Συμβολικές κατασκευές και καθημερινή παραγωγή του δημόσιου χώρου

Ο ρόλος της συμβολικής ριζοσπαστικής επικράτειας των Εξαρχείων στις τρέχοντες μικρο-πολιτικές συγκρούσεις

Περίληψη

Κρίσιμες και με σημαντική επιρροή θεωρίες σχετικά με την παραγωγή του χώρου, όπως η χωρική τριάδα του Lefebvre (1974) και ο ‘τρίτος χώρος’ του Soja (1996), αναδεικνύουν τη σημασία των τρόπων με τους οποίους συμβολικές κατασκευές μεταφράζονται σε χωροκοινωνικές πρακτικές και διαρρυθμίσεις, μέσω της δράσης διαφορετικών φορέων (συλλογικών και ατομικών, επίσημων και ανεπίσημων) και συμμετέχουν στη δημιουργία επικρατειών και αστικών συναθροίσεων. Ενώ έχει αναπτυχθεί πλούσια βιβλιογραφία σχετικά με την ενσωμάτωση συμβολικών κατασκευών στη καθημερινή ζωή του δημόσιου χώρου μέσω καλλιτεχνικών και πολιτιστικών παρεμβάσεων, καθώς και σχετικά με τον ρόλο τους σε ‘από τα πάνω προς τα κάτω’ παραγωγές του χώρου, η διερεύνηση τους στο επίπεδο των μικρο-πολιτικών (micro-politics) και στο πλαίσιο οριζόντων σχέσεων εξουσίας είναι περιορισμένη. Το παρόν άρθρο, με πεδίο αναφοράς τη πλατεία Εξαρχείων, εξετάζει τη μετάφραση μίας ισχυρής ριζοσπαστικής επικράτειας η οποία εντοπίζεται στην ευρύτερη περιοχή των Εξαρχείων, σε πρακτικές εδαφικής διεκδίκησης, οι οποίες αναπτύσσονται στη βάση ζητημάτων αποκλεισμού από τον δημόσιο χώρο. Οι τρόποι με τους οποίους κυρίαρχα νοήματα και αφηγήσεις i) επιστρατεύονται και επανανοηματοδοτούνται και ii) μεταφράζονται σε διαφορετικές χωρικές πρακτικές, στο πλαίσιο της ανάπτυξης αντιθετικών διεκδικήσεων,  αποτελούν κεντρικά θέματα της εισήγησης.

Εισαγωγή

Το παρόν άρθρο αναλύει την  ανάπτυξη συνθηκών αποκλεισμού στον αστικό δημόσιο χώρο, εστιάζοντας σε ζητήματα ελέγχου και εξουσίας. Η ανάλυση των πρακτικών αυτών λαμβάνει χώρα στο επίπεδο των μικρο-πολιτικών και δίνει βάρος στους τρόπους με τους οποίους συναθροίσεις (Deleuze & Guattari, 1980), τόσο αποκλεισμού όσο και ένταξης, επιστρατεύουν, από-κωδικοποιούν και επανα-κωδικοποιούν κυρίαρχα νοήματα και αφηγήσεις της περιοχής των Εξαρχείων στο πλαίσιο της ανάπτυξης αντιθετικών πρακτικών στον δημόσιο χώρο.

Η ανάλυση που ακολουθεί αντλεί δεδομένα από μία εθνογραφική μελέτη η οποία στηρίζεται σε άμεση και συμμετοχική παρατήρηση, 12 σε βάθος συνεντεύξεις με ένα πλήθος διαφοροποιημένων αστικών παραγόντων (κοινωνικά κινήματα, επιχειρηματίες, μεσίτες), καθώς και 100 ερωτηματολόγια τα οποία απευθύνθηκαν σε χρήστες του δημόσιου χώρου. Υποστηρίζοντας πως οι σχέσεις εξουσίας ανάμεσα στις αντιθετικές συναθροίσεις και πρακτικές αναπτύσσονται σε δύο διακριτά αλλά αλληλεπιδρώντα επίπεδα (το συμβολικό/ φαντασιακό και εκείνο των καθημερινών κοινωνικών πρακτικών), τα κύρια ζητήματα που διερευνώνται είναι τα εξής:

-Πως οι σχέσεις εξουσίας στο συμβολικό επίπεδο μεταφράζονται και επηρεάζουν τις καθημερινές πρακτικές και εδαφικές διεκδικήσεις στον δημόσιο χώρο των Εξαρχείων;

-Πως, υπό καθεστώς σύγκρουσης, η άρθρωση και επικοινωνία των παραπάνω σχέσεων συμβάλει στην παραγωγή του δημόσιου χώρου;

1 Συμβολική και εδαφική παραγωγή του δημόσιου χώρου

Σύμφωνα με τον Lefebvre (1970, 1974), ο αστικός χώρος συνιστά μία κοινωνική κατασκευή η οποία ενσωματώνει αξίες, νοήματα και συμβολισμούς, τόσο ιστορικούς όσο και σύγχρονους. Ο Lefebvre (1974) υποστηρίζει πως ο χώρος παράγεται ως αποτέλεσμα της σχέσης μεταξύ τριών διαδικασιών: των χωρικών πρακτικών, των αναπαραστάσεων χώρου, και των χώρων αναπαράστασης.

Ο Harvey (2004: 9-10), με αφετηρία το έργο του Lefebvre, προτείνει «ένα υποθετικό άλμα στο οποίο τοποθετούμε τον τριπλό διαχωρισμό του απόλυτου, σχετικού και σχεσιακού χώρου και χρόνου σε αντιπαραβολή με τον τριμερή διαχωρισμό του βιωμένου και επινοημένου χώρου και του χώρου της εμπειρίας»

Στη θεωρία του «τρίτου χώρου» του Soja (1996: 75) «όλα έρχονται μαζί… υποκειμενικότητα και αντικειμενικότητα, το αφηρημένο και το απτό, το πραγματικό και το επινοημένο, το αναγνωρίσιμο και το αδιανόητο, το επαναληπτικό και το διαφοροποιητικό, δομή και αυτενέργεια […] η καθημερινή ζωή και η ατέρμονη ιστορία».

Κοινός τόπος των παραπάνω προσεγγίσεων είναι η ανάπτυξη τους γύρω από δύο επίπεδα και διαδικασίες οι οποίες τόσο αυτόνομα, όσο και μέσω της αλληλεπίδρασης τους, διατηρούν έναν κρίσιμο ρόλο στη παραγωγή του χώρου: εκείνο που αφορά τις κοινωνικές πρακτικές και εκείνο που αφορά τις συμβολικές κατασκευές. Σύμφωνα με τους Jaworski και Thurlow (2010), οι συμβολικές κατασκευές μεταφράζονται σε κοινωνικές πρακτικές μέσα από ένα εύρος «αστικών παικτών», και συμμετέχουν με τον τρόπο αυτό στην παραγωγή εδαφικών αρθρώσεων. Ενώ έχει αναπτυχθεί πλούσια βιβλιογραφία σχετικά με την ενσωμάτωση συμβολισμών και νοημάτων στη καθημερινή παραγωγή του δημόσιου χώρου τόσο μέσω καλλιτεχνικών και πολιτιστικών παρεμβάσεων και δραστηριοτήτων (βλ. ενδ. Minty, 2006; Parkinson, 2009), όσο και στο πλαίσιο «από τα πάνω προς τα κάτω» διαδικασιών παραγωγής του δημόσιου χώρου (Jacob and Hellström, 2010; Kramer, 2017), η ανάλυση του ρόλου τους στο πλαίσιο των μικρο-πολιτικών παραμένει περιορισμένη.

Οι συμβολικές διαστάσεις του χώρου είναι στενά συνδεδεμένες με διαδικασίες συναισθηματικής σύνδεσης με συγκεκριμένους χώρους και την ανάπτυξη μίας αίσθησης του ανήκειν. Για τους Moulay κ.α. (2017), συναίσθημα, νόημα, και συμπεριφορά είναι κρίσιμα στοιχεία της συναισθηματικής σύνδεσης με αστικούς χώρους. Ο Casey (2001: 684) εισάγει την έννοια του «πυκνού χώρου» για να περιγράψει χώρους οι οποίοι «προκαλούν την ενσωμάτωση των ατόμων, μία εμβάθυνση της ατομικής εμπειρίας στη βίωση του χώρου, ενώ ταυτόχρονα υποστηρίζουν πρακτικές προσωπικής ενίσχυσης». Οι De Backer και Pavoni (2018: 14), διευρύνουν την έννοια του «πυκνού χώρου» προκειμένου να συμπεριλάβει «τον βαθμό πυκνότητας των σχέσεων που αναδύονται ανάμεσα σε σώματα που έρχονται μαζί σε έναν συγκεκριμένο χώρο». Οι συμβολική παραγωγή του χώρου, η οποία περιγράφεται από τον Fine (2010: 356) ως «εκείνα τα σύνολα νοημάτων που συνδέονται μέσα από μία αναγνωρίσιμη αλληλεπίδραση και σταθερούς συμμετέχοντες», μεταφράζεται σε κοινωνικές και «υλικές» πρακτικές μέσα από διαδικασίες οι οποίες περιλαμβάνουν εδαφικές διεκδικήσεις και επανα-διαπραγματεύσεις με το τοπικό πολιτισμικό περιβάλλον. Σύμφωνα με τον Entrikin (1991), ο χώρος αποκτά ιδιαίτερη σημασία όταν προσλαμβάνεται ως κρίσιμο μέρος ατομικών και συλλογικών έργων, ενώ ο Di Masso (2012) υποστηρίζει πως οι εδαφικές συγκρούσεις συχνά αποτελούν «υλικές εκδοχές» συγκρούσεων που αναπτύσσονται στο συμβολικό επίπεδο.

2 Η ανάδυση μίας ριζοσπαστικής επικράτειας

Τις τελευταίες δεκαετίες, η περιοχή των Εξαρχείων αποτελεί το επίκεντρο των ριζοσπαστικών διεκδικήσεων στην ευρύτερη μητροπολιτική περιοχή της Αθήνας, ενώ, σύμφωνα με τις Arampatzi και Nicholls (2012), δράσεις που αναπτύσσονται στην περιοχή επιτυγχάνουν την ενσωμάτωση τοπικών, αστικών ζητημάτων σε αγώνες με ευρύτερο κοινωνικό περιεχόμενο.

Αρχικά, στο φυσικό περιβάλλον της ευρύτερης περιοχής των Εξαρχείων, σημαντικό μέρος των ελεύθερων επιφανειών καλύπτεται από αφίσες και γκράφιτι τα οποία σχηματίζουν αρκετά συνεκτικές πολιτικές αφηγήσεις. Σε ό,τι αφορά τους χρήστες της πλατείες Εξαρχείων, από το δημογραφικό μέρος των ερωτηματολογίων προκύπτουν σημαντικές συγκεντρώσεις, καθώς η πλειοψηφία των χρηστών είναι κάτω των 45 ετών (81%), έχουν υψηλό μορφωτικό επίπεδο (71% έχουν πτυχίο τριτοβάθμιας εκπαίδευσης ή σπουδάζουν) και χαμηλό εισόδημα (62% κερδίζουν λιγότερο από 12.000 ευρώ/ έτος). Οι έως τώρα ενδείξεις σκιαγραφούν ένα κοινό περιεχόμενο παρεμβάσεων στον φυσικό χώρο και μία ομοιογένεια των χρηστών. Η ερώτηση που προκύπτει είναι «σε ποια βάση αναπτύσσεται η ομοιογένεια αυτή;»

Ένα πιθανό σενάριο θα ήταν εκείνο της υποβάθμισης, η οποία αποτελεί πραγματικότητα για πολλές γειτονιές του κέντρου της Αθήνας, ήδη από τη δεκαετία του 1990 (Kandylis και Kavoulakos, 2012), ενώ φαινόμενα αποκλεισμού και βίας εντάθηκαν την περίοδο πριν και μετά τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2004 (Dalakoglou, 2012). Εντούτοις, αντίθετα σε ένα τέτοιο σενάριο, το οποίο θα συνοδευόταν από χαμηλή παρουσία ατόμων που δεν κατοικούν στην περιοχή και πτώση των αξιών γης και ενοικίων, το 69% των χρηστών της πλατείας Εξαρχείων κατοικούν σε περιοχές εκτός των Εξαρχείων, ενώ σύμφωνα με συνέντευξη που πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο της έρευνας με εκτιμητή εταιρίας real estate, οι αξίες γης και ενοικίων παραμένουν σταθερές στην περιοχή.

Όταν οι χρήστες της πλατείας ρωτήθηκαν σχετικά με τις ιδεολογικές τους καταβολές, εντοπίστηκε μία συνέχεια με τις αφηγήσεις που σχηματίζονται στο φυσικό περιβάλλον, καθώς το 66% τοποθετήθηκε στην Αριστερά και στον ελευθεριακό χώρο. Επιπλέον, το 68% ήταν υποστηρικτικό προς τις παρεμβάσεις που πραγματοποιούνται στην πλατεία από κινήματα και πολιτικές ομάδες της περιοχής. Η βάση της ομοιογένειας των χρηστών αποκαλύπτεται περαιτέρω όταν οι χρήστες κλήθηκαν να καθορίσουν παράγοντες ελκυστικότητας και μη ελκυστικότητας της πλατείας Εξαρχείων: 50% αναφέρθηκε σε ζητήματα καθημερινότητας και κοινωνικής αλληλεπίδρασης, 33% στο φυσικό περιβάλλον, ενώ μόλις το 11% σε νοήματα και συμβολισμούς.

Γράφημα 1 Παράγοντες ελκυστικότητας και μη ελκυστικότητας της πλατείας Εξαρχείων σύμφωνα με τους χρήστες

Εντούτοις, όταν οι χρήστες κλήθηκαν να περιγράψουν την πλατεία με δύο λέξεις ή φράσεις, το παραπάνω μοτίβο μεταβάλλεται σημαντικά.

Γράφημα 2 Περιγραφές της πλατείας Εξαρχείων από τους χρήστες

Η πλειοψηφία των χρηστών προβαίνει σε θετικές αξιολογήσεις στις περισσότερες κατηγορίες, το ποσοστό των αναφορών σε συμβολικές κατασκευές και νοήματα αυξάνεται από 11% σε 58%, ενώ οι αναφορές αυτές βρίσκονται σε συμφωνία με τα κυρίαρχα νοήματα της περιοχής, με κεντρική έννοια αυτή της ελευθερίας, συνηγορώντας στην ανάπτυξη μίας κοινής πολιτισμικής και πολιτικής ταυτότητας. Η διαπίστωση αυτή ενισχύεται από την υπερίσχυση των αρνητικών χαρακτηρισμών σε ό,τι αφορά το φυσικό περιβάλλον, μία ποιότητα η οποία θεωρείται κρίσιμη σε θετικές προσλήψεις του δημόσιου χώρου.

3 Η οικειοποίηση της ριζοσπαστικής επικράτειας από παραβατικές ομάδες

Τόσο μέσω της άμεσης παρατήρησης, όσο και μέσω συνεντεύξεων με τοπικούς πληροφοριοδότες, εντοπίστηκαν συνθήκες αποκλεισμού στην πλατεία Εξαρχείων, οι οποίες σχετίζονται με τη δράση παραβατικών ομάδων που εμπλέκονται στο εμπόριο ουσιών στην περιοχή.

«Μιλάμε για οργανωμένες συμμορίες εγκλήματος ένοπλες, πάνοπλες μάλιστα, με στρατούς, με τεράστια οικονομικά συμφέροντα, μιλάμε για τεράστια διακίνηση ναρκωτικών […] Έχουμε καθημερινές συμπλοκές, έχουμε τραμπουκισμούς, έχουμε μπραβιλίκια, έχουμε νεκρούς, έχουμε τραυματίες, επιθέσεις σε ανύποπτους περαστικούς, κανιβαλισμούς σε κοπέλες ανύποπτες, και ένα νεαρό κόσμο ο οποίος έρχεται στα Εξάρχεια ανυποψίαστος για να ζήσει το μύθο του ας πούμε και ο οποίος γίνεται κομμάτι αυτού του κανιβαλισμού», Κ.Ζ., ιδιοκτήτης καταστήματος.

Η παρουσία των παραβατικών ομάδων και η παραγωγή επικρατειών αποκλεισμού στηρίζεται σε πρακτικές βίας και εκφοβισμού, με θύματα κατοίκους και μέλη τοπικών κινημάτων. Η σημασία της συμβολικής επικράτειας αναδεικνύεται από την απόπειρα οικειοποίησης της από τις τοπικές παραβατικές ομάδες, ως μέσο για την εδραίωση της δράσης τους στην περιοχή και την ισχυροποίηση τους στο πλαίσιο των σχέσεων εξουσίας που αναπτύσσονται. Έτσι, βασικό σημείο της στρατηγικής των ομάδων αυτών αποτελεί η παρουσίαση τους ως τμήμα των τοπικών κινημάτων, σε μία απόπειρα να «νομιμοποιήσουν» κοινωνικά την δράση τους, ενώ οι πρακτικές αποκλεισμού παρουσιάζονται ως πολιτικές.

«Επίσης υπάρχουν αυτές οι ομάδες που προσπαθούν να σφετεριστούν διάφορους πολιτικούς χώρους και πολλές φορές να βγουν εξ’ ονόματός τους […] Έχει επαφές, ή θεωρεί ότι έχει επαφές και με κάποιους χώρους… ε, όχι πολιτικούς, όχι στέκια, σε καμία περίπτωση, αλλά δεσμούς με κόσμο που μένει και ζει εκεί.», Επιτροπή Πρωτοβουλίας Κατοίκων Εξαρχείων.

Παράλληλα με τη δράση των παραπάνω ομάδων, σημαντική συνθήκη που ενισχύει τον αποκλεισμό είναι η μαζική κατανάλωση κάνναβης από επισκέπτες της πλατείας, η οποία δεν αποτελεί τμήμα μίας συνειδητής, εδαφικής διεκδίκησης.

4 Απόπειρες παραγωγής επικρατειών συμπερίληψης

Η περιοχή των Εξαρχείων συχνά υπόκειται σε παρεμβάσεις εξωθεσμικού χαρακτήρα, λόγω της υψηλής πυκνότητας κοινωνικών κινημάτων και πρωτοβουλιών. Στον πυρήνα των δράσεων αυτών, βρίσκεται η επιδίωξη της συμπερίληψης.

«Πραγματοποιούμε συναυλίες, συζητήσεις, παραστάσεις. Θέλουμε να φέρουμε τους κατοίκους πίσω στην πλατεία. Ακόμη και εάν στη συνέχεια μας διώξουν. Τουλάχιστον θα μας έχει διώξει η κοινωνία και όχι οι κανίβαλοί» Αντιεξουσιαστική Συνέλευση

Εντούτοις, στο πλαίσιο της απόπειρας των κινημάτων και μέρους των καταστηματαρχών να δημιουργήσουν επικράτειες συμπερίληψης, αναπτύσσονται δράσεις τόσο στο επίπεδο των καθημερινών πρακτικών και χρήσεων όσο και σε αυτό των συμβολικών κατασκευών. Οι πρώτες διαχωρίζονται στη δημιουργία συνθηκών συμπερίληψης των πληθυσμιακών ομάδων που βιώνουν αποκλεισμό και στην απευθείας αντιπαράθεση με τις παραβατικές ομάδες της περιοχής. Έτσι, ειδικά μέσω μίας απόπειρας συντονισμού των παραπάνω, όπως αυτή εκφράστηκε την άνοιξη του 2014 μέσα από τη δημιουργία της Λαϊκής Συνέλευσης Εξαρχείων, αναδύθηκαν προσπάθειες ανάπτυξης χρήσεων του χώρου που απευθύνονται στους αποκλεισμένους χρήστες, αλλά και απόπειρες εκδίωξης των παραβατικών ομάδων.

Table Public Space+

Ταυτόχρονα, η ποικιλόμορφη συνάθροιση συμπερίληψης, έχοντας αντιληφθεί την απόπειρα των παραβατικών ομάδων να οικειοποιηθούν τα κυρίαρχα νοήματα της περιοχής επιχειρούν να επανανοηματοδοτήσουν κυρίαρχες έννοιες της ριζοσπαστικής επικράτειας, όπως αυτή της ελευθερίας. Χαρακτηριστικό παράδειγμα της προσπάθειας αυτής  είναι η ανάπτυξη του όρου «κοινωνικός κανιβαλισμός», ο οποίος έρχεται να οριοθετήσει εκ νέου την έννοια και τις πρακτικές της ελευθερίας ώστε να την από-συσχετίσει από πρακτικές αποκλεισμού.

5 Συμπεράσματα

Η περίπτωση της πλατείας Εξαρχείων καθιστά σαφές ότι η κυριαρχία στο συμβολικό επίπεδο δεν είναι επαρκής συνθήκη για την εγκαθίδρυση ελέγχου και τη δημιουργία σταθερών επικρατειών. Στο συμβολικό επίπεδο, εμφανίζεται μια παγιωμένη σχέση κυριαρχίας –των ριζοσπαστικών αφηγήσεων- εντός της οποίας αναπτύσσονται, ωστόσο, κρίσιμες σχέσεις εξουσίας και επανανοηματοδοτήσεις. Η κρισιμότητα της συμβολικής παραγωγής αναδεικνύεται από τη συμμετοχή και απόπειρα συνδιαλλαγής με αυτή των καταστηματαρχών, αλλά και παραβατικών ομάδων και την ανάδειξή της ως βασικού παράγοντα ελκυστικότητας της περιοχής σε ό,τι αφορά την αγορά γης και ενοικίων.

Εντούτοις, η επιρροή της ριζοσπαστικής αφήγησης αποδυναμώνεται όταν εξετάζονται οι υφιστάμενες πρακτικές χρήσης του δημόσιου χώρου, καθώς οι εδαφικές παραγωγές ένταξης δεν έχουν επιτύχει την εδραίωση τους στην πλατεία Εξαρχείων στο επίπεδο της καθημερινής ζωής. Τα τοπικά κινήματα περιορίστηκαν σε ένα βαθμό στην κυριαρχία στη συμβολική σφαίρα, η οποία μεταφράστηκε σε σχέση με την πλατεία Εξαρχείων σε περιστασιακή χρήση για εκδηλώσεις, συναυλίες και συνελεύσεις.

Το κενό αυτό εκμεταλλεύτηκαν παραβατικές ομάδες, τα αποτελέσματα των δράσεων των οποίων έχουν σημαντική επιρροή σε επίπεδο καθημερινότητας. Η λειτουργία των παραβατικών ομάδων είναι ο κύριος παράγοντας αποκλεισμού χρηστών από το δημόσιο χώρο: αυξημένα επίπεδα βίας, επιθέσεις με βάση εμφανισιακά κριτήρια, αποτροπή ενεργητικών δραστηριοτήτων στο δημόσιο χώρο έχουν ως αποτέλεσμα τον αποκλεισμό χρηστών, αλλά και δραστηριοτήτων. Οι ομάδες αυτές έρχονται να αλληλεπιδράσουν και με τη συμβολική σφαίρα και, προκειμένου να νομιμοποιήσουν κοινωνικά τη δράση, τους επικαλούνται τα κυρίαρχα νοήματα και συμβολισμούς της πλατείας: η μαζική κατανάλωση ναρκωτικών συμπλέκεται με την έννοια της ελευθερίας και οι επιθέσεις σε χρήστες λαμβάνουν χώρα στο όνομα πολιτικών ιδεολογιών. Επιπλέον, μέσα στις ιδιαίτερες συνθήκες των Εξαρχείων και στο πλαίσιο της σύγκρουσης με τις παραβατικές ομάδες, τα τοπικά κινήματα και μέρος των καταστηματαρχών επιτελούν σε ένα βαθμό το ρόλο μηχανισμών κανονικοποίησης, στο πλαίσιο όμως αυτού που θεωρείται κανονικότητα στη περιοχή των Εξαρχείων. Επομένως, το μπλοκ προχωρά σε επανανοηματοδοτήσεις του όρου κανονικότητα, σε σχέση με τις συνθήκες της περιοχής, καθώς έχει την ισχύ μέσω της κυριαρχίας του στη συμβολική σφαίρα να προβεί σε κάτι τέτοιο. Γίνεται εδώ εμφανές, ότι οι σχέσεις εξουσίας αναπτύσσονται ταυτόχρονα στο σύνολο των επιπέδων της ανάλυσης. Οι συγκρούσεις αφορούν τόσο νοήματα, όσο και πρακτικές και συλλογικές δράσεις και δεν είναι δυνατή η κυριαρχία σε ένα επίπεδο χωρίς δυνατότητα παρέμβασης στα υπόλοιπα.

Παραπομπές
Arampatzi, A. and Nicholls, W. 2012. The urban roots of anti-neoliberal social movements: the case of Athens, Greece. Environment and Planning A, 44: 591 – 610.
Casey, E.S. 2001. Between geography and philosophy: what does it mean to be in the place-world? Annals of Association of American Geographers, 91 (4): 683-693.
Dalakoglou, D. 2012. The crisis before the crisis: Violence and urban neoliberalization in Athens. Social Justice, 39: 24-42
De Backer, M. and Pavoni, A. 2018. Through thick and thin: Young people’s affective geographies in Brussels’ public space. Emotion, Space and Society, 27: 9-15.
Deleuze, G. and Guattari, F. 1980. A thousand plateaus: Capitalism and schizophrenia. London: Bloomsbury Publishing.
Di Masso, A. 2012. Grounding Citizenship: Toward a Political Psychology of public space. Political psychology, 33 (1): 123-142.
Entrikin, J.N.1991. The Betweenness of Place. Towards a Geography of Modernity. London: Macmillan.
Fine, G.A. 2010. The sociology of the local: Action and its publics. Sociological Theory, 28 (4): 355-376.
Harvey, D. 2004. Space as a key word. Paper presented at the Marx and Philosophy Conference, London, 29 May.
Jacob, M. and Hellström, T. 2010. Public space planning in four Nordic cities: Symbolic values in tension. Geoforum, 41: 657-665.
Jaworski, A. and Thurlow, C. 2010. Introducing semiotic landscapes. In: Jaworski A., Thurlow, C. Semiotic Landscapes. London: Bloomsbury.
Kandylis, G. and Kavoulakos, K. 2012. Framing urban inequalities: Racist mobilization against immigrants in Athens. The Greek Review of Social Research, 136: 157-176.
Kramer, R. 2017. Designing for and against symbolic boundaries. City & Community. Doi: 10.1111/cico.12267.
Lefebvre, H. 1970. The Urban Revolution. Minneapolis: The University of Minnesota Press.
Lefebvre, H. 1974. The production of space. Oxford: Blackwell Publishing.
Minty, Z. 2006. Post-apartheid Public Art in Cape Town: Symbolic Reparations and Public Space. Urban Studies, 43 (2): 421-440.
Moulay, A., Ujang, N., Maulan, S. and Ismail, S. 2017. Understanding the process of parks’ attachment: Interrelation between place attachment, behavioural tendencies, and the use of public space. City, Culture and Society. Doi: 10.1016/j.ccs.2017.12.002.
Parkinson, J. 2009. Symbolic representation in public space: Capital cities, presence and memory. Representation, 45 (1): 1-14.
Soja, E. W. 1996. Thirdspace: Journeys to Los Angeles and other real-and-imagined places. Oxford: Basil Blackwell.

Το παραπάνω κείμενο αποτελεί εισήγηση στο 2ο Πανελλήνιο Συνέδριο “ΔΗΜΟΣΙΟΣ ΧΩΡΟΣ +”, που διοργανώθηκε από το ΤΕΕ/ΤΚΜ, 28 – 30 Μαρτίου 2019 στη Θεσσαλονίκη.

Comments are closed