Η δυναμική του Δημόσιου Χώρου στις παράκτιες περιοχές

Ν. Κεφαλογιάννης

Περίληψη

Οι παράκτιες περιοχές, δηλαδή εκείνες οι χωρικές ενότητες που βρίσκονται στο σημείο επαφής της στεριάς με τη θάλασσα, είναι ιδιαίτερης σημασίας για τις μεσογειακές χώρες (συνεπώς και για την Ελλάδα), λόγω της έκτασής τους, της περιβαλλοντικής αξίας τους και της οικονομικής δυναμικής που αναπτύσσεται σε αυτές, εξαιτίας της επίδρασης του τουριστικού φαινομένου. Δυστυχώς, η χωρική ανάπτυξη αυτών των περιοχών (ιδιαίτερα σε μη αστικά περιβάλλοντα) έχει γίνει άναρχα, χωρίς σχέδιο και στρατηγική. Εστιάζοντας όμως στις αστικές περιοχές που εμπεριέχουν παράκτιες ζώνες, με αφορμή τη θεματική του παρόντος συνεδρίου, παρατηρούμε ότι μπορεί να αναπτυχθεί μια στρατηγική ανάπλασης των χώρων αυτών ώστε να ενδυναμωθεί ο δημόσιος χαρακτήρας τους και να αυξηθεί η ελκυστικότητά τους. Θα γίνει χρήση δύο παραδειγμάτων, ως αναφορές, από την Ισπανία. Το πρώτο είναι η ανάπλαση του παράκτιου μετώπου στη Βαρκελώνη. Το δεύτερο, η ανάπλαση της παράκτιας ζώνης του Benidorm, στις μεσογειακές ακτές της ιβηρικής χώρας. Μέσα από αυτές τις αναφορές, θα αναλυθεί η απουσία (ή περιορισμένη σημασία) του δημόσιου χώρου στον παράκτιο χώρο των πόλεων αυτών (πριν τις αρχιτεκτονικές/αστικές παρεμβάσεις που αναφέρουμε) και η συγκρότηση του δημόσιου χώρου σε αυτές τις περιοχές μετά τις παρεμβάσεις. Μέσα από αυτή τη μεθοδολογία σύγκρισης επιτυχημένων αρχιτεκτονικών παραδειγμάτων, στόχος είναι να αναλυθεί ο χαρακτήρας του δημόσιου χώρου σε επαφή με τη θάλασσα σε μια τουριστική πόλη. Για παράδειγμα, τι συνεπάγεται για το δημόσιο χώρο η γραμμική συγκρότησή του. Πως αναπτύσσονται οι συνδέσεις με τον αστικό ιστό των πόλεων αυτών. Ποια η σχέση (και η σημασία) της “σκληρής” επιφάνειας του δημόσιου χώρου με την παράλληλη “μαλακή” επιφάνεια της άμμου/θάλασσας.

1 Εισαγωγή

Ο Παράκτιος Χώρος είναι ιδιαίτερα σημαντικός για την Ελλάδα και για τις μεσογειακές χώρες γενικότερα, μιας και αποτελεί τον τόπο όπου συντελείται αυξημένη οικονομική δραστηριότητα. Διάφορες δραστηριότητες παραδοσιακά είχαν το σημείο αναφορά τους εκεί (πχ εμπόριο, ναυτιλία) και άλλες αναπτύσσονται και ισχυροποιούνται τις τελευταίες δεκαετίες (πχ τουρισμός). Ο Παράκτιος Χώρος (σε μια προσπάθεια να προσδιοριστεί περισσότερο) είναι η περιοχή εκείνη όπου η στεριά συναντάει τη θάλασσα και η συνύπαρξη και αλληλεπίδραση των δύο επιβάλλουν ιδιαίτερες περιβαλλοντικές συνθήκες. Η ακτή, που είναι το σημείο της προαναφερθείσας συνάντησης, αποτελεί ένα μεταβαλλόμενο όριο και μια περιβαλλοντική συνθήκη σε συνεχή μετασχηματισμό. Το εύρος του Παράκτιου Χώρου δεν είναι συγκεκριμένο σε όλες τις περιπτώσεις και εξαρτάται από τη γεωγραφία της περιοχής. Συνηθίζεται να αναφερόμαστε σε ένα εύρος μέχρι 500 μέτρα από την ακτή.

Ο τρόπος συγκρότησης του Παράκτιου Χώρου ενδιαφέρει ιδιαίτερα το γράφοντα της παρούσας εισήγησης, λόγω των ιδιαίτερων συνθηκών που αναπτύσσονται σε αυτόν και της δυναμικής που σταδιακά αποκτάει (οικονομικής, αλλά και κοινωνικής και πολιτιστικής). Σε αυτή την κατεύθυνση έρευνας, ζωτικής σημασίας είναι η ύπαρξη και συγκρότηση του Δημόσιου Χώρου εντός της παράκτιας ζώνης. Επιλέγεται η αναφορά στο Δημόσιο Χώρο και η διερεύνησή του γιατί αποτελεί το κριτήριο ανθεκτικότητας της περιοχής αλλά και γιατί είναι ο χώρος όπου λαμβάνουν χώρα όλες οι πιθανές αντιθετικές δυνάμεις και διεκδικήσεις. Είναι η περιοχή συνύπαρξης, διαλόγου και διάδρασης ανάμεσα στους πολίτες (ως μεμονωμένες προσωπικότητες) και στα συλλογικά υποκείμενα και τις κοινωνικές τάξεις.

1.1 Παράκτιος Χώρος

Ο γράφων έχει διερευνήσει τον τρόπο συγκρότησης του Παράκτιου Χώρου (εκτός αστικών ενοτήτων) σε Μεσογειακά Περιβάλλοντα (με έμφαση στην Ελλάδα) με διάφορες αφορμές. Σε αυτές τις απόπειρες επιχειρήθηκε να αναλυθεί η ύπαρξη (ή μη, ή με ποια μορφή) του Δημόσιου Χώρου. Πρόκειται για αναφορές στις παράκτιες τουριστικές περιοχές, που αναπτύχθηκαν ιδιαίτερα τις τελευταίες δεκαετίες, χωρίς σχεδιασμό και με ιδιωτικά κριτήρια των μικροϊδιοκτητών, όπου η λειτουργία του τουριστικού προϊόντος “ήλιος και θάλασσα” καθορίζει τη δομή του κτισμένου περιβάλλοντος και των χρήσεων που αυτό φιλοξενεί. Το προαναφερθέν τουριστικό μοντέλο έχει οδηγήσει στη συχνότατα άναρχη ανοικοδόμηση των παράκτιων περιοχών (στην Ελλάδα, αλλά και γενικότερα στη Μεσόγειο) ως ένα “αστικό συνεχές” (urban sprawl) που αντιγράφει δομές προαστιακών περιοχών. Αποτέλεσμα τέτοιων πρακτικών είναι η ανυπαρξία Δημόσιου Χώρου ή αλλιώς η σημαντική συρρίκνωσή του, με συνέπεια να μην μπορέσει να επιτελέσει το ρόλο του, ως σημείο αναφοράς, συνάντησης και συνύπαρξης.

Το πλαίσιο του παρόντος Συνεδρίου και η προβληματική που αναπτύσσεται για το Δημόσιο Χώρο είναι μια ενδιαφέρουσα αφορμή για το γράφοντα να διερευνήσει το ρόλο και τη σημασία του Δημόσιου Χώρου σε παράκτιες περιοχές εντός αστικών περιβαλλόντων αυτή την φορά. Πιστός σε μια συνολικότερη ερευνητική του κατεύθυνση, που αφορά την επίδραση του τουρισμού στον παράκτιο χώρο και στις αστικές δομές της Μεσογείου, σε αυτό το κείμενο εισήγησης ο γράφων θα επιχειρήσει να διερευνήσει πως η συγκρότηση του Δημόσιου Χώρου (συχνά μέσα από αναπλάσεις) των παράκτιων μετώπων τουριστικών πόλεων, δίνει νέο περιεχόμενο και νόημα στο Δημόσιο Χώρο και τελικά του προσδίδει μια δυναμική με ποιοτικά χαρακτηριστικά. Έχει επιλεγεί να διερευνηθούν δύο αναπλάσεις παράκτιων περιοχών τουριστικών πόλεων της Ισπανίας (της Βαρκελώνης και του Benidorm) και μέσα από αυτές να αναλυθεί πώς εκείνες έχουν συμβάλει στο μετασχηματισμό του ευρύτερου Δημόσιου Χώρου των πόλεων αυτών, τι ποιοτικά χαρακτηριστικά έχουν οι αναπλάσεις αυτές και πως εκείνες έχουν συνεισφέρει στην αντίληψη της Βαρκελώνης και του Benidorm ως τουριστικών προορισμών.

2 Βαρκελώνη

Η Βαρκελώνη διαχρονικά χρησιμοποίησε ως αφορμή διάφορα γεγονότα για να αναπλάσει περιοχές της επικράτειάς της, με κύριο στόχο να ανακτήσει και να ενισχύσει το δημόσιο χαρακτήρα των περιοχών αυτών. Στους περισσότερους είναι γνωστό το εγχείρημα του μετασχηματισμού της πόλης με αφορμή τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1992, όμως η πρακτική αυτή έχει τις ρίζες της στο παρελθόν (1888 – Ανάπλαση της Ciutadella από στρατόπεδο σε πάρκο με αφορμή την Παγκόσμια Έκθεση, 1929 – Ανάπλαση Τμήματος του λόφου Montjuic με αφορμή τη Διεθνή Έκθεση).

Μετά το τερματισμό της Δικτατορίας στην Ισπανία και την αυτονομία που απέκτησαν οι Δήμοι στη διαχείριση και στο σχεδιασμό των πόλεων τους, η Βαρκελώνη ξεκίνησε στο τέλος της δεκαετίας του ’70, με μεγαλύτερη έμφαση στο πρώτο μισό της δεκαετίας του ’80, μια προσπάθεια μετασχηματισμού και βελτίωσης του Δημόσιου Χώρου της. Βρέθηκε κάτω από την εμβληματική μορφή του Oriol Bohigas, που διατέλεσε από το 1980 έως το 1984 διευθυντής της υπηρεσίας Πολεοδομίας του Δήμου (χωρίς να σταματήσει έκτοτε και για πολλά χρόνια να επηρεάζει τις πολιτικές του Δήμου για το χώρο). Η Βαρκελώνη επικεντρώθηκε στην ανάπλαση πολλών και μικρών σε έκταση δημόσιων χώρων της πόλης, κυρίως πλατειών, έχοντας ως θεωρητικό όχημα τη θέση του Oriol Bohigas για τη “μετάσταση” (Busquets Grau 2005).

Όπως σε έναν οργανισμό μπορεί να παρατηρηθεί η μετάσταση του καρκίνου από ένα όργανο σε ένα άλλο, έτσι και ο Oriol Bohigas θεωρούσε ότι η βελτίωση του δημόσιου χώρου μέσω του επανασχεδιασμού του από την πόλη μπορεί να προκαλέσει ένα είδος μετάστασης στην παρακείμενη ιδιωτική περιουσία που θα παροτρυνθεί να βελτιώσει την ποιότητα και τη λειτουργική του χώρου της. Έτσι τελικά θα επιτευχθεί μια βελτίωση του χώρου της πόλης σε μεγαλύτερη έκταση από αυτήν που αρχικά αναπλάστηκε με δημόσια χρήματα και επίβλεψη.

2.1 Ο σχεδιασμός του παράκτιου μετώπου της Βαρκελώνης

Η Βαρκελώνη ενδιαφέρθηκε για τις παράκτιες περιοχές της από την προ-ολυμπιακή περίοδο. Υλοποιήθηκε ο σχεδιασμός και η ανάπλαση του Moll de la Fusta, βασισμένη στο σχεδιασμό του Manuel de Sola Moralles. Πρόκειται για κομμάτι του παλιού λιμανιού της πόλης, κομβικής όμως σημασίας, μιας και αποτελεί το πρόσωπο της παλιάς πόλης προς τη θάλασσα και σημείο συγκέντρωσης των τουριστών (που τότε σταδιακά κάνουν όλο και πιο δυναμικά την παρουσία τους). Ο σχεδιασμός ενσωματώνει λειτουργίες και χρήσεις που προϋπήρχαν και επεξεργάζεται με διαφορετικούς τρόπους επιμέρους περιοχές του παλιού λιμανιού, αν και συγκροτεί μια ενότητα διαμέσου μιας ισχυρής ιδέας που το διατρέχει. Η διαχείριση του παράκτιου μετώπου της παλιάς πόλης θεωρήθηκε παραδειγματική για την εποχή αλλά και αργότερα (Rowe 2006).

Εικόνα 1 Paseo Maritimo de Barcelona

Παρότι αποτελεί μετά-ολυμπιακό έργο (ξεκίνησε το 1995) ο παραθαλάσσιος περίπατος της Barceloneta (Paseo Maritimo de Barceloneta), διατηρεί μια ισχυρή σχέση με τη σχεδιαστική στρατηγική των ολυμπιακών έργων αλλά και μια λειτουργική πολεοδομική σχέση με την περιοχή του Ολυμπιακού Χωριού που γειτνιάζει. Θα μπορούσαμε συνεπώς να το θεωρήσουμε ένα “ολυμπιακό έργο”, αν και σχεδιάζεται και υλοποιείται αργότερα. Το σχεδιασμό του αναλαμβάνουν οι Olga Tarasso και Jordi Heinrich. Πρόκειται για ένα εγχείρημα που ξεκινάει από την αρχή της Barceloneta και μέχρι το Port Olimpic (κατά βάση μια μαρίνα που σχεδιάστηκε από την αρχιτεκτονική ομάδα MBM, με επικεφαλής τον Oriol Bohigas), αν και συνεχίζεται αργότερα προς την κατεύθυνση της Βadalona. Η σχεδιαστική σύνδεση του παραθαλάσσιου αυτού περιπάτου με το Ολυμπιακό Χωριό σε επίπεδο πολεοδομικού και αστικού σχεδιασμού είναι ισχυρή, μιας και επιχειρείται η συσχέτιση των απολήξεων των δρόμων του Ολυμπιακού Χωριού (επίσης σε πολεοδομικό σχέδιο του Oriol Bohigas) με συγκεκριμένες χωρικές ενότητες του παραθαλάσσιου περιπάτου καθώς και η διασύνδεση των δύο αυτών χωρικών ενοτήτων.

Εικόνα 2 Το όριο στεριάς/νερού στο Forum 2004, Βαρκελώνη

Παρότι οι δημόσιοι χώροι που σχεδιάζονται κατά το ’80 μέσα στην πόλη και κάτω από την επιρροή του Oriol Bohigas (θεωρία της μετάστασης) είναι μικροί σε έκταση και δύσκολα μπορούν να συγκριθούν σε μέγεθος με τα παράκτια έργα στο Moll de Fusta και το Paseo Maritimo de Barceloneta, όσο αφορά τις στρατηγικές σχεδιασμού και τη διαχείριση του Δημόσιου Χώρου μπορούμε να βρούμε συσχετίσεις και συνέχειες. Η γνωστή “σκληρή επιφάνεια” που καταλαμβάνει το έδαφος έτσι ώστε να τονισθεί ο Δημόσιος Χώρος της πόλης ως σημείο συνάντησης και αλληλεπίδρασης, είναι παρούσα σε όλα αυτά τα έργα. Η αστική διάσταση και η επιρροή του πολεοδομικού σχεδιασμού επί του σχεδιασμού των παράκτιων διαμορφώσεων είναι καθοριστική. Τα standards που χρησιμοποιούνται (είδη υλικών, διαστάσεις υλικών, ανθεκτικότητά τους, κλπ) έχουν κληρονομηθεί από τη σχεδιαστική εμπειρία της δεκαετίας του ’80. Αυτό που διαφοροποιείται είναι το μέγεθος. Αποδεικνύεται, εκ των πραγμάτων, ότι οι καταλανοί αρχιτέκτονες μπόρεσαν να ξεπεράσουν την αρχική αμηχανία (συνηθισμένοι στην μικρή κλίμακα των προηγούμενων παρεμβάσεών τους) και να διαχειριστούν με επιτυχία τη μεγάλη κλίμακα των νέων έργων (Rowe 2006).

Με αφορμή ένα άλλο αστικό γεγονός, το Forum των Πολιτισμών του 2004 επιχειρείται να σχεδιαστεί το κομμάτι του παραθαλάσσιου μετώπου της Βαρκελώνης που δεν είχε μέχρι τότε αναπλασθεί. Το Forum των Πολιτισμών ήταν μια εφεύρεση των καταλανών για να επεκτείνουν την αναμόρφωση της παράκτιας ζώνης της πόλης προς την περιοχή Besos και την παράλληλη διάνοιξη της καθοριστικής κυκλοφοριακής αρτηρίας Avenida Diagonal. Η σχεδιαστική πρόταση της Beth Gali, που υλοποιείται τελικά, προτείνει μια “αστική πισίνα” όπου επαναδιαπραγματεύεται τη σχέση του ορίου της θάλασσας με τη στεριά με ένα διαφορετικό τρόπο. Με μια σχεδιαστική επάρκεια συγκροτεί τη διαλεκτική σχέση των “σκληρών” επιφανειών (που εκφράζουν το Δημόσιο Χώρο) με τις “μαλακές” επιφάνειες του νερού και την απόληξη της πόλης σε μια περιοχή που αποδίδεται στην αναψυχή και στη διασκέδαση. Και σε αυτή την περίπτωση θα μπορούσαμε να συγκροτήσουμε αναλογίες και συσχετίσεις ανάμεσα στα προηγούμενα έργα και σε αυτό. Εξάλλου, η Beth Gali, αποφοιτώντας από την Αρχιτεκτονική Σχολή της ETSABarcelona, εντάσσεται στη σχεδιαστική ομάδα του Δήμου της Βαρκελώνης και συμβάλει στο σχεδιασμό των πρώτων έργων της δεκαετίας του ’80.

3 Benidorm

Η περίπτωση του Παραθαλάσσιου Περιπάτου του Benidorm (Paseo Maritimo de Benidorm) είναι διαφορετική, μιας και διαφορετική είναι η συγκρότηση και λειτουργία της πόλης του Βenidorm, της οποίας το θαλάσσιο μέτωπο είχε αναλάβει να αναπλάσει το καταλανικό αρχιτεκτονικό γραφείο ΟΑΒ του Carles Ferrater (Ferrater 2011). Η πόλη του Benidorm βρίσκεται στις μεσογειακές ακτές της Ισπανίας, στην περιφέρεια της Valencia. Αποτελεί ένα από τα γνωστότερα και σημαντικότερα τουριστικά κέντρα της Ισπανίας και λειτουργεί σχεδόν μονοθεματικά, φιλοξενώντας τουριστικές δραστηριότητες και αναψυχή. Σε αντίθεση με το τι επικρατεί στις μεσογειακές ακτές (και αναφερθήκαμε συνοπτικά στην αρχή της παρούσας εισήγησης με τον όρο sprawl) στο Benidorm ακολουθήθηκε μια διαφορετική στρατηγική. Επιλέχθηκε η αστική πύκνωση με ένταση αστικής μάζας, χρήσεων και λειτουργιών. Έτσι, μέσα σε 38.5km2 έκτασης, δηλαδή το 0.16% της έκτασης της περιφέρειας της Valencia, παράγεται το 6% του ΑΕΠ της περιφέρειας αυτής και φιλοξενείται το 43% της τουριστικής δραστηριότητάς της.

Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, ο Carles Ferrater το 2009 υλοποιεί το σχεδιασμό του για να ορίσει ένα γραμμικό Δημόσιο Χώρο στο όριο ανάμεσα στην πόλη και την παραλία. Η ένταση των χρήσεων με τη μορφή ουρανοξυστών και η “χαρακιά” που δημιουργεί ο παραθαλάσσιος δρόμος καθιστούσε απομονωμένη την παραλία της πόλης. Επίσης, ήταν αισθητή η απουσία Δημόσιου Χώρου αναφοράς και ένας ενδιάμεσος χώρος σύνδεσης της πόλης και της παραλίας. Η πρόταση του Ferrater, αρκετά πιο εξπρεσιονιστική από αυτές που συναντήσαμε παραπάνω στη Βαρκελώνη, με το μεταβαλλόμενο πλάτος που παρέχει η ιδέα του “κύματος”, επιτρέπει τη δημιουργία πάνω στο γραμμικό αυτό Δημόσιο Χώρο, χώρων στάσης και κίνησης, καθώς και σημεία καθόδου, ώστε να είναι προσβάσιμη η παραλία, παρά την υψομετρική διαφορά.

Εικόνα 3 Paseo Maritimo de Benidorm

4 Συμπεράσματα

Ο σχεδιασμός των παραθαλάσσιων μετώπων μιας πόλης είναι ιδιαίτερης σημασίας για τη συγκρότηση της φυσιογνωμίας της αλλά και για τον επαναπροσδιορισμό της σχέσης της πόλης με το φυσικό στοιχείο του νερού (σε υλικό και συμβολικό επίπεδο). Για τις μεσογειακές πόλεις όπου το κλίμα επιτρέπει μια σχεδόν καθημερινή παρουσία κοντά στη θάλασσα, ο καθορισμός του χώρου αυτού είναι ζωτικής σημασίας. Ο σχεδιασμός του παράκτιου μετώπου των πόλεων είναι σχεδιασμός ενός Δημόσιου Χώρου που οφείλει να ικανοποιήσει, από την μια, τη λειτουργική και συμβολική ανάγκη για κοινή παρουσία και συνύπαρξη των πολιτών και, από την άλλη, να συγκροτήσει μια εικόνα ελκυστική που να προβάλει τον τρόπο ζωής τους. Μην ξεχνάμε ότι οι μεσογειακές παραθαλάσσιες πόλεις είναι κατ’ εξοχήν τουριστικές και ένα από τα βασικά στοιχεία έλξης είναι η θάλασσα και η αστική παραλία της πόλης (όπου υπάρχει). Αν αναλογιστούμε την κατάσταση που επικρατούσε πριν το σχεδιασμό και την εφαρμογή, θα συνειδητοποιήσουμε ότι η βασική απώλεια ήταν ο Δημόσιος Χώρος και οι λειτουργίες/συνθήκες που αυτός επιτρέπει.

Ο Δημόσιος Χώρος στο παράκτιο μέτωπο της πόλης είναι εξ ορισμού γραμμικός. Επιβάλει κινήσεις και στάσεις και συγκροτεί επιμέρους περιοχές με διαφορετικές δυναμικές. Παρότι γραμμικός ο χώρος αυτός είναι κατ’ εξοχήν δημόσιος, γιατί επιτρέπει τη συμμετοχή, ενθαρρύνει την οικειοποίηση του χώρου και συγκροτείται ως ενότητα συνδιαλεγόμενος με το νερό. Η γραμμική υπόσταση του παράκτιου μετώπου επιτρέπει τη σύνδεση με τον αστικό ιστό της πόλης και τη λειτουργική επίλυση θεμάτων όπως ο χειρισμός των κινήσεων της πόλης στην ευρύτερη περιοχή. Όμως, και η υλικότητα του παράκτιου μετώπου έχει σημασία. Η μετάβαση από τις “σκληρές” επιφάνειες της πόλης στις “μαλακές” επιφάνειες της παραλίας (άμμος/νερό) επιτρέπει την επίλυση των εγκάρσιων κινήσεων και την ενσωμάτωση της παραλίας στις λειτουργίες και στη ζωή της πόλης.

Παραπομπές
Basauri, L. and Berc, D. 2008. Tourism-Dispersion-Camouflage. Stuttgart: Merz &Solitude.
Busquets Grau, J. 2005. Barcelona: The Urban Evolution of a Compact City. Cambridge, Mass.: Harvard University Graduate School of Design.
Casariego, J. and Guerra, E. 2005. Reinventar el destino: reflexiones sobre el espacio turístico contemporáneo. Reinventing the destination: reflections on the contemporary tourist space. Las Palmas de Gran Canaria: ASHOTEL.
Ferrater, C. and Marti Gali, X. 2011. Benidorm: Paseo Marítimo, Playa de Poniente – Benidorm: West beach promenade. Barcelona: Actar.
Lasansky, D. M. and Mclaren, B. 2004. Architecture and tourism perception, performance and place. Oxford: New York Berg.
MVRDV, Maas, W. and van Rijs, J. 2005. Costa Iberica: Upbeat to the Leisure City. Barcelona: Actar editions.
Rowe, P. 2006. Building Barcelona: A second Renaixenca, Barcelona: Actar editions.
Urry, J. 1990. The Tourist Gaze. London: SAGE Publications.

Comments are closed