixanitouxronou.gr/katedafisis-stin-panepistimiou-ikodomika-ilika-se-timi-efkerias/. Τελευταία πρόσβαση 11 Νοεμβρίου 2018.
Certeau de, M. 1984. The Practice of Everyday Life. Berkeley: University of California Press.
ΕΝΤΟΣ/ΕΚΤΟΣ. 2015. Facebook page.
https://www.facebook.com/%CE%95%CE%9D%CE%A4%CE%9F%CE%A3-%CE%95%CE%9A%CE%A4%CE%9F%CE%A3-792560417498157/. Τελευταία πρόσβαση στις 11 Νοεμβρίου 2018.
Harding, D. (ed.). 1997. Decandent: Public Art: contentious term and contested practice. Glasgow: Foulis Press.
Καστοριάδης, Κ. 1995. Χώροι του ανθρώπου. Αθήνα: εκδόσεις Ύψιλον.
Know, M. 2004. One Place After Another. Site-specific Art and Locational Identity. Massachusetts: The MIT Press.
Massey, D. 1993. “Power-geometry and a progressive sense of place.” In Mapping the futures: local cultures, global change, edited by John Bird (et al.), 59-69. London and New York: Routledge.
Peto, J. 1998. “Roles and functions.” In Art in public: what, why and how, edited by Susan Jones, 28-43. Sunderland: AN Publications.
Φιλιππίδης, Δ. 1990. Για την ελληνική πόλη: μεταπολεμική πορεία και μελλοντικές προοπτικές. Αθήνα: εκδόσεις Θεμέλιο.

Comments are closed